Τράπεζα Πειραιώς: Υπερκαλύφθηκε 4 φορές ήδη το 27% του ΤΧΣ - Έντονο το ενδιαφέρον των επενδυτών
Με εξαιρετικές προοπτικές προχωρά η απο-επένδυση του ΤΧΣ από την Τράπεζα Πειραιώς, καθώς τα μηνύματα και το ενδιαφέρον από τη διεθνή επενδυτική κοινότητα είναι ιδιαίτερα ζωηρό.
Οι προθέσεις που είχαν καταγραφεί το προηγούμενο διάστημα από πλειάδα διεθνών funds, κατά τη διάρκεια επαφών στελεχών του Ταμείου με πληθώρα επενδυτών στην Ελλάδα και το εξωτερικό, διαμόρφωσαν ένα κλίμα ισχυρής ζήτησης για τις μετοχές του Ταμείου στην τράπεζα και ήδη οι πρώτες σημερινές πληροφορίες από την πορεία της διάθεσης αναφέρουν ότι με το άνοιγμα του βιβλίου προσφορών, σημειώθηκε υπερκάλυψη μέσα σε 2 ώρες, με προσφορά περισσότερων από 4 δις Ευρώ!
Η ισχυρή ζήτηση οδήγησε σε άμεση ανταπόκριση του Ταμείου, που με έκτακτη συνεδρίαση πριν λίγη ώρα αποφάσισε να διαθέσει το σύνολο της συμμετοχής του στην Τράπεζα Πειραιώς, δλδ το 27%, αντί για το 22% με το οποίο άνοιξε σήμερα η Δημόσια Προσφορά. Αναμένεται συνεπώς η παράλληλη διαδικασία του book building να ολοκληρωθεί με μεγάλη υπερκάλυψη από τους επενδυτές, σηματοδοτώντας την συνεχώς ανανεούμενη εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών στην ελληνική οικονομία και στις επιχειρήσεις της και δη των τραπεζών.
Το 27% της Τράπεζας Πειραιώς διατίθεται τόσο σε ιδιώτες όσο και σε θεσμικούς επενδυτές στην Ελλάδα και παράλληλα στο εξωτερικό, με τελική τιμή διάθεσης, η οποία θα κυμανθεί μεταξύ 3,70 και 4 ευρώ ανά μετοχή. Η Δημόσια Προσφορά ξεκίνησε σήμερα και θα διαρκέσει ως τις 6 Μαρτίου με το ηλεκτρονικό βιβλίο προσφορών να παραμένει ανοιχτό από τις 10:00 πμ και έως τις 17:00 μμ, εκτός από την τελευταία ημέρα της Δημόσιας Προσφοράς, οπότε και θα κλείσει στις 16:00 ώρα Ελλάδος.
Η πώληση του πακέτου μετοχών 27% της Τράπεζας Πειραιώς μέσω Δημόσιας Προσφοράς, είναι η τέταρτη διαδοχική πράξη από-επένδυσης του ΤΧΣ από τις συστημικές τράπεζες και η δεύτερη μέσω δημόσιας προσφοράς μετά την ιδιαίτερα πετυχημένη δημόσια προσφορά της Εθνικής Τράπεζας που προηγήθηκε τον περασμένο Νοέμβριο. Θυμίζουμε ότι το 2023, μέσα σε διάστημα μικρότερο των έξι μηνών, πράγμα που δεν έχει προηγούμενο διεθνώς, και αξιοποιώντας το διεθνές momentum υπέρ της ελληνικής οικονομίας και την ανάκτηση επενδυτικής βαθμίδας, η διοίκηση του Ταμείου πέτυχε ένα σερί από-επενδύσεων (Eurobank, Alpha Bank, Εθνική Τράπεζα) που έφερε στο δημόσιο ταμείο περίπου 1,45 δις Ευρώ και «άνοιξε» την όρεξη των διεθνών επενδυτών για τοποθετήσεις στην ελληνική αγορά.
Η από-επένδυση του ΤΧΣ από την Πειραιώς γίνεται στην ιδανική στιγμή και ως προς τις επιδόσεις της τράπεζας που επιβεβαιώνουν την πλήρη εξυγίανση και εντυπωσιακή επιστροφή σε ανάπτυξη και κερδοφορία, ως αποτέλεσμα της μακρόχρονης και συστηματικής δουλειάς που έκανε η διοίκηση της Τράπεζας σε συνεργασία με το ΤΧΣ.
Το τελευταίο τρίμηνο του 2023 η Τράπεζα Πειραιώς κατέγραψε τα ισχυρότερα οικονομικά αποτελέσματα στην ιστορία της, παράγοντας €0,25 κέρδη ανά μετοχή και 20% απόδοση ιδίων κεφαλαίων, οδηγώντας τα αντίστοιχα ετήσια μεγέθη του 2023 σε €0,80 και 17%. Αντίστοιχα, το 2023 έκλεισε για την Τράπεζα Πειραιώς με προσαρμοσμένα καθαρά κέρδη υπερέβησαν πάνω από το 1 δισ. ευρώ (1,047 δισ. ευρώ) ποσό σχεδόν διπλάσιο σε σχέση με τα 531 εκατ. ευρώ το 2022, ενώ τα καθαρά έσοδα ανήλθαν 2 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 48% σε ετήσια βάση.
Τα εξυπηρετούμενα δάνεια αυξήθηκαν το 2023 κατά 5%, ενώ ο δείκτης NPE μειώθηκε περαιτέρω κατά 3,5%, φτάνοντας πλέον τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Με εφαλτήριο τις εντυπωσιακές αυτές επιδόσεις, η διοίκηση της Πειραιώς έθεσε στόχο για την περίοδο 2024-2026 ετήσια κερδοφορία περί το 1 δισ. ευρώ και μέρισμα 50% των κερδών από το 2025, καθιστώντας ακόμη πιο ελκυστική την Τράπεζα στην επενδυτική κοινότητα.
Η επιτυχής πώληση της συνολικής συμμετοχής του ΤΧΣ στην Τράπεζα Πειραιώς, θα αποτελέσει ένα ακόμη βήμα προς την πλήρη από-επένδυση του Ταμείου από τις συστημικές τράπεζες, ένας στόχος που θα αποφέρει μεν σημαντικά κεφάλαια στα κρατικά ταμεία αλλά που έχει κυρίως στρατηγικό χαρακτήρα και όχι ταμειακό καθώς η επανιδιωτικοποίηση των τραπεζών, θα επιτρέψει στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα να στηρίξει πιο δυναμικά την ανταγωνιστικότητα και την αναπτυξιακή προοπτική της ελληνικής οικονομίας και μακροπρόθεσμα το ευρύτερο δημόσιο συμφέρον.