Οι κερδοσκόποι θέλουν να σύρουν την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο
Όπως αναφέρει το πρακτορείο το πόκερ για το ελληνικό PSI συνεχίζεται.
Αν η ελληνική πλευρά υποχρεώσει με νόμο όλους τους ιδιώτες ομολογιούχους (εκτός της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας) να υποστούν απώλειες, ενδεχόμενο που άφησε ανοιχτό και ο Λουκάς Παπαδήμος, τότε τα hedge funds που κατέχουν ελληνικούς τίτλους θα αντιδράσουν.
Θα προσφύγουν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Στρασβούργου.
Για να προχωρήσει η Ελλάδα σε εισαγωγή ρήτρας θα πρέπει η συμμετοχή των ιδιωτών στο πρόγραμμα ανταλλαγής του ελληνικού χρέους να μην είναι επαρκής.
Είναι όμως τόσο εύκολο για την ελληνική κυβέρνηση να επιβάλει απώλειες με μία απλή νομοθετική παρέμβαση; Και όμως είναι, εξηγεί ο καθηγητής Κρίστοφ Πάουλους.
Διαβάστε τι λέει στην Deutsche Welle:
«Κατά περίεργο τρόπο ναι, τόσο εύκολο είναι. Στα ομόλογα που έχουν ήδη εκδοθεί υπάρχει η δυνατότητα να επιβάλει κανείς τις αποκαλούμενες ρήτρες συλλογικής δράσης, collective action causes, οι οποίες θεωρείται ότι δεν έχουν αναδρομική ισχύ. Και αυτές οι ρήτρες ορίζουν ότι μπορούν να τροποποιηθούν οι όροι που διέπουν την έκδοση των ομολόγων, εφόσον συμφωνήσει σε αυτό η απαραίτητη και προβλεπόμενη πλειοψηφία των ομολογιούχων» δηλώνει ο Γερμανός καθηγητής.
Η νομική επινόηση που «τετραγωνίζει τον κύκλο»
Ο καθηγητής Πάουλους χαρακτηρίζει ιδιαίτερα «δημιουργική» τη νομική αυτή επινόηση, ακριβώς γιατί φαίνεται να πετυχαίνει το φαινομενικά αδύνατο ή τουλάχιστον αντιφατικό: αν και τροποποιεί τους όρους της σύμβασης εκ των υστέρων, η τροποποίηση αυτή δεν θεωρείται ότι έχει αναδρομική ισχύ. Ωστόσο δεν υπάρχει καμία εγγύηση ή αυτοματισμός για να πετύχει αυτός ο νομικός αντιπερισπασμός. Βασική προϋπόθεση είναι να διασφαλιστεί μία ελάχιστη «κρίσιμη μάζα» πιστωτών που θα συναινέσουν στο κούρεμα.
«Η νομική επεξεργασία της υπόθεσης είναι λίγο περίπλοκη. Η Ελλάδα δεν μπορεί απλώς να υπαγορεύσει τους όρους λέγοντας ότι εγώ πληρώνω 50% και όποιος θέλει. Χρειάζεται ένα ενδιάμεσο βήμα που είναι να συναινέσει η πλειοψηφία, η ενισχυμένη πλειοψηφία θα έλεγα, των πιστωτών. Και νομίζω ότι οι Έλληνες θα καταφέρουν να συγκεντρώσουν την απαραίτητη πλειοψηφία των ομολογιούχων».
Οι πρώτες πληροφορίες για ενδεχόμενη προσφυγή κερδοσκοπικών κεφαλαίων είδαν το φως της δημοσιότητας σε δημοσίευμα των New York Times. Ωστόσο το ίδιο δημοσίευμα ανέφερε ότι θα επρόκειτο για μία πολυετή διαδικασία με αβέβαιη έκβαση, από τη στιγμή μάλιστα που μία τέτοια προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Στρασβούργου μπορεί να γίνει μόνον εφόσον έχουν εξαντληθεί όλα τα ένδικα μέσα στην Ελλάδα.
Νομική παγίδα για τα κερδοσκοπικά κεφάλαια
Ο καθηγητής Πάουλους θεωρεί ότι τα κερδοσκοπικά κεφάλαια δεν έχουν πολλές πιθανότητες να κερδίσουν μία δίκη κατά της Ελλάδας.
«Η μοναδική σοβαρή πιθανότητα θα ήταν να επικαλεστούν παραβίαση του δικαιώματος της ιδιοκτησίας. Αλλά και πάλι οι πιθανότητες θα ήταν ελάχιστες για να το διατυπώσω προσεκτικά. Η αξία αυτού του τακτικού ελιγμού έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι τροποποιεί τους όρους, χωρίς να παραβιάζει καμία θεμελιώδη συνθήκη του δικαίου περί συναλλαγών. Ασφαλώς, και τα κερδοσκοπικά κεφάλαια έχουν το δικαίωμα της ιδιοκτησίας. Αλλά η ιδιοκτησία δεν προστατεύεται αιωνίως, ούτε άνευ όρων. Η επίκληση μίας ρήτρας συλλογικής δράσης μέσω νομοθετικής ρύθμισης είναι ακριβώς ο τρόπος εκείνος που μπορεί να περιορίσει το προστατευτικό πεδίο του δικαιώματος της ιδιοκτησίας».
Η μονομερής νομική παρέμβαση και η αβεβαιότητα των σχετικών προβλέψεων είναι εύλογη από τη στιγμή που δεν υπάρχει πτωχευτικό δίκαιο για τις ανεξάρτητες χώρες, ανάλογο με εκείνο που υπάρχει σε κάθε χώρα για τις ιδιωτικές επιχειρήσεις. Με αφορμή την υπόθεση της Ελλάδας οι πολιτικοί άρχισαν να ξανασυζητούν την πιθανότητα να ψηφίσουν ένα ιδιαίτερο πτωχευτικό δίκαιο γι αυτές ακριβώς τις περιπτώσεις. Πιστεύει όμως ο καθηγητής Πάουλους ότι κάτι τέτοιο είναι ρεαλιστικό;
«Το πίστευα μέχρι πριν από δύο τρεις εβδομάδες, μάλιστα στο πανεπιστήμιο είχαμε διοργανώσει και ειδική ημερίδα γι αυτό το θέμα. Όμως τον τελευταίο καιρό είμαι και πάλι πιο σκεπτικιστής. Φοβάμαι ότι η πολιτική δεν θέλει να χάσει την πρωτοβουλία των κινήσεων και γι αυτό θα προτιμούσε να υλοποιήσει μία πτώχευση με δική της πρωτοβουλία, έστω κι αν αυτό είναι πιο ακριβό, αλλά και πιο επώδυνο. Απλά και μόνο για να παραμείνει κυρίαρχη».