Η μνήμη των πιστωτών, τα απόνερα της Akazoo και η δωρεά των εφοπλιστών
Πτωχευμένοι, αλλά με πλούτη
Πολλές μεγάλες ελληνικές εταιρείες έχουν πτωχεύσει, αλλά οι ιδιοκτήτες τους ευημερούν. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα κατασκευαστικής – τεχνικής εταιρείας της Μακεδονίας που μεταξύ 1990 -2000 είχε κάνει όνομα λόγω των έργων αναστήλωσης που είχε υλοποιήσει στο Άγιο Όρος. Η εν λόγω εταιρεία βρέθηκε στο απόγειο της το 2006, οπότε στρατηγικός επενδυτής απέκτησε το 49,9% των μετοχών της. Η κρίση του 2010 (και τα μεγάλα ανοίγματά της) οδήγησαν την τεχνική – κατασκευαστική εταιρεία σε παρακμή και τελικά τον Ιουνίου του 2017 υπέβαλε στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης αίτηση πτώχευσης. Όταν κατάθεσε την αίτηση πτώχευσης χρωστούσε στις τράπεζες 75 εκατ. ευρώ. Το 2018 η Τράπεζα Πειραιώς και η Εθνική Τράπεζα έβγαλαν σε πλειστηριασμό ακίνητα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας, αλλά συγκέντρωσαν κυριολεκτικά ψίχουλα.
Τρία χρόνια αργότερα (προ ημερών) ανακαλύφθηκε από συγκεκριμένες Αρχές πως η επιχειρηματική οικογένεια στην οποία ανήκει η πτωχευμένη εταιρεία, την περίοδο που κινούσε τις διαδικασίες πτώχευσης μετέφερε μεγάλα ποσά σε οντότητες με έδρα τις ΗΠΑ και την Ασία, ενώ διαπιστώθηκε πως διατηρούσε και καταθέσεις μεγάλου ύψους σε τράπεζα των Σκοπίων. Την ίδια στιγμή, μέλος της οικογένειας είχε – και εξακολουθεί να έχει- αναπτύξει σημαντική δραστηριότητα στο real estate της Μυκόνου.
Η στήλη δεν μπορεί να γνωρίζει το τί θα πράξουν οι τράπεζες ή οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων στη συγκεκριμένη περίπτωση, ωστόσο τα δεδομένα, έως τώρα, δείχνουν πως δεν θα επιβεβαιωθεί η ρήση του Βενιαμίν Φραγκλίνου πως «οι πιστωτές έχουν καλύτερη μνήμη από τους οφειλέτες»…
Η InternetQ και τα απόνερα της Akazoo
Θυμάστε την υπόθεση Akazoo, το δήθεν ελληνικό τεχνολογικό «success story» που κατέρρευσε πέρυσι τον Απρίλιο όταν το Quintessential Capital Management (QCM), το fund του Γκάμπριελ Γκρέγκο, απεκάλυψε πως μπήκε στον Nasdaq με «μαγειρεμένα» οικονομικά στοιχεία ; Αν και η δικαστική διερεύνηση της χρηματιστηριακής απάτης έχει ήδη από τον Ιούνιο του 2020 πάρει το δρόμο της, οι πρωταγωνιστές του σκανδάλου Akazoo προσπαθούν να μείνουν όρθιοι, συνεχίζοντάς -κάποιοι εξ αυτών - τις ίδιες πρακτικές. Ενδεικτική είναι η περίπτωση του Παναγιώτη Δημητρόπουλου, ιδρυτή και μεγαλομέτοχου της βρετανικής InternetQ Group Limited, στην οποία ανήκε η Akazoo πριν συγχωνευθεί με την αμερικανική εταιρεία Modern Media Acquisition Corp και εισαχθεί στον Nasdaq. Ο Παναγιώτης Δημητρόπουλος έχει κατηγορηθεί πως μαζί με τον πρώην CEO της Akazoo Απόστολο Ζερβό ήταν οι πρωταγωνιστές του σκανδάλου. Βλέπετε η InternetQ –ως μητρική- ενοποιούσε την Akazoo και παρήγαγε ή πιστοποιούσε στις Αρχές οικονομικά στοιχεία που τελικά δεν μπόρεσαν να επαληθευτούν.
Η αποκάλυψη του σκανδάλου Akazoo ανάγκασε τον Δημητρόπουλο να εκκινήσει τις διαδικασίες εκκαθάρισης και της εταιρείας του InternetQ Group Limited. Για να μπορέσει να το κάνει αυτό ενημέρωσε τις βρετανικές αρχές πως η εταιρεία είναι σε θέση να πληρώσει τα χρέη της σε βάθος δωδεκαμήνου, ανεξάρτητα από το εάν η εκκαθάριση προχωρήσει έως το Νοέμβριο του 2021 ή όχι. Να σημειωθεί πως ο Δημητρόπουλος είχε απασχολήσει ξανά τη δημοσιότητα το 2015, όταν η InternetQ (που από το 2010 διαπραγματευόταν στη χρηματιστηριακή αγορά AIM του Λονδίνου), είχε τεθεί εκτός διαπραγμάτευσης εν μέσω δημοσιευμάτων πως εξαπατούσε τους επενδυτές. Για να μην έχει κυρώσεις και βρεθεί αντιμέτωπος με διώξεις ο ίδιος έκανε δημόσια πρόταση και έβγαλε τις μετοχές της InternetQ από την βρετανική χρηματιστηριακή αγορά. Αυτό πάντως που πλέον είναι σαφές, είναι πως το 2021 δεν είναι 2015 και πως ο ιδρυτής της InternetQ παραμένει στο στόχαστρο…
Πώς θα λάμψει ξανά η «Χρυσή Βίζα»
Το ότι η «Χρυσή Βίζα» έχει χάσει τη λάμψη της λόγω πανδημίας είναι εν πολλοίς γνωστό. Οι επενδυτές -στην πλειονότητά τους Κινέζοι- δεν αγοράζουν πλέον μαζικά ακίνητα και έτσι τα κρατικά έσοδα από την Golden Visa κατακρημνίστηκαν εντός του 2020. Στη βάση αυτή αναζητούνται εναλλακτικές για να έρθει ξανά «ζεστό χρήμα» από την Άπω Ανατολή. Μεταξύ άλλων έχει πέσει στο τραπέζι η πρόταση να γίνει πιο θελκτικό το πλαίσιο της χορήγησης άδειας παραμονής σε όσους επενδύουν όχι σε ακίνητα, αλλά σε κινητές αξίες. Σήμερα ο νόμος προβλέπει ότι αν κάποιος τοποθετήσει 400.000 ευρώ σε ελληνικές μετοχές, ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου και αμοιβαία που επενδύουν στην Ελλάδα μπορεί να αποκτήσει την πολυπόθητη βίζα. Ωστόσο, εν μέσω πανδημίας το όριο αυτό θεωρείται υψηλό. Η στήλη πληροφορείται πως έχουν ήδη ξεκινήσει συζητήσεις ώστε αφενός να απλοποιηθούν οι διαδικασίες και αφετέρου να χαμηλώσει ο πήχης πιο κοντά στις 300.000 ευρώ, ώστε οι επενδυτές της «Χρυσής Βίζας» να στραφούν στις ελληνικές μετοχές και ομόλογα.
Ο εφοπλισμός και η δημόσια τάξη
Με αμείωτο ρυθμό συνεχίζει το κοινωφελές έργο της η ΣΥΝ-ΕΝΩΣΙΣ, η μη κερδοσκοπική εταιρεία που ίδρυσε η Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών (ΕΕΕ), με σκοπό να αναπτύσσει υπεύθυνες πρωτοβουλίες προσφοράς της ναυτιλιακής κοινότητας στον τόπο. Λίγους μήνες μετά τη δωρεά 13 εκατ. ευρώ για την ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας η ΣΥΝ-ΕΝΩΣΙΣ προχώρησε σιωπηλά σε μια νέα δωρεά προ το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και ειδικά προς το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας. Η εταιρεία κοινωνικής προσφοράς του ελληνικού εφοπλισμού κάλυψε το κόστος ανακαίνισης των γραφείων της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας, ύψους 257.000 ευρώ, δείχνοντας έτσι πως τείνει ευήκοα ώτα και στον ευαίσθητο χώρο της δημοσίας τάξης. Αυτό πάντως δεν αποτελεί έκπληξη καθώς παραδοσιακά ο πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών Θόδωρος Βενιάμης είναι κοντά στα σώματα ασφαλείας, είτε πρόκειται για το Λιμενικό Σώμα, είτε για την ΕΛ.ΑΣ.