Ζητείται εταίρος;
Γιατί όχι, σε τελική ανάλυση, θα μπορούσε να υποστηρίξει κάποιος. Υπό την έννοια ότι ο πρόεδρος της ελληνικής λύσης προέρχεται από την ίδια πολιτική κοίτη από την οποία εκπορεύονται τρεις κορυφαίοι υπουργοί της Νέας Δημοκρατίας. Άλλο, τώρα, αν… οι δυσκολίες τον ανάγκασαν να καταφύγει σε κηραλοιφές και μαντζούνια που κατατροπώνουν τον Covid-19, προκειμένου να επιβιώσει, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στα όρια της γραφικότητας. Ωστόσο, σε αυτή τη χώρα, έχουμε αξιοσημείωτη ανοχή απέναντι στη γραφικότητα – για του λόγου το αληθές παραπέμπω στη συγκυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου, την οποία παρεμπιπτόντως τρολάρει ανηλεώς και ενδεχομένως κοντόφθαλμα η κυβερνητική παράταξη.
Ας κάνω στο σημείο αυτό μια μικρή ιστορική αναδρομή. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ «σαν έτοιμος από καιρό σαν θαρραλέος» είχε διακρίνει εγκαίρως την απροθυμία της Φώφης Γεννηματά να βρεθεί με την Κουμουνδούρου στο ίδιο μετερίζι και έτσι είχε προσανατολιστεί σε μια παράδοξη μεν αλλά απολύτως διαχειρίσιμη επιλογή. Η οποία εν τέλει, πέρα από το επίπεδο του συμβολισμού δεν προκάλεσε κανενός είδους πολιτικό – ιδεολογικό «τζαρτζάρισμα» στη διάρκεια της συγκατοίκησης.
Τώρα, σε ό,τι αφορά τον πρωθυπουργό, το θέμα άνοιξε κατακαλόκαιρο όταν λόγω των υποκλοπών απώλεσε έναν οιονεί κυβερνητικό εταίρο στον οποίο πόνταρε σε σημείο μάλιστα, όπως λέγεται να αναζητήσει πολλαπλούς τρόπους προκειμένου να τον πείσει. Μετά από αυτή την εξέλιξη η γκάμα των επιλογών του Μεγάρου Μαξίμου μειώθηκε δραματικά, εξ ου και το γεγονός ότι επανήλθε σε πρώτο πλάνο το σενάριο της αυτοδυναμίας. Από το «Μητσοτάκης ή χάος» στο «ό,τι πει ο λαός. Ελάτε όμως που τα νούμερα δεν βγαίνουν, με τα σημερινά δεδομένα τουλάχιστον και από τη στιγμή που έχει αποκλειστεί το ενδεχόμενο αλλαγής του εκλογικού νόμου. Όμως ακόμα και μια οριακή νίκη της ΝΔ (151 έδρες) δεν θα εγγυάτο τη σταθερότητα και την προοπτική. Ούτε με πολιτικούς όρους αλλά και με τους όρους που επιβάλει το διαρκές αλισβερίσι με τις Βρυξέλλες και η εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους.
Έτσι ερχόμαστε στα μεθεόρτια. Λέει ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ (για Βελόπουλο) «υπάρχει άβυσσος». Παρεμβαίνει ο Μάκης Βορίδης υποστηρίζοντας λίγο – πολύ ότι… «οι καλοί παντού χωράνε». Έρχεται καπάκι ο Γιάννης Οικονόμου ο οποίος επιχειρεί να συνθέσει τα μη συντιθέμενα. «Απελθέτο απ’ ημών το ποτήριον τούτο» και ταυτόχρονα «η Ελλάδα δεν μπορεί να μείνει ακυβέρνητη». Έχω την εντύπωση ότι πρόκειται απλώς για μια αμήχανη διαχείριση ενός πολιτικού αναπόφευκτου – σε περίπτωση φυσικά κυβέρνησης συνεργασίας της Νέας Δημοκρατίας.
Κακά τα ψέματα το θριαμβικό αφήγημα για επιστροφή την Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα, στο οποίο έχει επενδύσει η κυβέρνηση φαντάζει πλέον χλωμό. Η Moody’s και οι υπόλοιποι πιστεύουν ότι με ονομαστικούς όρους έχει αυξηθεί το χρέος και μάλιστα σε περιβάλλον διαρκούς αύξησης των επιτοκίων. Όσο για τους εταίρους μας ήδη γκρινιάζουν ότι ξοδεύουμε πολλά.
Πάει λοιπόν η συγκεκριμένη στρατηγική επιλογή, για την ώρα. Προσθέστε σε αυτό ότι υπέστη κλυδωνισμούς και μια άλλη σημαντική πολιτική επένδυση της κυβέρνησης η οποία μάλιστα συναρτάται με το προφίλ της χώρας διεθνώς. Μπορεί για τους Έλληνες πολίτες θέματα όπως, η ελευθερία του Τύπου ή οι υποκλοπές να τοποθετούνται χαμηλά στην αξιολόγηση των παραγόντων εκείνων που θα επηρεάσουν την ψήφο τους (δημοσκόπηση MRB για το Newsbomb.gr), παραέξω όμως γίνεται ντόρος, με όλα τα συνεπακόλουθα. Το χορό σέρνουν μέσα αδιαμφισβήτητου κύρους, New York Times, BBC, Euronews, Reuters, Spiegel, Liberation και αρκετά άλλα που θέτουν σκληρά ερωτήματα τα οποία σχετίζονται με τον σεβασμό του Κράτους Δικαίου και το ρόλο της ελληνικής κυβέρνησης.
Στο εγχώριο σκηνικό, πάντως, το παιχνίδι θα επικεντρωθεί στην οικονομία, στα μέτρα για την προστασία νοικοκυριών και επιχειρήσεων από την ενεργειακή κρίση και την άνοδο των τιμών. Και σε αυτό το πεδίο θα κριθεί η παγίδα.