Βαφειάς: Τη μέρα εφοπλιστής, το βράδυ στα μπουζούκια και… η χώρα πεινά
Η οικογένεια Βαφειά, όταν καλείται να απαντήσει για την πολύχρονη και επιτυχημένη παρουσία της στο χώρο της ναυτιλίας, υποστηρίζει ότι αυτή οφείλεται σε τέσσερα βασικά χαρακτηριστικά: Το πρώτο είναι το DNA, το δεύτερο η εμπειρία, το τρίτο η φιλοδοξία και το τέταρτο η εργατικότητα.
Ξεχνούν, ίσως από αμέλεια, επειδή μάλλον το θεωρούν αυτονόητο, το βασικότερο, το οποίο είναι αναγκαία και ικανή συνθήκη για την επιτυχία ενός Έλληνα εφοπλιστή: τις 56 φοροαπαλλαγές που έχει προβλέψει ο «σοφός και αδέκαστος» νομοθέτης, δηλαδή η ελληνική Βουλή, για τη «σέχτα» των εφοπλιστών, οι οποίες μάλιστα όχι μόνο διατηρούνται στο ακέραιο επί 40 και πλέον χρόνια αλλά επιπλέον διευρύνονται με κάθε ευκαιρία.
Λησμονούν, δηλαδή, το καθεστώς που επιτρέπει στους εφοπλιστές και συγκεκριμένα στους ίδιους να βάζουν στην «τσέπη» τους 38,9 εκατ. ευρώ, τα οποία κανονικά θα έμπαιναν στα ταμεία, αν δηλαδή φορολογούνταν με το συντελεστή 33% που ισχύει για τις μεγάλες επιχειρήσεις. Και αυτό μόνο για το 2011, όταν τα έσοδα της οικογένειας Βαφειά από μία και μόνο εταιρεία ανέρχονταν στα 118 εκατ. ευρώ. Αν κανείς προσθέσει τα έσοδα από όλες τις δραστηριότητες τους και τα πολλαπλασιάσει επί τις δεκαετίες που βρίσκονται στο χώρο της ναυτιλίας, γίνεται σαφές ότι σε έναν τέτοιο φορολογικό παράδεισο ακόμα και κάποιος που δεν θα είχε κανένα από τα 4 συστατικά της «επιτυχίας» κατά τους Βαφειάδες, θα τα κατάφερνε μια χαρά.
Ο μετριόφρων «Χάρι Πότερ» της ναυτιλίας
«Είμαι ο νεώτερος διευθύνων σύμβουλος ναυτιλιακής εταιρείας εισηγμένης στο χρηματιστήριο, παγκοσμίως. Γι' αυτό και οι Αμερικανοί με αποκαλούσαν, για πλάκα βέβαια, Χάρι Πότερ», δήλωνε ο ίδιος σε μία από τις πολλές συνεντεύξεις του.
Σήμερα, ο Χάρης Βαφειάς ελέγχει τον τρίτο μεγαλύτερο εφοπλιστικό όμιλο στην Ελλάδα με περισσότερα από 72 πλοία, ενώ οι επιχειρήσεις του επεκτείνονται και σε άλλους τομείς, όπως στο real estate. Την επιτυχία του την αποδίδει φυσικά … στις ικανότητες του. «Δυστυχώς, πάρα πολλοί συμμαθητές μου απ' το Κολέγιο, ενώ είχαν τα ίδια προνόμια μ' εμένα και την ίδια αφετηρία, δεν τα εκμεταλλεύτηκαν», διευκρινίζει. Βέβαια, δεν ξεκαθαρίζει αν οι εν λόγω συμμαθητές έγιναν εφοπλιστές. Γιατί αν έγιναν επιχειρηματίες ή γιατροί ή δικηγόροι ή βιομήχανοι ήταν σίγουρο ότι δεν θα είχαν την ίδια εξέλιξη, εφόσον δεν «παίζουν μπάλα» με τους ίδιους όρους. Καμία κοινωνική ομάδα δεν έχει μείνει αλώβητη από την κρίση, εκτός από τους ανέγγιχτους «πατριώτες» εφοπλιστές. Είναι οι μόνοι που μπορούν και προοδεύουν, αφού για εκείνους ισχύουν άλλα μέτρα και άλλα σταθμά… «Ευτυχώς, εγώ δεν έχω πάρε-δώσε με την ελληνική οικονομία» Την ώρα που η ανεργία αγγίζει το 27% και ο αριθμός των αστέγων αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο, ο κ. Βαφειάς βλέπει το στόλο του να επεκτείνεται και κατ΄ επέκταση τους τραπεζικούς του λογαριασμούς να διογκώνονται επιτρέποντάς του να επενδύει σε ακίνητα-«φιλέτα» ανά τον κόσμο, όπως π.χ. το διαμέρισμα που απέκτησε στο ακριβότερο κτίριο των ΗΠΑ, στο παγκοσμίου φήμης ξενοδοχείο Plaza Hotel, όπου κάθε τετραγωνικό είναι και χρυσάφι.
Ο ίδιος, ερωτηθείς για τα επιτεύγματά του εν καιρώ κρίσης, έχει δηλώσει ότι δεν τον έχει αγγίξει τόσο πολύ, επειδή «ευτυχώς δεν έχει πάρε-δώσε με την ελληνική οικονομία».
Βέβαια στην ίδια συνέντευξη ανέφερε ότι την έδρα των επιχειρήσεων του την διατηρεί στην Αθήνα, παραλείποντας προφανώς εκ παραδρομής να αναφέρει και τους λόγους για την επιλογή αυτή, η οποία δεν έγινε τυχαία ούτε από πατριωτική ζέση, αλλά επειδή η Ελλάδα «προστατεύει» όσο καμία άλλη χώρα τους εφοπλιστές της.
Οι προκλητικές δηλώσεις
Τα τελευταία χρόνια, ειδικά αφότου ξέσπασε η κρίση, ο κ. Βαφειάς επενδύει δεκάδες εκατομμύρια στα κινέζικα ναυπηγεία, «χτίζοντας» νέα πλοία, όπως άλλωστε κάνουν πολλοί συνάδελφοί του, αφού οι ασιατικές αγορές είναι πολύ πιο συμφέρουσες, δίνοντας «ψωμί» σε χιλιάδες Κινέζους εργάτες.
Φυσικά, δεν είναι παράλογο να κοιτάει κάποιος το συμφέρον του, όμως, είναι αν μη τι άλλο οξύμωρο κάποιος που φέρει τον τίτλο του πατριώτη και επιχειρεί με τις «πλάτες» του ελληνικού κράτους να στερεί αυτά τα εκατομμύρια από τα ελληνικά ναυπηγεία και να μη νοιάζεται για το ότι χιλιάδες Έλληνες ναυτεργάτες παρακαλάνε κυριολεκτικά για ένα πιάτο φαΐ, από τότε που τα άλλοτε κραταιά ελληνικά ναυπηγεία καταδικάστηκαν από τις κυβερνήσεις σε μαρασμό. Ωστόσο, κ. Βαφειάς φαίνεται πως δεν έχει τέτοιου είδους κοινωνικές ευαισθησίες.
Καταρρίπτοντας περίτρανα και το μύθο που θέλει τους Έλληνες εφοπλιστές να είναι πολύτιμοι για την πατρίδα, επειδή δήθεν προσφέρουν χιλιάδες θέσεις εργασίας, δήλωσε χαρακτηριστικά: «Όλοι μου οι ναυτικοί είναι ξένοι, γιατί μιλάνε καλύτερα αγγλικά και ζητάνε λιγότερα χρήματα (…) Η δουλειά του καπετάνιου και του αρχιμηχανικού πληρώνει 13.000 και 12.000 ευρώ, αντίστοιχα, καθαρά τον μήνα. Ποια δουλειά πληρώνει τόσα λεφτά καθαρά; Ε, λοιπόν, δεν υπάρχουν προσφορές από Έλληνες». Μάλλον ο καπετάν Βαφειάς δεν έχει δει ποτέ τις ουρές που σχηματίζονται στα γραφεία ευρέσεως εργασίας ναυτικών στον Πειραιά, οι οποίες μοιάζουν με ουρά για συσσίτιο της Κατοχής…
Η πλέον, όμως, προκλητική δήλωση του κ. Βαφειά είναι αυτή στην οποία κατηγορεί για την κρίση τους πολιτικούς και το μέγεθος της σπατάλης στο Δημόσιο. Σίγουρα είναι δύσκολο κάποιος να κάνει την αυτοκριτική του δημοσίως και να παραδεχθεί ότι εν μέρει ευθύνεται και η «φάρα» του για το τέλμα που έχει φτάσει η χώρα, αφού αντί να αιμοδοτεί την ελληνική οικονομία, την αφαίμαζε επί δεκαετίες ολόκληρες. Είναι, όμως, εξοργιστικό να τονίζεις ότι το χρέος της Ελλάδας ανεβαίνει κάθε δύο δευτερόλεπτα κατά 1000 ευρώ, ενώ ξέρεις ότι το σινάφι σου απειλεί θεούς και δαίμονες για να μην αλλάξει το καθεστώς φορολογίας και χάσει τα προκλητικά του προνόμια. Είναι, επίσης, εξοργιστικό να επιρρίπτεις ευθύνες στους πολίτες ότι ψήφιζαν ανίκανους πολιτικούς, γιατί πουλούσαν την ψήφο τους, ώστε να εξασφαλίσουν ένα σταθερό και αξιοπρεπή μισθό, όταν την ίδια ώρα οι εφοπλιστές δεν έδιναν απλά την ψήφο τους, αλλά βόλτες με πολυτελή σκάφη, πανάκριβα δώρα, ακόμα και μετοχές σε «εκλεκτούς του ελληνικού Κοινοβουλίου»…
Το εκκεντρικό life style
Ο κ. Βαφειάς μέχρι και τον πρόσφατο γάμο του με την Έμιλυ Λαγουνάρη ήταν σταθερός πρωταγωνιστής στα εξώφυλλα των life style περιοδικών, κυρίως λόγω των καυτών και συνεχώς εναλλασσόμενων ειδυλλίων του. Παράλληλα, ήταν όμως και σταθερός θαμώνας στα πιο γνωστά νυχτερινά κέντρα. Λέγεται ότι δεν είχε αφήσει πίστα για πίστα νυχτερινού κέντρου που να μην την έχει μετατρέψει σε σύγχρονο επιτάφιο από τα γαρύφαλλα, ενώ με τη φήμη του «κουβαρντά» να τον ακολουθεί, άνθρωποι του χώρου υποστηρίζουν ότι τα γκαρσόνια τον έβλεπαν και «έτριβαν» τα χέρια τους.
Και αν τα μπουζούκια περιορίστηκαν μετά το γάμο, αυτό δε σημαίνει πως άλλαξε και ο πολυτελής τρόπος που ζει στην καθημερινότητά του: Μένει σε ένα από τα πλέον εντυπωσιακά σπίτια της Εκάλης, το οποίο αποπερατώθηκε πρόσφατα ύστερα από τέσσερα χρόνια εργασιών, και είναι επιπλωμένο με σπάνιες αντίκες, ενώ διαθέτει κλειστή πισίνα, κλαμπ και κινηματογράφο. Κυκλοφορεί με εντυπωσιακά αυτοκίνητα – πριν από χρόνια είχε αγοράσει τη Lamborghini του πρίγκιπα Αλβέρτου, ενώ με την 50 μέτρων θαλαμηγό του αλωνίζει τις ελληνικές θάλασσες.
Όλα αυτά δεν είναι κατακριτέα από μόνα τους. Όταν, όμως, ο Έλληνας παλεύει για την επιβίωσή του, προκειμένου να μπορεί ο κάθε ένας εφοπλιστής να απολαμβάνει το αφορολόγητο πούρο του είναι το λιγότερο προκλητικό.
Είναι σαν να φωνάζουν μέσα στα μούτρα του κάθε μεροκαματιάρη ότι «δεν μας νοιάζει που σου κόβουν το μισθό, ενώ εμείς δεν πληρώνουμε δεκάρα τσακιστή. Δεν μας νοιάζει που έχεις βγει στο δρόμο, ενώ εμείς δεν μπορούμε να αποφασίσουμε σε ποια βίλα να μείνουμε αυτή την εβδομάδα. Το κάνουμε, γιατί μπορούμε! Γιατί μας επιτρέπουν –για την ακρίβεια- να μπορούμε»!