Πως η τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσε να αυξήσει το ΑΕΠ κατά 10,6 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση
Η διάχυση της τεχνητής νοημοσύνης στην Ελλάδα θα μπορούσε να αυξήσει αθροιστικά το ΑΕΠ σε 15 χρόνια κατά 160 δισ. ευρώ ή κατά περίπου10,6 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση.
Αυτό αναφέρει έκθεσή του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα και η οποία αναφέρεται στις προϋποθέσεις υπό τις οποίες η τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσε να δημιουργήσει προστιθέμενη αξία για την ελληνική οικονομία.
Σύμφωνα με την έκθεση του ΣΕΒ, αν και οι επενδύσεις σε τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνίας στην Ελλάδα είναι μεν διαρκείς, ωστόσο η τεχνητή νοημοσύνη αποτελεί έναν από του τομείς που δυστυχώς δεν περιλαμβάνεται στις επενδυτικές προτεραιότητες των επιχειρήσεων της χώρας.
Μελέτη της Accenture σε συνεργασία με τη Microsoft συμπεραίνει ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις αντιλαμβάνονται τον κομβικό ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει η τεχνητή νοημοσύνη για την ανάπτυξή τους.
Το 85% των ερωτηθέντων CEOs δήλωσαν ότι η συγκεκριμένη τεχνολογία θα προσφέρει σημαντικές ευκαιρίες για την ανάπτυξη νέων προϊόντων, υπηρεσιών, επιχειρηματικών μοντέλων και αγορών. Όμως, το 54% των Ελλήνων CEOs πιστεύουν ότι είναι ακόμα πολύ νωρίς να επενδύσουν σε τεχνητή νοημοσύνη, καθώς δεν θεωρούν την τεχνολογία αρκετά ώριμη. Μάλιστα, μόλις 3% των ερωτώμενων επιχειρήσεων έχουν εφαρμόσει λύσεις τεχνητής νοημοσύνης, σε σχέση με 45% παγκοσμίως.
Ως κυριότερα εμπόδια και προκλήσεις που δυσχεραίνουν την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης στην Ελλάδα, αναφέρθηκαν η έλλειψη δεξιοτήτων και γενικότερης εμπειρίας (68%), οι ελλιπείς υποδομές ΙΤ (49%) και η χαμηλή ποιότητα δεδομένων (37%).
Η διάχυση της τεχνητής νοημοσύνης στην Ελλάδα μπορεί να αυξήσει αθροιστικά το ΑΕΠ σε 15 χρόνια κατά 160 δισ. ευρώ (195 δισ. δολάρια). Η αύξηση σε ποσοστό 40%, θα τροφοδοτηθεί από λύσεις έξυπνης αυτοματοποίησης, σε ποσοστό 24% από την πιο αποτελεσματική χρήση των ανθρώπινων πόρων, σε ποσοστό 21% από τη βέλτιστη χρήση του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού και σε ποσοστό 15% από τη διάχυση της καινοτομίας.
Η ίδια ανάλυση δείχνει ότι οι επενδύσεις σε τεχνητή νοημοσύνη μπορούν να ενισχύσουν τα έσοδα των επιχειρήσεων έως 30%, μέσα σε 4 χρόνια, με ανάλογη τόνωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας και της αποδοτικότητας. Επιπλέον, η ανάπτυξη τεχνητής νοημοσύνης στην Ελλάδα θα συνδράμει καθοριστικά στον περιορισμό της διαρροής ταλέντου STEM στο εξωτερικό.
Ο ΣΕΒ, αντιλαμβανόμενος τον καταλυτικό ρόλο που ήδη διαδραματίζει η τεχνητή νοημοσύνη σε διεθνές επίπεδο ως θεμελιώδης παράγοντας ανταγωνιστικότητας, θέτει σε δημόσια διαβούλευση την πρότασή του για ένα εθνικό πρόγραμμα αξιοποίησης της τεχνητής νοημοσύνης, με όραμα, στόχους και άξονες δράσεων. Η πρόταση αφορά τόσο το δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τομέα.
Ο ΣΕΒ προτείνει τη σύσταση Εθνικής Επιτροπής Τεχνητής Νοημοσύνης και επιμέρους εξειδικευμένων ομάδων εργασίας, για συντονισμό του σχεδιασμού και της υλοποίησης της στρατηγικής για την τεχνητή νοημοσύνη, συνεργασία με τα εμπλεκόμενα υπουργεία, για την εφαρμογή της στρατηγικής, διαμόρφωση ρυθμιστικού πλαισίου και κώδικα δεοντολογίας για την τεχνητή νοημοσύνη και μέτρηση και αξιολόγηση των αποτελεσμάτων.
Η στρατηγική που προτείνει ο ΣΕΒ εξυπηρετεί στους παρακάτω στόχους:
- Επιτάχυνση ιδιωτικών επενδύσεων σε συστήματα τεχνητής νοημοσύνης και ειδικά σε αύξηση της υπολογιστικής ισχύος μέσα στις επιχειρήσεις.
- Ανάπτυξη ψηφιακών δεξιοτήτων, ειδικά σε θέματα τεχνητής νοημοσύνης.
- Διεύρυνση δημόσιων επενδύσεων με συστήματα τεχνητής νοημοσύνης για την παροχή σύγχρονων υπηρεσιών που θα βελτιώσουν το επίπεδο εξυπηρέτησης των πολιτών.
- Κατασκευή στην Ελλάδα εξοπλισμού υψηλής υπολογιστικής ισχύς και κατάλληλων τηλεπικοινωνιακών υποδομών.
- Δημιουργία κέντρων αριστείας εντός των πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων όπου αναπτύσσονται καινοτόμες προτάσεις τεχνητής νοημοσύνης, που ανταποκρίνονται όμως στις εμπορικές ανάγκες της βιομηχανίας εντός Ελλάδας αλλά και διεθνώς.
- Ανοιχτή πρόσβαση στα δημόσια δεδομένα, τα οποία είναι αναγκαία στην «εκμάθηση» των συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης.
- Κανόνες δεοντολογίας, με σεβασμό στα θεμελιώδη δικαιώματα και τους νόμους.