Elpedison: Δεν ευθύνεται ο σχεδιασμός της αγοράς για τις αυξημένες τιμές ενέργειας
-Οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας σίγουρα αυξάνονται. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τον πληθωρισμό κατά την εξέταση των τιμών της αγοράς για μια μακρά περίοδο, η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας έχει στην πραγματικότητα μειωθεί τα τελευταία τριάντα χρόνια, τόσο για τους οικιακούς όσο και για τους μη οικιακούς καταναλωτές.
-Εξαιρούνται οι τελευταίοι τρεις μήνες που χαρακτηρίζονται από την τρέχουσα γεωπολιτική κρίση, η οποία επηρεάζει δύο από τις πιο σημαντικές χώρες για τον ευρωπαϊκό ενεργειακό εφοδιασμό. Επιπλέον, εάν ληφθεί υπόψη η ευρύτερη οικονομική ανάπτυξη, το κόστος της ενέργειας ως μερίδιο του συνολικού εισοδήματος ενός μέσου νοικοκυριού, έχει μειωθεί κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες (με βάση τους μέσους όρους της Eurostat για τις χώρες της ΕΕ-15).
-Από τα μέσα της δεκαετίας του ‘90, ξεκίνησε μια προοδευτική μεταρρύθμιση της ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία συνέπεσε με μια περίοδο πτώσης των τιμών. Δύο μόνο περίοδοι αύξησης των τιμών παρατηρήθηκαν όλο αυτό το διάστημα, μια κοντά στο 2003 και το 2010. Οι δυναμικές της παγκόσμιας αγοράς ενεργειακών αγαθών φαίνεται πως ήταν ο βασικός μοχλός πίσω από αυτές τις αυξήσεις και όχι ο Σχεδιασμός της Αγοράς (Market Design). Πράγματι, κατά τη διάρκεια αυτών των περιόδων, οι διακυμάνσεις, παγκοσμίως, της τιμής εμπορευμάτων όπως το πετρέλαιο, ήταν πολύ μεγαλύτερες από εκείνες των ευρωπαϊκών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας.
-Μάλιστα, ο ACER, ο Οργανισμός για τον Συντονισμό των Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών – με τις περισσότερες διαθέσιμες πληροφορίες από οποιονδήποτε άλλο εμπλεκόμενο στην αγορά - έκανε πρόσφατα γνωστό εγγράφως, ότι χωρίς τον τρέχοντα σχεδιασμό της αγοράς και την αντίστοιχη ανάπτυξη, οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος θα ήταν ακόμη υψηλότερες.
-Παρά το συνολικά μειωμένο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας, η ενεργειακή φτώχεια αποτελεί αδιαμφισβήτητα ένα σημαντικό ζήτημα, ακόμη και για μια οικονομικά προηγμένη περιοχή, όπως η ΕΕ. Σύμφωνα με επίσημες δηλώσεις της ΕΕ, έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε όλη την ΕΕ κατέδειξε ότι το 8% του πληθυσμού της κατά το 2020 ανέφερε ότι δεν ήταν σε θέση να διατηρήσει το σπίτι του επαρκώς ζεστό, γεγονός που σημαίνει ότι βρισκόταν στα όρια της ενεργειακής φτώχειας.
-Οι τιμές της ενέργειας και/ή το χαμηλό κατά κεφαλήν εισόδημα θα μπορούσαν να θεωρηθούν οι βασικές αιτίες της ενεργειακής φτώχειας. Ωστόσο, η ανάλυση των διαθέσιμων δεδομένων για την ΕΕ δεν μπορεί να υποστηρίξει ή να δικαιολογήσει ένα τέτοιο συμπέρασμα (στοιχεία Eurostat, 2020). Η ενεργειακή φτώχεια είναι ένα σύνθετο φαινόμενο, το οποίο φαίνεται να συσχετίζεται πιο ισχυρά με τη διανομή της κοινωνικής δικαιοσύνης (δείκτης Gini), παρά με τις τιμές της ενέργειας (ή του ηλεκτρισμού).
-Αδιαμφισβήτητα, σε περιόδους κατά τις οποίες πολλές οικογένειες αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες, με τον έντονα αυξανόμενο πληθωρισμό, κάθε cent μετράει και δεν θα πρέπει να αμελούμε την ανάγκη για τη στήριξή τους προκειμένου να μείνουν μακριά από την ενεργειακή φτώχεια. Βλέποντας όμως το ζήτημα στη σωστή του διάσταση θα πρέπει να επισημανθεί ότι, ακόμα και αν ληφθεί υπόψη η πρόσφατη αύξηση των τιμών, ο συνολικός λογαριασμός ρεύματος για ένα μέσο νοικοκυριό κυμαίνεται στα 1.400 €/έτος.