Εφοπλιστές: Ανεξέλεγκτοι ακόμα και στη μόλυνση του περιβάλλοντος
Στις χώρες, οι οποίες μπλοκάρουν τη λήψη ή εφαρμογή μέτρων για την προστασία του περιβάλλοντος από τη ναυτιλιακή δραστηριότητα, συγκαταλέγεται η Ελλάδα.
Ως παραδοσιακή δύναμη στη θάλασσα και με τους Έλληνες εφοπλιστές να βρίσκονται στην πρώτη θέση της ευρωπαϊκής ναυτιλίας, θα περίμενε κανείς ότι, είτε οι εκάστοτε κυβερνήσεις, είτε οι ίδιοι οι εκπρόσωποι του κλάδου, θα πρωτοστατούσαν στα ευρωπαϊκά όργανα και στα ειδικά φόρα αντιστοίχως, για να δείξουν την περιβαλλοντική τους έστω ευαισθησία. Επειδή όμως όλα ανάγονται στην οικονομία, το μέλλον του πλανήτη και η ζωή των παιδιών μας πάνω σε αυτόν, φαίνεται πως δεν αποτελεί προτεραιότητα για τους Έλληνες εφοπλιστές και τους διεθνείς συναδέλφους τους.
Με αφορμή το τετραήμερο εκδηλώσεων για την Ευρωπαϊκή Ημέρα Θάλασσας, οι οποίες κορυφώνονται το Σάββατο και την Κυριακή (30-31/05/2015) στον Πειραιά, διοργανώθηκε μία πολύ ενδιαφέρουσα ημερίδα, με τίτλο «Προς μία βιώσιμη Ναυτιλία: Η Κοινωνία των Πολιτών σε διάλογο με φορείς χάραξης πολιτικής και τη ναυτιλιακή βιομηχανία». Το αντικείμενο της συζήτησης ήταν ακριβώς η ανάγκη να συμβάλλει και η ναυτιλία στους περιβαλλοντικούς στόχους, τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και διεθνώς, καθώς αποτελεί το μόνο κλάδο της ευρωπαϊκής οικονομίας, ο οποίος δεν υπάγεται στην κλιματική νομοθεσία. Η εκδήλωση διοργανώθηκε υπό την αιγίδα του Γραφείου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια της οποίας παρουσιάστηκαν αποκαλυπτικά στοιχεία και καταγγελίες από ευρωπαϊκές και εγχώριες περιβαλλοντικές οργανώσεις (Greenpeace, Μεσόγειος SOS, Transport & Environment, NGO Shipbreaking Platform, Surfrider Foundation Europe).
Παρότι υπάρχει τεχνογνωσία για λιγότερο ενεργοβόρα πλοία, η οποία είχε αναπτυχθεί ως απόρροια της πετρελαϊκής κρίσης στις αρχές της δεκαετίας του 1970, από το 1990 και πέρα, οι εκπομπές ρύπων αυξήθηκαν κατά 70% και το 2012 έφτασαν να αντιπροσωπεύουν το 2,7% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα το 2012.
Εφόσον δεν υπάρξουν πολιτικές ελέγχου των συνεπειών της ναυτιλιακής δραστηριότητας στο περιβάλλον, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα θα αυξηθούν από 50% έως 250% μέχρι το 2050, δηλαδή από 6% έως 14% των συνολικών εκπομπών του πλανήτη, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού.
Εστιάζοντας στον τομέα των μεταφορών, οι εφοπλιστές βγαίνουν και πάλι «κερδισμένοι» σε σχέση με τους στεριανούς συναδέλφους τους, όσον αφορά στη φορολογία, η οποία από τη μια μπορεί να λειτουργήσει προστατευτικά ως προς το περιβάλλον, και από την άλλη να συμβάλλει στα δημοσιονομικά μίας χώρας.
Συγκεκριμένα, σε επίπεδο Ε.Ε:
- Σε 15 δισ. ευρώ ετησίως ανέρχονται τα τέλη που επιβαρύνουν τις
οδικές μεταφορές (διόδια εφάπαξ ή βάσει χιλιομετρικής απόστασης)
- Σε 35 δισ. ευρώ ετησίως ο φόρος στα καύσιμα των οδικών μεταφορών. Η ναυτιλία πληρώνει μηδενικό φόρο στα καύσιμα.
«Ναυτιλία δωρεάν: άδεια να ρυπαίνει;», ήταν ένα από τα ερωτήματα που τέθηκαν εύλογα, κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης.
Ιδιαίτερη σημασία έχει η στάση της Ελλάδας στο Διεθνή Οργανισμό Ναυτιλίας (στον οποίο εκπροσωπούνται οι Έλληνες εφοπλιστές) σχετικά με την πρόταση που κατέθεσαν τα Νησιά Μάρσαλ, για έναρξη των συζητήσεων με στόχο τη μείωση των εκπομπών ρύπων. Αξίζει να σημειωθεί ότι πρόκειται για το τρίτο μεγαλύτερο νηολόγιο παγκοσμίως, στη σημαία του οποίου δείχνουν προτίμηση και Έλληνες εφοπλιστές. Η πρόταση βρήκε στήριξη μόνο από τις χώρες του Ειρηνικού και κάποιες ευρωπαϊκές. Σε αυτούς που είπαν «όχι» ακόμα και στο ενδεχόμενο έναρξης μίας τέτοιας συζήτησης ήταν η Γερμανία, η Βρετανία, η Ολλανδία, η Δανία, η Σουηδία, η Φινλανδία και φυσικά η Ελλάδα.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, από το 2009 η ΕΕ έχει υποσχεθεί τρεις φορές μέχρι σήμερα να ληφθούν μέτρα ελέγχου. Τώρα, η Κομισιόν εμφανίζεται αποφασισμένη να εντάξει και τον εφοπλιστικό κλάδο σε αυτούς που θα πρέπει να συμβάλουν στους περιβαλλοντικούς στόχους, τους οποίους θα θέσει με ορίζοντα το 2030.
Μεταξύ των προτάσεων είναι και η επιβολή ενός τέλους για τους ρύπους της ναυτιλίας. Βέβαια, το ερώτημα είναι στην περίπτωση των Ελλήνων εφοπλιστών, πώς θα προχωρούσε ένα τέτοιο μέτρο, από τη στιγμή που αρνούνται να συνεισφέρουν στην εθνική οικονομία ακόμα και με το έκτακτο τέλος αλληλεγγύης, απειλώντας με φυγή πλοίων και εταιρειών από τη χώρα.
Το αισιόδοξο, πάντως, είναι ότι η κυβέρνηση δια στόματος του αναπληρωτή υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης και Περιβάλλοντος, Γιάννη Τσιρώνη, δηλώνει σύμφωνη με τους στόχους προώθησης πιο φιλικών προς το περιβάλλον πρακτικών και στη ναυτιλία.
Το ζήτημα είναι πάντως γενικότερο, καθώς θα πρέπει να αναθεωρηθεί εκ βάθρων το προνομιακό καθεστώς φορολογίας των Ελλήνων εφοπλιστών, η α λα καρτ προτίμηση σημαίας ή ακόμα και η στήριξη των Ελλήνων ναυτικών, καθώς οι προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις ανέτρεψαν έναν από τους ελάχιστους περιορισμούς για τους εφοπλιστές, αυτόν της σύνθεσης των πληρωμάτων, οδηγώντας ακόμα περισσότερους ναυτεργάτες στην ανεργία…