Βρετανία: Μέτρα κατά της φοροαποφυγής-Στο στόχαστρο και οι εφοπλιστές
Από σήμερα, Τετάρτη 1η Απριλίου, τέθηκε σε ισχύ ο φόρος εκτρεπόμενων κερδών (Diverted Profits Tax) ή «φόρος Google», όπως είναι γνωστός, ο οποίος προβλέπει φορολόγηση 25% επί των κερδών από εξωχώριες συναλλαγές.
Παρά το γεγονός ότι ο φόρος αφορά κυρίως σε μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας -άλλωστε πήρε το όνομά του από το παράδειγμα της Google, η οποία είχε ως φορολογική έδρα την Ιρλανδία και εξέτρεπε τα κέρδη της σε εταιρεία με διεύθυνση στις Βερμούδες, καταχωρημένη ωστόσο στο Δουβλίνο- έντονη είναι η ανησυχία και στους εφοπλιστικούς κύκλους.
Οι ναυτιλιακές, οι οποίες δραστηριοποιούνται στη Βρετανία και έχουν συναλλαγές με off-shore εταιρείες, ενδέχεται να κληθούν να πληρώσουν το φόρο, καθώς η ναυτιλία είναι ο κατεξοχήν τομέας, ο οποίος ευνοείται από πρακτικές χαμηλής φορολογίας –ακόμα και φοροαποφυγής. Ωστόσο, στο στόχαστρο των βρετανικών αρχών θα βρεθούν κυρίως οι εταιρείες εκτός του συστήματος φορολόγησης με βάση το τονάζ. Στην περίπτωση αυτή, μία ναυτιλιακή με έδρα τη Βρετανία η οποία ναυλώνει πλοία από άλλη, off-shore εταιρεία, με έδρα κάποιο φορολογικό παράδεισο, θα επιβαρυνθεί από το νέο φόρο.
Παρόλο που το Σίτι του Λονδίνου είναι ένα από τα μεγαλύτερα εφοπλιστικά κέντρα του κόσμου, η βρετανική κυβέρνηση δεν δίστασε να νομοθετήσει ένα φόρο, ο οποίος θίγει –εκτός των άλλων- τα ισχυρά συμφέροντα των εφοπλιστών. Αυτό το παράδειγμα θα πρέπει να ακολουθήσει και η ελληνική κυβέρνηση, αν όντως θέλει να γίνει πράξη η υπόσχεσή της, για να πληρώσουν για πρώτη φορά οι «έχοντες και κατέχοντες», όπως συχνά τονίζει.
Ένα πρώτο βήμα έγινε με τη διάταξη για τη φορολόγηση των τριγωνικών συναλλαγών. Θετική, επίσης, είναι η πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης, να υιοθετηθεί ένας παρόμοιος φόρος με αυτόν που ισχύει από σήμερα στη Βρετανία, όπως αναφέρεται στη λίστα με τις μεταρρυθμίσεις, η οποία έχει αποσταλεί στις Βρυξέλλες και δημοσιεύεται από τους Financial Times. Πραγματική φορολογική δικαιοσύνη, ωστόσο, δεν θα επιτευχθεί, όσο μένει ανέγγιχτος ο πυρήνας των 56 φοροαπαλλαγών, τις οποίες απολαμβάνουν οι Έλληνες εφοπλιστές, ή παραμένει εθελοντική η εισφορά τους στα δημόσια έσοδα.