Επιταχύνει σημαντικά τις αγορές ομολόγων η ΕΚΤ – Πέφτουν οι αποδόσεις
Το προηγούμενο διάστημα η ΕΚΤ μέσω του προγράμματος πανδημίας αγόραζε εβδομαδιαίως ομόλογα ονομαστικής αξίας 12 δισ. ευρώ έναντι 18 δισ. ευρώ που ήταν ο μέσος όρος από την αρχή του προγράμματος. Στον «κουμπαρά» του προγράμματος έχουν μείνει ακόμη περίπου 1 τρισ. ευρώ, τα οποία αν χρειαστεί θα πέσουν στην αγορά έως το τέλος Μαρτίου 2022. Τα αποτελέσματα από την σημερινή απόφαση, όπως διευκρίνισε η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, αναμένεται να γίνουν ορατά προς το τέλος της επόμενης εβδομάδας, όποτε και οι αποδόσεις των ομολόγων εκτιμάται ότι θα επιστρέψουν στα επίπεδα που είχαν υποχωρήσει πριν ξεκινήσει η όλη «αναταραχή».
Στην ελληνική αγορά πάντως μετά τις δηλώσεις Λαγκάρντ η απόδοση του 10ετούς ομολόγου υποχώρησε στο 0,77%, του 5ετούς στο -0,009% και του 15ετούς το 1,04%.
Το μεγαλύτερο μέρος της σημερινής συνέντευξης Τύπου αναλώθηκε στην απόφαση του ΔΣ να επιταχύνει τις αγορές ομολόγων και τους λόγους που την επέβαλαν. Η Κρ. Λαγκάρντ πάντως απέδωσε την πρόσφατη άνοδο των επιτοκίων όχι μόνο στις λιγότερες αγορές ομολόγων, αλλά και στο «ρεύμα» που δημιουργήθηκε στις ΗΠΑ εξαιτίας των θετικών προσδοκιών για άνοδο του ΑΕΠ και του πληθωρισμού. Η ίδια ξεκαθάρισε, πάντως, ότι η ΕΚΤ εφαρμόζει το πρόγραμμα αγορών ομολόγων της πανδημίας (PEPP) με τη μεγαλύτερη δυνατή ευελιξία, επιδιώκοντας σε κάθε περίπτωση να διατηρηθούν οι ευνοϊκές χρηματοδοτικές συνθήκες στη ζώνη του ευρώ. Μάλιστα, για να δικαιολογήσει την πρόσφατη άνοδο των αποδόσεων, η οποία μεταφράζεται σε επιβάρυνση του κόστους δανεισμού για όλα κράτη της ευρωζώνης, ανέφερε ότι η ΕΚΤ παρόλο που δημοσιεύει εβδομαδιαία στοιχεία για την εξέλιξη του προγράμματος δεν καθορίζει τη στρατηγική της από ένα τόσο βραχυχρόνιο ορίζοντα.
Σε κάθε περίπτωση, η επικεφαλής της ΕΚΤ υπογράμμισε ότι η νομισματική πολιτική δεν αλλάζει, καθώς τα βασικά δεδομένα της οικονομίας τα οποία υπαγόρευσαν τις συγκεκριμένες πολιτικές νομισματικής χαλάρωσης και στήριξης της οικονομίας δεν έχουν μεταβληθεί. Συγκεκριμένα οι μακροοικονομικές προβλέψεις που ανακοίνωσε σήμερα η ΕΚΤ είναι σχεδόν αμετάβλητες με εκείνες του Ιανουαρίου. Έτσι για φέτος η Κεντρική Τράπεζα προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ κατά 4%, για το 2022 ο ρυθμός αναμένεται να αυξηθεί στο 4,1% για να υποχωρήσει στο 2,1% το 2023. Για τον πληθωρισμό η ΕΚΤ προβλέπει ότι θ΄ αυξηθεί στο 1,5%, από 1% που ήταν η εκτίμηση του Δεκεμβρίου, στο 1,2% το 2022, από 1,1% (εκτίμηση Δεκεμβρίου) και στο 1,4% το 2023 (εκτίμηση σταθερή σε σχέση με τον Δεκέμβριο).
Για το πρόβλημα των κόκκινων δανείων η επικεφαλής της ΕΚΤ τάχθηκε υπέρ της δημιουργίας μίας πανευρωπαϊκής «κακής τράπεζας» που είχε προτείνει ο επικεφαλής του εποπτικού βραχίονα (SSM) Αντρέα Ενρία. Ωστόσο, όπως παραδέχθηκε, η ίδια η πρόταση αυτή δεν φαίνεται να γίνεται, στη φάση αυτή τουλάχιστον, αποδεκτή από τη Κομισιόν, αλλά θα μπορούσε να εφαρμοστεί στο μέλλον.
Οι αποφάσεις της ΕΚΤ
Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας έλαβε τις ακόλουθες αποφάσεις στη σημερινή του συνεδρίαση:
Πρώτον, το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να διενεργεί καθαρές αγορές στοιχείων ενεργητικού στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (pandemic emergency purchase programme - PEPP), το συνολικό ποσό του οποίου ανέρχεται σε 1.850 δισ. ευρώ, τουλάχιστον μέχρι το τέλος Μαρτίου 2022 και, σε κάθε περίπτωση, μέχρις ότου κρίνει ότι η κρίση του κορωνοϊού έχει λήξει. Βάσει κοινής αξιολόγησης των συνθηκών χρηματοδότησης και των προοπτικών για τον πληθωρισμό, το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει ότι οι αγορές στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP το επόμενο τρίμηνο θα διενεργούνται με ρυθμό σημαντικά υψηλότερο από ό,τι τους πρώτους μήνες του έτους.
Το Διοικητικό Συμβούλιο θα διενεργεί τις αγορές με ευελιξία, σύμφωνα με τις συνθήκες της αγοράς και με σκοπό να αποτραπεί η υιοθέτηση αυστηρότερων όρων χρηματοδότησης που δεν συμβαδίζουν με την αντιστάθμιση της προς τα κάτω επίδρασης που ασκεί η πανδημία στην προβλεπόμενη πορεία του πληθωρισμού. Επιπλέον, η ευελιξία των αγορών ως προς τον χρόνο, τις κατηγορίες στοιχείων ενεργητικού και τις χώρες θα συνεχίσει να στηρίζει την ομαλή μετάδοση της νομισματικής πολιτικής. Αν μπορούν να διατηρηθούν ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης με ροές αγορών στοιχείων ενεργητικού που δεν οδηγούν σε εξάντληση του συνολικού ποσού του προγράμματος PEPP στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα των καθαρών αγορών του, το ποσό αυτό δεν χρειάζεται να χρησιμοποιηθεί στο ακέραιο. Ομοίως, το συνολικό ποσό μπορεί, εφόσον χρειαστεί, να αναπροσαρμοστεί, με σκοπό τη διατήρηση ευνοϊκών συνθηκών χρηματοδότησης, οι οποίες θα συμβάλουν στην αντιστάθμιση της αρνητικής διαταραχής που ασκεί η πανδημία στην πορεία του πληθωρισμού.
Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει την επανεπένδυση των ποσών κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτώνται στο πλαίσιο του PEPP κατά τη λήξη τους τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2023. Σε κάθε περίπτωση, η μελλοντική σταδιακή μείωση (roll-off) του χαρτοφυλακίου PEPP θα ρυθμιστεί κατά τρόπο ώστε να αποφευχθούν παρεμβολές στην ενδεδειγμένη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής.
Δεύτερον, θα συνεχιστεί η διενέργεια καθαρών αγορών στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (asset purchase programme - APP), με ύψος 20 δισ. ευρώ μηνιαίως. Το Διοικητικό Συμβούλιο εξακολουθεί να αναμένει ότι οι μηνιαίες καθαρές αγορές στοιχείων ενεργητικού στο πλαίσιο του προγράμματος APP θα διενεργούνται για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο, προκειμένου να ενισχυθεί η διευκολυντική επίδραση των επιτοκίων πολιτικής του και ότι θα λήξουν λίγο πριν αρχίσει να αυξάνει τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ.
Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει επίσης να συνεχίσει να επανεπενδύει, πλήρως, τα ποσά από την εξόφληση τίτλων αποκτηθέντων στο πλαίσιο του προγράμματος APP κατά τη λήξη τους για παρατεταμένη χρονική περίοδο μετά την ημερομηνία κατά την οποία θα αρχίσει να αυξάνει τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ και πάντως για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο για τη διατήρηση ευνοϊκών συνθηκών ρευστότητας και ενός διευκολυντικού, σε μεγάλο βαθμό, χαρακτήρα της νομισματικής πολιτικής.
Τρίτον, το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα παραμείνουν αμετάβλητα σε 0,00%, 0,25% και -0,50% αντιστοίχως. Το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ θα παραμείνουν στα σημερινά τους ή σε χαμηλότερα επίπεδα έως ότου διαπιστώσει ότι οι προοπτικές για τον πληθωρισμό συγκλίνουν σθεναρά προς επίπεδο πλησίον, σε επαρκή βαθμό, αλλά κάτω του 2%, εντός του χρονικού ορίζοντα προβολής που εξετάζει και ότι αυτή η σύγκλιση αντανακλάται κατά τρόπο συνεπή στη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού.
Τέλος, το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει επίσης να παρέχει άφθονη ρευστότητα μέσω των πράξεων αναχρηματοδότησης που διενεργεί. Πιο συγκεκριμένα, η τρίτη σειρά στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (ΣΠΠΜΑ III) εξακολουθεί να αποτελεί ελκυστική πηγή χρηματοδότησης για τις τράπεζες, στηρίζοντας τη χορήγηση τραπεζικών δανείων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι έτοιμο να προσαρμόσει καταλλήλως όλα τα μέσα που διαθέτει, προκειμένου να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα κινηθεί προς επίπεδα συμβατά με την επιδίωξή του κατά τρόπο διαρκή, σύμφωνα με τη δέσμευσή του για συμμετρία.