Αυτοδιοικητικές εκλογές: Πανηγυρισμοί… για κλάματα
Πρώτα απ’ όλα, η Νέα Δημοκρατία άθροισε με αξιοσημείωτη άνεση στις εισροές της, τις ψήφους των γαλάζιων ανταρτών που επικράτησαν έναντι των υποψηφίων που έφεραν το «επίσημο χρίσμα». Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την πλευρά του, αναλύοντας το αποτέλεσμα γνωμάτευσε ότι «έκλεισε ο κύκλος της ήττας» και «αρχίζει η ανασυγκρότηση της παράταξης». Το ΠΑΣΟΚ, τέλος, θεώρησε ότι βρίσκεται μετά βεβαιότητας, περίπου προ των πυλών του Μεγάρου Μαξίμου. Μέσα σ’ αυτό το σκηνικό θα ήταν άδικο να μην επισημανθεί ότι το ΚΚΕ διατήρησε τη σοβαρότητά του παρότι είχε κάθε λόγο να πανηγυρίζει θορυβωδώς, αφού αποδεδειγμένα και ανέβασε πανελλαδικά το ποσοστό του και αποκόμισε κέρδη στην αυτοδιοικητική καταμέτρηση.
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με τη σειρά:
• Η ΝΔ έχασε τους δύο μεγαλύτερους Δήμους της χώρας και πέντε στις 13 περιφέρειες. Επομένως, μετρά απώλειες και αναμετράται με το μήνυμα, δηλαδή με τις ψήφους διαμαρτυρίας κατά της πολιτικής της, ενδεχομένως και κατά αυτών καθ' εαυτές των επιλογών προσώπων που υποστήριξε στον αυτοδιοικητικό στίβο. Εδώ γεννάται και ένα άλλο θέμα, κυρίως εσωτερικής λειτουργίας του Μεγάρου Μαξίμου: ποιοι και γιατί υπέδειξαν στον πρωθυπουργό να επισκεφθεί τη Θεσσαλία (τρεις φορές), τη Θράκη (όπου παίζονται περίεργα κι επικίνδυνα παιχνίδια), τη Δυτική Μακεδονία και το Βόρειο Αιγαίο, συνδέοντάς τον ευθέως με προδιαγεγραμμένες ήττες; Ήταν, ενδεχομένως, οι ίδιοι που του υπέδειξαν να αφήσει στην τύχη τους Αθήνα και Θεσσαλονίκη; Κατά τα άλλα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ΝΔ, παρά τις ρωγμές, παραμένει κυρίαρχη δύναμη.
• Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρότι δεν εκινείτο σε προνομιακό πεδίο –δεδομένου ότι η αυτοδιοίκηση είναι παραδοσιακά για την Κουμουνδούρου αχίλλειος πτέρνα- πάντως είδε τις δυνάμεις του να υποχωρούν περαιτέρω μετά τη διπλή συντριβή στις βουλευτικές κάλπες του Μαΐου και του Ιουνίου. Πολιτικά του πιστώνεται το γεγονός ότι στήριξε πανελλαδικά τις «προοδευτικές» και «ανεξάρτητες» υποψηφιότητες με εμφανές αποτέλεσμα, αλλά μέχρι εκεί. Γιατί κατά τα άλλα, η παράταξη δίνει όλο και περισσότερο την εικόνα της αυτοδιάλυσης. Από τη μία πλευρά η εσωκομματική αντιπολίτευση βρίσκεται σε θέση μάχης απέναντι στη νέα ηγεσία, από την άλλη η νέα ηγεσία δίνει δείγματα γραφής προσωποκεντρικής αντίληψης. Στην πραγματικότητα πρόκειται για δύο διαφορετικούς κόσμους που είναι από εξαιρετικά δύσκολο έως αδύνατο να βρουν κοινό τόπο. Το χάσμα ξεκινά από την αφετηρία, δηλαδή από τον προσδιορισμό των αιτίων της εκλογικής αποδοκιμασίας. Οι μεν θεωρούν ότι ευθύνεται το άνοιγμα προς το κέντρο και η «επιχείρηση γοητείας» της μεσαίας τάξης, που έπληξαν την «αριστερή ψυχή» του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ οι δε πιστεύουν ακράδαντα ότι υπήρξε συστηματική εσωτερική υπονόμευση των επιλογών της πλειοψηφίας, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί σύγχυση και δυσανεξία στον κόσμο. Άντε να βρουν άκρη!
• Η Χαριλάου Τρικούπη μπέρδεψε λίγο τα πράγματα, για παράδειγμα στους δύο μεγαλύτερους Δήμους της χώρας, θεωρώντας ότι όλοι οι ψηφοφόροι που υποστήριξαν τις δύο «πράσινες» υποψηφιότητες ήταν ανυπερθέτως ΠΑΣΟΚ, απλώς δεν το είχαν επαρκώς συνειδητοποιήσει στον πρώτο γύρο. Ως προς την Αθήνα και αναγνωρίζοντας πλήρως τις προσωπικές ικανότητες του κ. Δούκα: Ο Δήμος κερδήθηκε τη στιγμή που ο κ. Ζαχαριάδης κάλεσε, με γενναιότητα, τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και όσους στήριξαν άλλες «προοδευτικές» υποψηφιότητες να σταθούν στο πλευρό του εκλεγέντος Δημάρχου με το σύνθημα μάλιστα της απομάκρυνσης του κ. Μπακογιάννη. Στη Θεσσαλονίκη, τώρα, ο κ. Αγγελούδης πήρε επίσης το μπόνους της Κουμουνδούρου, έχοντας ήδη στο πλευρό του ισχυρούς παράγοντες της πόλης (όχι απαραιτήτως με ευκρινές πράσινο πρόσημο) καθώς επίσης και την αμέριστη συμπαράσταση πολιτικής προσωπικότητας της Αθήνας που ανήκει στο χώρο της ΝΔ. Επιπρόσθετα, το Πανελλήνιο Κίνημα δεν είδε το ποσοστό του να αυξάνεται σε πανελλαδική κλίμακα ενώ αυτοδιοικητικά κατέγραψε οριακές απώλειες, διατηρώντας πάντως τη δεύτερη θέση με μεγάλη απόσταση από το ΣΥΡΙΖΑ.
Κλείνοντας, ας αφήσουμε κατά μέρος τη συζήτηση για πολιτικά κέρδη και ζημιές. Έρχεται βαρύς χειμώνας. Καλό θα ήταν, λοιπόν, οι άρχοντες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, παλιοί και νέοι να διεκδικήσουν τις αρμοδιότητες και τους πόρους που είναι αναγκαίοι, έτσι ώστε η χώρα και οι πολίτες να είναι επαρκώς θωρακισμένοι απέναντι σε πιθανώς επερχόμενα ακραία καιρικά φαινόμενα.