Απορία: κ. Τσίπρα ως πότε θα δέχεστε να σας προσβάλλει ο Γιούνκερ για τη φορολόγηση των εφοπλιστών;
Ουδείς μπορεί να εξαιρείται από την υποχρέωση να συνεισφέρει στα κοινά βάρη με βάση τη φοροδοτική του ικανότητα. Και αυτό δυστυχώς είναι μια ανοιχτή πληγή για το ελληνικό πολιτικό σύστημα που σε κάθε προεκλογική περίοδο υπόσχεται αλλά δεν υλοποιεί.
Τον Ιανουάριο, πολλοί πίστεψαν, με βάση τις υποσχέσεις που έδωσε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας πως ήρθε η ώρα να γυρίσει η χώρα σελίδα. Πως όλοι θα πλήρωναν αυτό που τους αναλογούσε, πως όλοι οι πολίτες θα γίνονταν πλέον ίσοι απέναντι στο νόμο και ότι δεν θα πλήρωναν πλέον τα συνήθη φορολογικά υποζύγια, οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι.
Κι όμως, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ διέψευσε τις προσδοκίες των πολιτών που την ψήφισαν αλλά και εκατομμυρίων άλλων πολιτών που δεν την ψήφισαν αλλά επίσης επιθυμούν δίκαιη φορολόγηση.
Και φτάσαμε στο σημείο οι ίδιοι οι δανειστές να εγκαλούν δημόσια την Ελλάδα και προσωπικά τον κ. Τσίπρα, τον αριστερό πρωθυπουργό της χώρας και να εκφράζουν την απορία τους γιατί κατά τη διάρκεια των πολύμηνων διαπραγματεύσεων η κυβέρνηση δεν πρότεινε, δεν διεκδίκησε και δεν επέβαλλε την αύξηση της φορολογίας των εφοπλιστών. Αντίθετα πρότεινε, παζάρεψε και τελικά ψήφισε ένα βαρύτατο μνημόνιο με νέα φορολογικά βάρη και με νέες περικοπές ακόμη και των κατώτατων συντάξεων που -κατά τις δηλώσεις- τόσο του ΣΥΡΙΖΑ όσο και των ΑΝΕΛ αποτελούσε την κόκκινη γραμμή των κόκκινων γραμμών, τα ιερά και τα όσια της αριστερής κυβέρνησης.
Οι δημόσιες βολές Γιούνκερ
Ο πρόεδρος της Κομισιόν, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, κατά τη δευτερολογία του ενώπιον της Ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πριν λίγες ημέρες, δεν θα μπορούσε να γίνει περισσότερο σαφής μιλώντας για δύο συγκεκριμένα θέματα που μάλιστα όπως είπε θα έπρεπε να έχει θέσει στη διαπραγμάτευση ο ίδιος ο κ. Τσίπρας: Τη φορολόγηση του εφοπλιστικού κεφαλαίου και τη μείωση των αμυντικών - εξοπλιστικών δαπανών.
Αναφερόμενος στη συμφωνία της ελληνικής κυβέρνησης με τους εταίρους, ο κ. Γιούνκερ υπεραμύνθηκε αυτής λέγοντας ότι «από αισθητικής πλευράς δεν ισχυρίζομαι ότι είναι υπόδειγμα, αλλά όπως το είχα υποσχεθεί στο Κοινοβούλιο, κάναμε μια αξιολόγηση κοινωνικού αντίκτυπου του ελληνικού Μνημονίου και εκεί δεν υπήρξε ούτε λέξη επ’ αυτού. Εάν είχε υπάρξει, τότε καλά θα είχατε κάνει να μας επικρίνετε».
Προχωρώντας, στη συνέχεια, στη διαπραγμάτευση με τον Έλληνα πρωθυπουργό, στη σύνοδο της 12ης Ιουλίου, αναφέρθηκε σε δύο παραδείγματα - μελανά σημεία κατά τον ίδιο:
«Ίσως δεν το ξέρετε, γιατί δεν σας το λένε. Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ανέλαβε κάτι λογικό: να περικόψει τον αμυντικό προϋπολογισμό. Αυτό θα έπρεπε να το έχει κάνει η ίδια η κυβέρνηση της Ελλάδας» είπε ο κ. Γιούνκερ. Σημειώνεται ότι μία από τις πρώτες πρωτοβουλίες του κ. Πάνου Καμμένου στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας ήταν να υπογράψει σύμβαση 500 περίπου εκατομμυρίων ευρώ με τις Ηνωμένες Πολιτείες για συντήρηση αεροσκαφών, κίνηση η αναγκαιότητα της οποίας είχε αμφισβητηθεί από πολλές μεριές.
«Επίσης, υπάρχει το θέμα της δίκαιης φορολόγησης των πλοιοκτητών. Δεν το είχε προτείνει η ελληνική κυβέρνηση. Εγώ, ο Χριστιανοδημοκράτης Συντηρητικός, εξεπλάγην γιατί άκουγα επί ώρες μία επιχειρηματολογία από τον πρωθυπουργό κατά της δίκαιης φορολόγησης των πλουσιότερων στην Ελλάδα εις βάρος των φτωχότερων. Δεν ήταν ο κ. Τσίπρας που το πρότεινε» ανέφερε ο πρόεδρος της Κομισιόν, υπονοώντας ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός είχε υπαναχωρήσει από τις προεκλογικές δεσμεύσεις του κόμματός του, σχετικά με τη φορολόγηση των Ελλήνων εφοπλιστών και τη δικαιότερη συμβολή τους στην αναδιανομή των φορολογικών βαρών με στόχο την ελάφρυνση των πιο αδύναμων πολιτών.
Για το θέμα αυτό, άλλωστε, ο κ. Τσίπρας είχε δεχτεί «πυρά» και κατά την ομιλία του στο Στρασβούργο, από τον επικεφαλής των Ευρωπαίων Φιλελευθέρων, Γκι Φέρχοφστατ. Η κριτική που δέχτηκε ο κ. Τσίπρας επικεντρώνεται στο γιατί δεν προχωρά στην αλλαγή του καθεστώτος φορολογικού προστατευτισμού για τους Έλληνες εφοπλιστές, καθώς θα μπορούσαν να προκύψουν σημαντικά έσοδα για τα δημόσια ταμεία από μία μεγάλη πηγή πλούτου, η οποία έχει μείνει ανέγγιχτη όλα τα προηγούμενα χρόνια. Επίσης, το καθεστώς φορολόγησης των Ελλήνων εφοπλιστών έχει βρεθεί στο μικροσκόπιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για παραβίαση των κανόνων ανταγωνισμού στην Ε.Ε.
Οι 8 χαμένοι μήνες
Είναι ποτέ δυνατόν ο πολιτικός που μέχρι πριν από οκτώ μήνες δεν είχε κανείς οτιδήποτε κακό να του προσάψει πλην της απειρίας στην εφαρμοσμένη πολιτική να θεωρεί ότι η μνήμη των Ελλήνων... ασθενεί και να πιστεύει ότι έχουν ξεχάσει πως τους είχε υποσχεθεί ότι θα διαλύσει τη διαπλοκή, τη διαφθορά των νταβατζήδων, των μεγαλοεργολάβων και των διαπλεκόμενων επιχειρηματιών - πολιτικών - τραπεζιτών;
Τελικώς, η κυβέρνηση Τσίπρα - Καμμένου, άφησε στο διάστημα της οκτάμηνης παρουσίας της στην εξουσία, στο απυρόβλητο, τους εφοπλιστές, τους καναλάρχες, τους νταβατζήδες της διαπλοκής όλων των ειδών, τους τραπεζίτες που οδήγησαν τα προηγούμενα χρόνια το τραπεζικό σύστημα της χώρας στο κραχ, τους μεγαλοεργολάβους, τους επιχειρηματίες και τους πολιτικούς που τα ονόματά τους φιγουράρουν στις λίστες της Λαγκάρντ και όλους εκείνους που οδήγησαν αυτή τη χώρα στην οικονομική κατάρρευση.
Είναι γεγονός ότι συμπεριλήφθηκε με απαίτηση των δανειστών και όχι της κυβέρνησης, που έδωσε... μάχη για να αποφύγει την εφαρμογή του μέτρου και το πήγε στην πενταετία 2015-2020, η αύξηση της φορολόγησης επί του τονάζ (χωρητικότητα) των πλοίων κατά 4%.
Ωστόσο, ακόμα και αυτό το μέτρο που σε σχέση με το σύνολο των φοροελαφρύνσεων και των απαλλαγών που απολαμβάνουν οι εφοπλιστές, μοιάζει με σταγόνα στον ωκεανό, ο κ. Τσίπρας και οι αρμόδιοι υπουργοί, το πέρασαν από... σαράντα κύματα.
Νέες εκλογές, αλλά καμία νέα συζήτηση
Οι εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου θα μπορούσαν και θα έπρεπε να αποτελέσουν μια μοναδική ευκαιρία για να διορθωθούν τα... λάθη του παρελθόντος. Όμως, όπως αποδεικνύεται, μάλλον δεν πρόκειται για λάθη αλλά για συνειδητές πολιτικές πράξεις.
Όλοι μιλούν για τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν στο μνημόνιο, για δημοσιονομικά ισοδύναμα που θα βοηθήσουν την επόμενη κυβέρνηση να αφαιρέσει τον ΦΠΑ από τα σχολεία και τα φροντιστήρια, να μην φορολογήσει βάναυσα τους αγρότες, να γλυτώσει τους συνταξιούχους από τις περικοπές στις συντάξεις τους κ.λπ.
Κι όμως κανείς δεν μπαίνει στην ουσία της συζήτησης, με τεκμηριωμένες προτάσεις και θέσεις. Κανείς δεν συζητά για το πως θα πατάξει τη φοροδιαφυγή, πως θα πατάξει τη διαπλοκή και τους επιχειρηματίες – νταβατζήδες που επί σειρά ετών λυμαίνονται τα δημόσια έργα και τις προμήθειες με υπερκοστολογήσεις και υπερβάσεις που αφαιρούν πόρους δισεκατομμυρίων από την ελληνική οικονομία και δεν της επιτρέπουν να βοηθήσει τα πλέον αδύναμα στρώματα του πληθυσμού.
Κανείς, ούτε καν τα κόμματα της αριστεράς από τα οποία όλοι θα περίμεναν αυτοκριτική, μια συγγνώμη και ένα τεκμηριωμένο πλάνο για να διορθώσουν τα... λάθη τους.
Προφανώς η απαίτηση αυτή υπάρχει για όλους, αλλά ακόμη περισσότερο υπάρχει για τον ΣΥΡΙΖΑ και τον πρόεδρο του που διεκδικούν εκ νέου την πρώτη θέση την επόμενη Κυριακή στις εκλογές. Ο κ. Τσίπρας οφείλει, έστω και την τελευταία στιγμή να απαντήσει στον κ. Γιούνκερ και να εξηγήσει γιατί δέχεται να τον... προσβάλλει με αυτό τον τρόπο ένας συντηρητικός πολιτικός, βγαίνοντάς του από... αριστερά σε θέματα φορολόγησης του κεφαλαίου και των πλούσιων που συστηματικά αποφεύγουν την φορολόγηση του πλούτου τους. Όχι την υπερφορολόγηση, αλλά την δίκαιη φορολόγηση.
Να απαντήσει γιατί ένα τμήμα των Ελλήνων πολιτών, βρίσκεται σε ένα καθεστώς ιδιότυπης ασυλίας. Και να εξηγήσει πως είναι δυνατόν να ζητά από όλους «να βάλουν πλάτη» σε αυτή τη δύσκολη περίοδο, εξαιρώντας τόσο προκλητικά ένα τμήμα της επιχειρηματικότητας που μάλιστα έχει τη μεγαλύτερη φοροδοτική ικανότητα από όλους.
Να εξηγήσει για ποιο λόγο γίνεται αυτό, με βάση ποιο σκεπτικό. Να το εξηγήσει αυτό πειστικά κοιτώντας στα μάτια εκατομμύρια συμπολιτών μας που στενάζουν επί χρόνια, που ταλαιπωρούνται από τα capital controls, που του έδωσαν δύο φορές ως τώρα αυτό που τους ζήτησε. Την ψήφο τους για να αλλάξει την Ελλάδα, για να τους απαλλάξει από το Μνημόνιο, για να τους εξασφαλίσει δικαιοσύνη, για να τους οδηγήσει σε ένα ασφαλές λιμάνι προόδου και προκοπής.
Δεν υπάρχει πλέον καμία δικαιολογία για κανέναν. Ο ελληνικός λαός περιμένει καθαρές θέσεις σε όλα τα θέματα. Η φορολόγηση του πλούτου είναι ένα από αυτά, ίσως το σημαντικότερο. Όποιος θέλει να ξεχωρίσει και να ζητήσει την ψήφο των πολιτών πρέπει να τοποθετηθεί με σαφήνεια.