Πάνω από 25.000 φορολογικούς ελέγχους έχει προγραμματίσει η ΑΑΔΕ για το 2021

Περισσότερους από 25.000 φορολογικούς ελέγχους θα διενεργήσει το 2021 η φορολογική διοίκηση, εφόσον το επιτρέψουν οι συνθήκες , και με προϋπόθεση πως η πανδημία θα υποχωρήσει.
INTIME

Απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων Γιώργου Πιτσιλή προβλέπει ότι το 2021 θα διενεργηθούν 23.000 πλήρεις και μερικοί φορολογικοί έλεγχοι από τις ελεγκτικές Υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης της ΑΑΔΕ.

Από το σύνολο των υποθέσεων που θα ελεγχθούν, τουλάχιστον το 70% θα αφορά σε φορολογικά έτη, χρήσεις, υποθέσεις, περιόδους ή υποχρεώσεις της τελευταίας πενταετίας, δηλαδή υποθέσεις που κινδυνεύουν με παραγραφή.

Ποσοστό τουλάχιστον 75% των ελέγχων θα αφορούν καταρχήν σε ελέγχους της τελευταίας τριετίας για τις οποίες έχει λήξει η προθεσμία υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.

Ακόμη, το 2021 θα διενεργηθούν από τις ελεγκτικές υπηρεσίες 2.500 έλεγχοι για τη διαπίστωση της ορθής εκπλήρωσης των μη ετήσιων υποχρεώσεων των φορολογιών κεφαλαίου.

Να σημειωθεί πως το 2017 τα συνεργεία της ΑΑΔΕ διενήργησαν 19.320 ελέγχους δίωξης από τις Κινητές Ομάδες Ελέγχου , το 2018 20.248 ελέγχους και το 2019 οι έλεγχοι ανήλθαν σε 23.675.

Μέσα στο 10μηνο του 2020 οι έλεγχοι δίωξης από τις Κινητές Ομάδες Ελέγχου ανήλθαν σε 14.575, σημειώνοντας αισθητή πτώση , κάτι που οφείλεται στις ειδικές συνθήκες που δημιούργησε ο κορωνοϊός.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνωρίζει ότι η Ελλάδα είχε υλοποιήσει μεγάλο μέρος των όρων για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και την είσπραξη των φόρων, αλλά την ίδια στιγμή θεωρεί ότι η συμβολή τους στη δημοσιονομική εξυγίανση είναι περιορισμένη.

Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ορισμένες μεταρρυθμίσεις δεν υλοποιήθηκαν ορθά, ότι χρειαζόταν περισσότερος χρόνος για να αποτυπωθούν στις στατιστικές ή ότι η αποτελεσματικότητά τους επηρεαζόταν αρνητικά από την αστάθεια του φορολογικού περιβάλλοντος.

Στη βάση αυτοί οι θεσμοί έχουν θέσει δυο σημαντικούς στόχους στην ελληνική φορολογική διοίκηση, ήτοι τη βελτίωση της εισπραξιμότητας των φόρων και τη μείωση του αποθέματος των ληξιπρόθεσμων οφειλών των φορολογουμένων.

Το ποσοστό της εισπραξιμότητας των φόρων, δηλαδή των φόρων που βεβαιώνονται και εκείνων που εισπράττονται, παρά την πρόοδο των τελευταίων ετών υπολείπεται του μέσου ευρωπαϊκού μέσου όρου.