Πρωταθλήτρια στις έκνομες πρακτικές η TEVA
Πρωταθλήτρια στις έκνομες πρακτικές αναδεικνύεται για μία ακόμα φορά η ισραηλινή φαρμακοβιομηχανία TEVA.
ΚΑΛΕΙΤΑΙ ΝΑ ΠΛΗΡΩΣΕΙ 512 ΕΚΑΤ. ΔΟΛΑΡΙΑ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΟΜΑΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΗΠΑ
Η «καμπάνα» που καλείται να πληρώσει αυτή τη φορά η TEVA ανέρχεται στο ποσό-ρεκόρ των 512 εκατ. δολαρίων, ως αποτέλεσμα συμβιβασμού με την αμερικανική Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου.
Η TEVA βρέθηκε αντιμέτωπη με μία ομαδική αγωγή για παραβίαση της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, την οποία είχαν καταθέσει χονδρέμποροι και λιανοπωλητές φαρμάκου εναντίον της εταιρείας Cephalon. Η κατηγορία ήταν ότι ακολούθησε παράτυπες πρακτικές για να καθυστερήσει την παραγωγή γενοσήμου, για ένα πρωτότυπο σκεύασμά της. Οι εταιρείες με τις οποίες συνεννοήθηκε η Cephalon ήταν τρία μεγαθήρια στην παραγωγή φθηνών γενοσήμων, η ισραηλινή TEVA, η αμερικανική Mylan και η ινδική Ranbaxy. Η συμφωνία στην οποία ήρθαν, προέβλεπε ότι οι τρεις εταιρείες θα κρατούσαν μέχρι το 2012 εκτός αγοράς τη γενόσημη εκδοχή του φαρμάκου της Cephalon εξασφαλίζοντάς της τεράστια περιθώρια κέρδους, προφανώς με το αζημίωτο.
Όλα αυτά, όπως και η προσφυγή στην αμερικανική Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου, έλαβαν χώρα το 2006. Η TEVA εξαγόρασε τη Cephalon το 2011, κατά «σύμπτωση», ελάχιστο χρόνο πριν την εκπνοή της παράτυπης συμφωνίας που είχε συναφθεί. Έτσι, ο «λογαριασμός» της αγωγής βαραίνει σήμερα την TEVA καθώς η Cephalon ανήκει πλέον στον όμιλό της. Τα 512 εκατ. δολάρια που καλείται να πληρώσει, εύλογα μπορεί να υποθέσει κάποιος, ότι είναι «ψίχουλα» μπροστά στην αμοιβή που εξασφάλισε αρχικά με τη συμφωνία μη κυκλοφορίας γενοσήμου και στη συνέχεια βάζοντας στο χέρι τα κέρδη της Cephalon, που προέκυψαν από την ίδια ακριβώς συμφωνία. Αυτό μαρτυρά, άλλωστε, και η δήλωση της εκπρόσωπου της TEVA, Denise Bradley, η οποία χαρακτήρισε άκρως ικανοποιητικό το διακανονισμό των 512 εκατ. δολαρίων!
Οι παράτυπες πρακτικές, όμως, αναφορικά με την TEVA και τη Cephalon δεν περιορίζονται εδώ, καθώς συμμετοχή είχαν και στο τεράστιο σκάνδαλο φοροαποφυγής του Λουξεμβούργου, γνωστό ως LuxLeaks. Όπως προέκυψε από τη διαρροή χιλιάδων εγγράφων, η Cephalon ήταν μία από τις εταιρείες που είχαν συμφωνήσει μυστικές ευνοϊκές φορολογικές ρυθμίσεις με τις αρχές του Μεγάλου Δουκάτου. Το γεγονός ότι η Cephalon είχε εξασφαλίσει ειδική φορολογική μεταχείριση στο Λουξεμβούργο προφανώς αποτέλεσε ελκυστικό παράγοντα για την εξαγορά από την TEVA, για την οποία δεν υπάρχει κάποιο στοιχείο ότι επιδίωξε να αλλάξει τη φοροασυλία της δικής της πια Cephalon. Σύμφωνα, μάλιστα, με την τότε ανακοίνωση της TEVA, η συγκεκριμένη εξαγορά θα απέφερε εισοδήματα ύψους 20 δισ. ευρώ με βάση τα προσωρινά αποτελέσματα του Ιουνίου του 2011.
Και η ίδια η TEVA όμως έχει κληθεί να τακτοποιήσει φορολογικές της «εκκρεμότητες» ύψους 718 εκατ. δολαρίων στην πατρίδα της, το Ισραήλ, το 2013. Σε αυτό προστίθενται οι κατηγορίες για πρακτικές δωροδοκίας αξιωματούχων σε μία σειρά από χώρες και της Ευρώπης, με στόχο να εξασφαλίσει πλεονέκτημα έναντι ανταγωνιστών της, παραβιάζοντας ενδεχομένως τις εθνικές νομοθεσίες των χωρών αυτών. Φαίνεται, λοιπόν, ότι οι έκνομες δραστηριότητες αποτελούν συνήθη πρακτική για την TEVA, καθώς κάτι που επαναλαμβάνεται κατ' εξακολούθηση, παύει να είναι σύμπτωση.
Οι κατηγορίες, όμως, σε βάρος της για παραβάσεις οικονομικού χαρακτήρα, δεν είναι ίσως οι πιο σοβαρές ή με το μεγαλύτερο ηθικό βάρος. Υπενθυμίζεται ότι πρόκειται για την εταιρεία που έχει βγάλει δισεκατομμύρια παρασκευάζοντας γενόσημα αμφίβολης ποιότητας σε τρίτες χώρες, όπου η τήρηση κανόνων ασφαλείας είναι πλημμελής και το εργατικό κόστος ελάχιστο, καθώς το προσωπικό είναι πολλές φορές ανειδίκευτο. Επίσης, πολλή συζήτηση έχει γίνει για την ποιότητα των πρώτων υλών που χρησιμοποιεί στα σκευάσματά της, πάντα στο πλαίσιο ελαχιστοποίησης του κόστους παραγωγής. Δεν είναι τυχαίο δε, ότι πολλές φορές έχουν αποσυρθεί από την ευρωπαϊκή και αμερικανική αγορά, φθηνά γενόσημά της που έχουν κατηγορηθεί για παρενέργειες επικίνδυνες για τη ζωή των ασθενών.
Επιστρέφοντας στο θέμα της παραβίασης της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, θα πρέπει να επισημανθεί ότι ο παρών διακανονισμός για την TEVA, δεν περιλαμβάνει τις επίσης κατηγορούμενες Mylan και Ranbaxy. Η τελευταία υπενθυμίζεται ότι έχει τιμωρηθεί με πρόστιμο-μαμούθ 500 εκατ. δολαρίων από τις αμερικανικές αρχές για κυκλοφορία νοθευμένων γενοσήμων, το οποίο συνοδεύτηκε και με απαγόρευση εισαγωγής των σκευασμάτων της στις ΗΠΑ. Η Mylan δε, ενδέχεται να γίνει και αυτή μέρος του ομίλου TEVA, καθώς η δεύτερη κατέθεσε, την Τρίτη 21 Απριλίου, προσφορά εξαγοράς ύψους 40 δισ. δολαρίων. Η περαιτέρω μονοπώληση του κλάδου των γενοσήμων προς όφελος της TEVA φαίνεται πως είναι προ των πυλών. Για χάρη αυτών των μονοπωλίων νομοθετούσαν και στην Ελλάδα οι προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις, θυσιάζοντας την ελληνική παραγωγή φαρμάκου και σε τελευταία ανάλυση την περίθαλψη του ελληνικού λαού.