Η ζημιά των υποκλοπών και η απειλή του «ΚΑΝΕΝΟΣ»
Ας τα πάρουμε με τη σειρά. Οι επιπτώσεις των αποκαλύψεων στη (δημοσκοπική) δύναμη του κυβερνόντος κόμματος αποτυπώθηκαν ήδη, καθώς η διαφορά ανάμεσα σε Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ καταγράφεται στις 5,8 μονάδες (GPO) και όλες οι πληροφορίες συγκλίνουν στην διαπίστωση ότι ανιχνεύεται πλέον αισθητά χαμηλότερα.
Πέραν όλων των άλλων, αυτό πρακτικά σημαίνει ότι αποδυναμώνεται αισθητά το σενάριο της αυτοδυναμίας. Έτσι επανέρχεται επιτακτικά στο προσκήνιο το θέμα των μετεκλογικών συνεργασιών τη στιγμή που ο θεωρούμενος καθοριστικός παράγοντας, δηλαδή, το ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ δείχνει να συγκρατεί τα ποσοστά του και μάλιστα με τάση ενίσχυσης.
Σύντομα, λοιπόν, η Χαριλάου Τρικούπη θα βρεθεί απέναντι στο δίλημμα: «Με ποιους θα πάω και ποιους θα αφήσω». Το τελευταίο διάστημα ορισμένα δείγματα γραφής του Νίκου Ανδρουλάκη τροφοδότησαν τη συνωμοσιολογία. Αναρωτήθηκαν ορισμένοι, γιατί ο πρόεδρος της παράταξης αυτής να δώσει πράσινο φως σε ένα (δεύτερο κατά σειρά) κυβερνητικό νομοσχέδιο και μάλιστα σε εκείνο ακριβώς που χαρακτηρίστηκε επικοινωνιακό σωσίβιο ως προς το σκάνδαλο των υποκλοπών; Χτίζει άραγε γέφυρες, γιατί από την παράνομη παρακολούθηση του κινητού του προκύπτουν στοιχεία που τον φέρνουν σε δύσκολη θέση;
Προσωπικά πιστεύω στη θεωρία ότι το προφανές είναι συνήθως και το πιο πιθανό. Και ήταν περισσότερο από προφανή τα ευρήματα της τελευταίας δημοσκόπησης της MRB για το OPEN. Σε σχετικό ερώτημα, το 48% των ΣΗΜΕΡΙΝΩΝ ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ προκρίνει συμμαχική κυβέρνηση με τη Νέα Δημοκρατία, έναντι μόλις 14% που τάσσεται υπέρ της συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ας επανέλθουμε όμως στις ευρύτερες παρενέργειες της υπόθεσης των υποκλοπών. Από τις πληροφορίες που προανέφερα προκύπτει, επίσης, περαιτέρω ενίσχυση των κομμάτων της άκρας δεξιάς – μην εκπλαγείτε, ιδιαιτέρως, αν στις φτερούγες της νέας Βουλής που θα προκύψει από την κάλπη, φωλιάσουν ακόμα και υπόδικοι, σήμερα κρατούμενοι. Βασικός αιμοδότης του δεξιού άκρου του ιδεολογικού φάσματος παραμένει σταθερά η Νέα Δημοκρατία, εμφανίζοντας επιπλέον τάση διαρκώς αυξανόμενων διαρροών προς την συγκεκριμένη κατεύθυνση.
Είναι άραγε οι υποκλοπές μείζον θέμα για τους Έλληνες πολίτες; Στη διάρκεια του πρώτου κύκλου των αποκαλύψεων, όλες οι μετρήσεις κατέτειναν στο συμπέρασμα ότι το θέμα αυτό τοποθετείται στον «πάτο» των κριτηρίων που θα επηρεάσουν την ψήφο του εκλογικού σώματος. Ακολούθησε η υπόθεση Πάτση που τάραξε εμφανώς εντονότερα τα νερά, κατά πάσα πιθανότητα γιατί συνδέεται με ροή χρήματος μεγάλο μέρος του οποίου προερχόταν από πλειστηριασμούς κατοικιών και επιχειρήσεων που βρίσκονταν στο «κόκκινο».
Τώρα, όμως με τον νέο κύκλο αποκαλύψεων ως προς τις υποκλοπές τα δεδομένα ανατρέπονται και αιωρούνται σκληρά ερωτήματα: Παρακολουθούνταν υπουργοί της κυβέρνησης, άνθρωποι που βρίσκονται σε θέσεις ευθύνης, ακόμα και στον σκληρό πυρήνα της κρατικής εξουσίας, μέλη της ευρύτερης οικογένειας του πρωθυπουργού; Και καλά, ας υποθέσουμε πως η υπόθεση στο εσωτερικό μπλέκει στα γρανάζια της πολιτικής εκμετάλλευσης, οι ξένοι τι νταλκά έχουν; Πώς εξηγείται η πληθώρα των αρνητικών δημοσιευμάτων στον αμερικανικό, αγγλικό, γαλλικό, γερμανικό, ιταλικό Τύπο; Και η Pega πάλι, τι ζόρι τραβάει;
Μ’ αυτά και μ’ αυτά οι υποκλοπές πήραν πάλι κεφάλι. Μπορεί αυτοτελώς να μην αποδειχθούν καθοριστικός παράγοντας ως προς το αποτέλεσμα της κάλπης, συνδέονται όμως στη συλλογική αποτίμηση με την αδιαφάνεια και τη διαφθορά – έννοιες οι οποίες τείνουν να εξελιχθούν σε ευρύτερα ερμηνευτικά εργαλεία.
Αυτή τη στιγμή όλα δουλεύουν υπέρ του απειλητικού δράκου που λέγεται «ΚΑΝΕΝΑΣ». Ο «ΚΑΝΕΝΑΣ», λοιπόν, στις έρευνες κοινής γνώμης ενισχύει σχεδόν παντού το προβάδισμά του: Από τις απαντήσεις στο ερώτημα για τον καταλληλότερο πρωθυπουργό ως εκείνες που σχετίζονται με τη διαχείριση της ακρίβειας. Είναι, με άλλα λόγια, ο αδιάψευστος μάρτυρας της συνεχιζόμενης απαξίωσης του πολιτικού μας συστήματος.