Η TEVA «οργιάζει» στο LuxLeaks
Πριν από ένα χρόνο ακριβώς η φαρμακοβιομηχανία φθηνών γενόσημων TEVA έφθανε σε συμφωνία με τις ισραηλινές φορολογικές αρχές, για να πληρώσει περίπου 718 εκατ. δολάρια προς τακτοποίηση μίας σειράς φορολογικών υποθέσεων.
Η ισραηλινή φαρμακοβιομηχανία καλούνταν να καταβάλει φόρους αναδρομικά, για κέρδη που είχαν προκύψει από ειδικές φορολογικές ελαφρύνσεις, τις οποίες απολάμβανε όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Λίγο νωρίτερα, η ανακοίνωση της TEVA ότι επρόκειτο να προχωρήσει σε απολύσεις χιλιάδων εργαζομένων, στο πλαίσιο σχεδίου μείωσης λειτουργικού κόστους, ύψους 2 δισ. ευρώ, με ορίζοντα το 2017, είχε προκαλέσει δημόσια κατακραυγή στο Ισραήλ. Η TEVA ήταν η εταιρεία που έχει λάβει τις μεγαλύτερες φοροαπαλλαγές από τις ισραηλινές κυβερνήσεις τα τελευταία 8-9 χρόνια. Η παραχώρηση των φοροαπαλλαγών από τις ισραηλινές κυβερνήσεις είχε στόχο να ευνοήσει τις επενδύσεις κεφαλαίου και επέτρεψε το διάστημα 2006-2011 στην TEVA να εξοικονομήσει 3,4 δισεκατομμύρια δολάρια, που υπό κανονικές συνθήκες θα έπρεπε να αποδώσει στο κράτος.
Σήμερα, η υπόθεση LuxLeaks με τις μυστικές συμφωνίες φοροαποφυγής δισεκατομμυρίων μεταξύ εταιρειών και των αρχών του Λουξεμβούργου δημιουργεί αλυσιδωτές αντιδράσεις, ακόμα και τριγμούς στις εσωτερικές ισορροπίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Δεδομένης της τακτικής ειδικών φοροαπαλλαγών που ακολουθούσε η TEVA στο Ισραήλ, δεν προκαλεί εντύπωση ότι το όνομα της φαρμακοβιομηχανία υπάρχει στα έγγραφα που διέρρευσαν για τις μυστικές φορολογικές ρυθμίσεις με τις αρχές του Μεγάλου Δουκάτου.
Συγκεκριμένα, η φαρμακευτική εταιρεία Cephalon, η οποία ανήκει στον όμιλο της TEVA εμφανίζεται σε έγγραφο της ελεγκτικής εταιρείας PriceWaterhouseCooopers, να αιτείται -και τελικά να εγκρίνεται από τις λουξεμβουργιανές αρχές- ειδική ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση για την οικονομική της δραστηριότητα μεταξύ των ετών 2002-2007.
Πρόκειται για εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, που προέκυψαν από ρευστοποιήσεις και δανεισμό, και τα οποία «πηγαινοέρχονται» μεταξύ Λουξεμβούργου, Γαλλίας και Βερμούδων, σε μια προφανή προσπάθεια των μετόχων της εταιρείας να διασφαλίσουν το μικρότερο δυνατό για εκείνους, ποσοστό φορολόγησης των κερδών τους...
Η συμφωνία για την οποία μεσολάβησε η PriceWaterhouseCooopers επιτεύχθηκε το 2008, τρία χρόνια πριν η Cephalon απορροφηθεί από την TEVA. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της TEVA, η συγκεκριμένη εξαγορά θα απέφερε εισοδήματα ύψους 20 δισ. ευρώ με βάση τα προσωρινά αποτελέσματα του Ιουνίου του 2011.
Το γεγονός ότι η Cephalon είχε εξασφαλίσει ειδική φορολογική μεταχείριση στο Λουξεμβούργο προφανώς αποτέλεσε ελκυστικό παράγοντα για την εξαγορά από την TEVA, για την οποία δεν υπάρχει κάποιο στοιχείο ότι επιδίωξε να αλλάξει τη φοροασυλία της δικής της πλέον Cephalon.
Άλλωστε, η TEVA εκτός από τις τεράστιες φοροαπαλλαγές στο Ισραήλ, έχει βρεθεί υπόλογη και για πρακτικές δωροδοκίας αξιωματούχων σε μία σειρά από χώρες και της Ευρώπης. Σύμφωνα με τις κατηγορίες, στόχος της ήταν να εξασφαλίσει πλεονέκτημα έναντι ανταγωνιστών της, παραβιάζοντας ενδεχομένως τις εθνικές νομοθεσίες των χωρών αυτών.
Όμως, οι κατηγορίες σε βάρος της TEVA για παραβάσεις οικονομικού χαρακτήρα, δεν είναι ίσως οι πιο σοβαρές ή με το μεγαλύτερο ηθικό βάρος. Υπενθυμίζεται ότι πρόκειται για την εταιρεία που έχει βγάλει δισεκατομμύρια παρασκευάζοντας γενόσημα αμφίβολης ποιότητας σε τρίτες χώρες, όπου η τήρηση κανόνων ασφαλείας είναι πλημμελής και το εργατικό κόστος ελάχιστο, καθώς το προσωπικό είναι πολλές φορές ανειδίκευτο. Επίσης, πολλή συζήτηση έχει γίνει για την ποιότητα των πρώτων υλών που χρησιμοποιεί στα σκευάσματά της, πάντα στο πλαίσιο ελαχιστοποίησης του κόστους παραγωγής. Δεν είναι τυχαίο δε, ότι πολλές φορές έχουν αποσυρθεί από την αγορά των ΗΠΑ και άλλων χωρών, όπως της Γαλλίας, φθηνά γενόσημά της που έχουν κατηγορηθεί για παρενέργειες επικίνδυνες για τη ζωή των ασθενών.
Παρόλα αυτά, η TEVA, πριμοδοτούμενη και από τις περικοπές στα συστήματα υγείας των χωρών –και της Ελλάδας μεταξύ αυτών-, κατέγραψε εντυπωσιακά οικονομικά αποτελέσματα το τρίτο τρίμηνο του 2014. Φαίνεται πως το «στρίμωγμα» από τις ισραηλινές φορολογικές αρχές, ήταν πρόσκαιρο, αν όχι για τα μάτια του κόσμου λόγω του σάλου που είχε δημιουργηθεί, καθώς η προώθησή της αποτελεί «κεφάλαιο» για το Ισραήλ στις διμερείς του συμφωνίες.
Δυστυχώς, για την Ελλάδα, το ελληνικό δημόσιο και την ελληνική παραγωγή φαρμάκου, αυτού του είδους οι πρακτικές φοροαποφυγής, βρίσκουν πρόθυμους για συνεργασία «συνομιλητές» εντός των μνημονιακών κυβερνήσεων και των ηγεσιών του Υπουργείου Υγείας.
Μέχρι πότε;