ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Θρασύβουλος Μίαρης στο Newsbomb.gr: «Παγίδα» φόρου φέρνουν οι e-πληρωμές

Ανώτατο όριο για τις απαιτούμενες ηλεκτρονικές συναλλαγές που θα πραγματοποιούν από το 2020 οι φορολογούμενοι - Θα τεθεί πλαφόν 20.000 ευρώ για αποδείξεις με ηλεκτρονικές συναλλαγές ενώ σήμερα το όριο είναι στις 34.000 ευρώ.
Pixabay

Συναλλαγές ύψους 20.000 ευρώ αντιστοιχούν σε εισόδημα ύψους 66.700 ευρώ. Άρα, φορολογούμενοι με ετήσια εισοδήματα που δεν υπερβαίνουν τις 66.700 ευρώ θα πρέπει να διενεργούν ηλεκτρονικές συναλλαγές που αντιστοιχούν στο 30% του εισοδήματός τους. Όσοι έχουν μεγαλύτερα εισοδήματα θα πρέπει να έχουν e – αποδείξεις τουλάχιστον 20.000 ευρώ.

Ο Φοροτεχνικός κ. Θρασύβουλος Μίαρης μίλησε στο Newsbomb.gr για τις «παγίδες» που κρύβουν οι e-αποδείξεις.

«Μπορεί ο κατάλογος των δαπανών που χτίζουν το αφορολόγητο να είναι μακρύς, αφήνει όμως εκτός βασικές δαπάνες όσων έχουν χαμηλά εισοδήματα, όπως ενοίκια ή δόσεις δανείου» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Μίαρης

Όπως εξήγησε ο φοροτεχνικός «στις ηλεκτρονικές αποδείξεις εξαιρούνται τα ενοίκια, οι δόσεις δανείων, τα τέλη κυκλοφορίας, οι αγορές ακινήτων, αυτοκινήτων, σκαφών αναψυχής, η πληρωμή φόρων και οι αγορές μετοχών».

Αυτό στην πράξη σημαίνει πως «φορολογούμενος με εισόδημα 10.000 ευρώ για να κατοχυρώσει το αφορολόγητο θα πρέπει να δαπανήσει με πλαστικό χρήμα 3.000 ευρώ, αντί 1.000 ευρώ που ισχύει σήμερα» διευκρίνισε ο κ. Μίαρης.

Σύμφωνα με τον γνωστό φοροτεχνικό οι πρόσθετες «παγίδες» που κρύβουν φέτος για τους φορολογούμενους με χαμηλά πραγματικά εισοδήματα σε συνδυασμό ότι στο πραγματικό ή τεκμαρτό εισόδημα προσαρμόζεται και η υποχρέωση πληρωμής με ηλεκτρονικό τρόπο των δαπανών στο 30% όπως διαμορφώνεται με τις νέες διατάξεις, είναι:

Με τις διατάξεις των άρθρων 31 και 34 του ισχύοντος Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, με τις οποίες το φορολογητέο εισόδημα κάθε φυσικού προσώπου μπορεί να προσδιοριστεί από τις φορολογικές αρχές εναλλακτικά, με βάση τις λεγόμενες «αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης», δηλαδή τις ελάχιστες ετήσιες δαπάνες χρήσης και συντήρησης περιουσιακών στοιχείων (κατοικιών, αυτοκινήτων, σκαφών αναψυχής, αεροσκαφών και δεξαμενών κολύμβησης), καθώς και ορισμένα άλλα ποσά που, σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, αντιπροσωπεύουν τα ελάχιστα ετήσια έξοδα του φορολογούμενου για την ατομική του συντήρηση.

«Οι διαφορές μεταξύ των πολύ χαμηλών πραγματικών εισοδημάτων του 2019 και των πολύ υψηλών τεκμαρτών που θα προκύπτουν για το ίδιο έτος με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης θα είναι αδύνατο να καλυφθούν με περισσεύματα εισοδημάτων ή εσόδων από παρελθόντα έτη, καθώς τα ποσά αυτά έχουν χρησιμοποιηθεί σχεδόν στο σύνολό τους για την κάλυψη τεκμηρίων στα προηγούμενα χρόνια» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Μίαρης.

Αναφορικά με τα τεκμήρια ο φοροτεχνικός είπε «σε κάθε περίπτωση κατά την οποία το τεκμαρτό εισόδημα, δηλαδή αυτό που προκύπτει από την εφαρμογή των τεκμηρίων διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, είναι μεγαλύτερο του δηλωθέντος και η επιπλέον διαφορά δεν καλύπτεται από τον φορολογούμενο, το ύψος των ετήσιων δαπανών για αγορές αγαθών και λήψη υπηρεσιών που πρέπει να έχουν εξοφληθεί με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής για να κατοχυρωθεί η έκπτωση φόρου θα προσδιορίζεται ως ποσοστό επί του (υψηλότερου) τεκμαρτού κι όχι επί του (χαμηλότερου) δηλωθέντος εισοδήματος».

Με τις νέες διατάξεις θα υπάρξει και πρόσθετη επιβάρυνση φόρου με συντελεστή 22% σε όσους φορολογούμενους δεν καλύψουν το 30% του εισοδήματος με ηλεκτρονικές πληρωμές.

Ο κ. Μίαρης έδωσε και κάποια παραδείγματα των αδικιών

Παράδειγμα: Μισθωτός με πραγματικό εισόδημα 12.000 ευρώ αλλά τεκμαρτό 17.000 ευρώ θα κληθεί να συγκεντρώσει 5,100 ευρώ πληρωμές με ηλεκτρονικό χρήμα. Να τονίσουμε ότι όπως ισχύει μέχρι σήμερα από την συγκέντρωση του ποσού εξαιρούνται οι δόσεις στεγαστικού δανείου και η πληρωμή ενοικίων, αυτό δυσχεραίνει την συλλογή ποσού να καλύψει τις δαπάνες , οπότε στην διαφορά επιβάλλεται ποινή πρόσθετου φόρου 22%. Βέβαια μεγαλύτερο πρόβλημα έχει παρατηρηθεί και στους φορολογούμενους με μεγαλύτερα εισοδήματα από τη επεξεργασία των φορολογικών δηλώσεων προέκυψε ότι μισθωτοί και συνταξιούχοι με ετήσιο εισόδημα έως 10.000 ευρώ δαπάνησαν μέσω καρτών το 44% του εισοδήματός τους. Όσοι είχαν εισόδημα από 10.000 έως 30.000 δαπάνησαν κατά μέσο όρο με ηλεκτρονικό χρήμα το 36% του εισοδήματός τους ενώ οι μισθωτοί με ετήσιο εισόδημα πάνω από 30.000 ευρώ δαπάνησαν με πιστωτική ή χρεωστική κάρτα το 18% τόνισε ο κ. Μίαρης.

Αξίζει να σημειωθεί πως με δεδομένο ότι από το νέο έτος, όπως σημειώθηκε, το ποσοστό των ελάχιστων απαιτούμενων δαπανών με πλαστικό χρήμα θα είναι οριζόντια 30%, ανεξαρτήτως δηλαδή από το ύψος του εισοδήματος, οι φορολογούμενοι και όχι μόνο οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι που έχουν ετήσιο καθαρό εισόδημα πάνω από 30% θα πρέπει να αυξήσουν αισθητά τις δαπάνες τους με πλαστικό χρήμα προκειμένου να μην χρεωθούν με πρόσθετο φόρο ο οποίος θα υπολογίζεται με συντελεστή 22% επί του ποσού ηλεκτρονικής δαπάνης που του υπολείπεται .

Παράδειγμα

Φορολογούμενος έχει το 2020 ετήσιο εισόδημα από όλες τις πηγές ύψους 60.000 ευρώ, πρέπει να ξοδέψει μέσω ηλεκτρονικών πληρωμών το 30%, δηλαδή τουλάχιστον 18.000 ευρώ. Αν δαπανήσει 10.000 ευρώ, δηλαδή το 20% του εισοδήματός του, τότε για τις 8.000 ευρώ που δεν δαπάνησε με ηλεκτρονικό χρήμα θα κληθεί να πληρώσει πρόσθετο φόρο εισοδήματος ύψους 1.760 ευρώ.

Διαβάστε επίσης:

Φορολογικό νομοσχέδιο: Τι θα ισχύσει τελικά με τις αποδείξεις - Οι αλλαγές για α' κατοικία

Επίδομα παιδιού Α21: Προσοχή! Μέχρι 8/11 οι νέες αιτήσεις

Σχετικές ειδήσεις