Τα επιμελητήρια στην αξιολόγηση των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων προτείνει ο Κ. Μίχαλος
Επίσης υπογράμμισε ότι "στο πλαίσιο της διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και ο κίνδυνος μεταφοράς του ελέγχου μεγάλου μέρους της ελληνικής οικονομίας σε επενδυτικά σχήματα εκτός Ελλάδας".
Όπως είπε ο κ. Μίχαλος: «...οι πληροφορίες θέλουν η ελληνική κυβέρνηση και οι θεσμοί να βρίσκονται κοντά σε συμφωνία ως προς τον μηχανισμό που θα δημιουργηθεί για να επιλυθεί το ζήτημα των ληξιπρόθεσμων οφειλών με τέτοιον τρόπο ώστε οι βιώσιμες επιχειρήσεις να αντιμετωπίσουν το πρόβλημά τους χωρίς ταυτόχρονα να δημιουργηθούν προβλήματα στα τραπεζικά χαρτοφυλάκια, αλλά και να διασφαλιστεί το δημόσιο για την είσπραξη των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών που χρωστούν οι επιχειρήσεις".
Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Μίχαλος υπογράμμισε ότι "η αναδιάρθρωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων των επιχειρήσεων είναι μια δύσκολη, αλλά απαραίτητη διαδικασία, προκειμένου να απελευθερωθούν κεφάλαια και να χορηγηθούν νέα δάνεια για τη χρηματοδότηση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Όσο η εκκρεμότητα συνεχίζεται, η αγορά στερεύει από ρευστότητα και αυξάνεται ο αριθμός των επιχειρήσεων που αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους".
Όμως, για την επιτυχία αυτού του εγχειρήματος, ο κ. Μίχαλος προτείνει να ληφθούν υπόψη μια σειρά από παράγοντες, όπως η δημιουργία αποτελεσματικών πλαισίων συντονισμού ώστε να περιοριστούν οι γραφειοκρατικές εμπλοκές, οι αλληλοκαλύψεις και οι καθυστερήσεις σε επίπεδο τεχνικής υλοποίησης.
Είναι επίσης σημαντικό να διαμορφωθούν ειδικές πρόνοιες διαχείρισης δανείων, ανάλογα με το μέγεθος των επιχειρήσεων.
Εμφαση στις μικρές επιχειρήσεις
Ιδιαίτερη έμφαση, είπε ο κ. Μίχαλος, θα πρέπει να δοθεί στη στήριξη των μικρών επιχειρήσεων, που απασχολούν έως 9 άτομα και παρέχουν περίπου το 60% της απασχόλησης στην Ελλάδα.
Το χαρτοφυλάκιο των επιχειρήσεων αυτών, που αφορά δάνεια περίπου 20 δις ευρώ,θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με ευνοϊκούς όρους, δεδομένης της σημασίας τους γιατην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και τη συγκράτηση της ανεργίας. Αντίστοιχα, για τις μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις, χρειάζεται έμφαση στη στήριξη βιώσιμων σχημάτων τα οποία περιήλθαν σε αδυναμία εξυπηρέτησης του δανεισμού τους λόγω της κρίσης.
Είναι επίσης απαραίτητο να διαμορφωθούν όροι οι οποίοι θα διασφαλίζουν ένα δίκαιο περιβάλλον ανταγωνισμού στην αγορά. Στην κατεύθυνση αυτή, μπορεί να συμβάλει η αντιμετώπιση των περιπτώσεων ανά κλάδο και η προστασία αυτών που αποδεδειγμένα έχουν πληγεί από την κρίση, η αναγνώριση της συνέπειας των επιχειρήσεων πριν και κατά το ξεκίνημα της κρίσης,καθώς και η θέσπιση κινήτρων επιβράβευσης των δανειστών που εξακολουθούν να ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους.
Όπως συμπλήρωσε, θετικά μπορεί να λειτουργήσει και η θεσμοθέτηση υποχρεωτικής χαμηλού κόστους εξωδικαστικής διαδικασίας αντιμετώπισης των διαφορών μεταξύ τράπεζας και επιχείρησης, πριν από οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία.
Στο πλαίσιο αυτό μπορούν να αξιοποιηθούν οι σχετικές δομές που έχουν αναπτυχθεί από επιμελητήρια, π.χ. Κέντρο Διαμεσολάβησης ΕΒΕΑ. Καθώς στο επίκεντρο του νέου νομοθετήματος υπάρχει πρόνοια για την ανάθεση σε διαπιστευμένους διαμεσολαβητές της διαδικασίας διαπραγμάτευσης για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές.
"Ακόμη, τα επιμελητήρια μπορούν να συμβάλουν αναλαμβάνοντας και ρόλο ανεξάρτητων συμβούλων για τις επιχειρήσεις, πέραν του ρόλου του διαμεσολαβητή, κατά τη διάρκεια αξιολόγησης των επιχειρήσεων των οποίων τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια θα μεταβιβαστούν σε νέα σχήματα".