Η πανδημία βαρίδι για τη διεθνή επενδυτική θέση της Ελλάδας
Η ΕΚΤ έχει αγοράσει ελληνικά ομόλογα συνολικού ύψους 21,936 δισ. ευρώ από τις 18 Μαρτίου του 2020 που ενεργοποιήθηκε το PEPP έως και τα τέλη Μαρτίου του 2021, υπερκαλύπτοντας σημαντικά την εκδοτική δραστηριότητα του Ελληνικού Δημοσίου.
Ωστόσο, αυτό επηρέασε την καθαρή διεθνή επενδυτική θέση της Ελλάδος, ήτοι τη διαφορά μεταξύ των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων της χώρας έναντι των μη κατοίκων. Ανάλογα με το πρόσημο της καθαρής διεθνούς επενδυτικής θέσης, δηλαδή εάν είναι θετικό ή αρνητικό, μια χώρα χαρακτηρίζεται ως καθαρός πιστωτής ή χρεώστης αντίστοιχα έναντι του υπόλοιπου κόσμου.
Στο τέλος του 2020 οι καθαρές υποχρεώσεις της χώρας μας έναντι του εξωτερικού διαμορφώθηκαν σε 293 δισ. ευρώ (176% του ΑΕΠ), καταγράφοντας αύξηση κατά 6,7 δισ. ευρώ συγκριτικά με το 2019. Η επιδείνωση αυτή αντανακλά όπως προαναφέρθηκε την αύξηση των καθαρών υποχρεώσεων σε λοιπές επενδύσεις κυρίως της Τράπεζας της Ελλάδος, λόγω του PEPP.
Αν και η Ελλάδα είναι η χώρα της EE με τη δεύτερη υψηλότερη αρνητική καθαρή διεθνή επενδυτική θέση ως ποσοστό του ΑΕΠ, οι κίνδυνοι για τη χώρα μας είναι προς το παρόν περιορισμένοι, αφού η αρνητική καθαρή διεθνή επενδυτική θέση της γενικής κυβέρνησης, που αποτελεί την κύρια συνιστώσα της αρνητικής καθαρής διεθνούς επενδυτικής θέσης της χώρας, αφορά σε δάνεια της γενικής κυβέρνησης από τον ESM, τα οποία έχουν χαμηλό επιτόκιο και μεγάλη διάρκεια.
Μεσοπρόθεσμα η αναγκαία βελτίωση της καθαρή διεθνούς επενδυτικής θέσης της Ελλάδας θα απαιτήσει είτε υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης, ικανούς να υπεραντισταθμίζουν τα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, είτε τη διαμόρφωση ικανοποιητικών και μόνιμων πλεονασμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Για το λόγο αυτό η κυβέρνηση επενδύει πολλά στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψής και στις ευεργετικές του επιδράσεις τόσο στην ανάπτυξη, όσο και στα δημόσια οικονομικά.