Εύσημα στην Κυβέρνηση για τις μεταρρυθμίσεις από την Κομισιόν - Προς εκταμίευση των 748 εκατ. ευρώ
Το «πράσινο φως» στο Eurogroup προκειμένου να εγκρίνει μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους ύψους 748 εκατ. ευρώ, στέλνει η δέκατη έκθεση ενισχυμένης εποπτείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ελλάδα που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «η Ελλάδα έχει προβεί στις απαραίτητες ενέργειες για να επιτύχει συγκεκριμένες δεσμεύσεις της, παρά τις δύσκολες συνθήκες που προκαλούνται από την πανδημία.
«Οι αρχές πραγματοποίησαν μια σειρά από θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων των τομέων που θα είναι καθοριστικής σημασίας για τη διαχείριση των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων από την τρέχουσα οικονομική κρίση και την ενίσχυση της ικανότητας της δημόσιας διοίκησης να εφαρμόσει επιτυχώς το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας», αναφέρεται στην έκθεση.
Στη βάση αυτή, ανοίγει ο δρόμος ώστε ο να ESM θα μεταβιβάσει στην Ελλάδα 644,42 εκατ. ευρώ από τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων, που είχαν στην κατοχή τους οι κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης (SMP/ANFA) και να εγκρίνει την άρση της προσαύξησης του περιθωρίου επιτοκίου που είχε αποφασισθεί για ορισμένα δάνεια που είχε λάβει η Ελλάδα από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF). Η ελάφρυνση από την απόφαση αυτή θα ανέλθει στα 103,64 εκατ. ευρώ.
Οι εκτιμήσεις για την ανάπτυξη
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην δέκατη έκθεση ενισχυμένης εποπτείας αναφέρει πως ο αντίκτυπος της πανδημίας του κορωνοϊού σηματοδότησε την πορεία της ελληνικής οικονομίας το 2020. «Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της Ελλάδας συρρικνώθηκε κατά 8,2% σε ετήσια βάση το 2020, αντικατοπτρίζοντας τον αντίκτυπο των μέτρων περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας και ιδιαίτερα του τουριστικού τομέα», σημειώνεται σχετικά.
Ωστόσο, τονίζεται πως η σταθερή πρόοδος στους εμβολιασμούς και η σταδιακή επανέναρξη του τουριστικού αναμένεται να επιταχύνουν την οικονομική δραστηριότητα στο δεύτερο εξάμηνο του 2021 και σύμφωνα με την εαρινή πρόβλεψη της Επιτροπής το ΑΕΠ της Ελλάδας θα αυξηθεί κατά 4,1% το 2021 και κατά 6% το 2022.
Όπως διευκρινίζεται στην έκθεση, οι εαρινές προβλέψεις της Κομισιόν συνυπολογίζουν τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις που περιλαμβάνονται στο σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας. «Το σχέδιο περιλαμβάνει ορισμένα ώριμα επενδυτικά σχέδια, ιδίως στους τομείς του πράσινου μετασχηματισμού, της ψηφιακής μετάβασης, της βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης, η υλοποίηση των οποίων αναμένεται να ξεκινήσει στο δεύτερο εξάμηνο του 2021 Με την προώθηση του πράσινου και ψηφιακού μετασχηματισμού της Ελλάδας, αυτές οι επενδύσεις είναι πιθανό να προσφέρουν ισχυρή ώθηση στην ανάκαμψη και να αυξήσουν την ανάπτυξη κατά περίπου 1,3 εκατοστιαίες μονάδες κατά μέσο όρο το 2021 και το 2022», αναφέρεται στην έκθεση.
Έλλειμμα και χρέος
Η έκθεση ενισχυμένης εποπτείας αναφέρει πως το πρωτογενές έλλειμμα της Ελλάδας ανήλθε στο 7,5% του ΑΕΠ το 2020. Αποσαφηνίζει δε πως η επιδείνωση σε σύγκριση με τις φθινοπωρινές προβλέψεις της Κομισιόν για το 2020 εξηγείται από τα πρόσθετα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση για την αντιμετώπιση του δεύτερου κύματος της πανδημίας τους τελευταίους μήνες του 2020. «Η δημοσιονομική πολιτική θα παραμείνει ευνοϊκή το 2021 και τα περισσότερα από τα δημοσιονομικά μέτρα που ελήφθησαν για τον μετριασμό του κοινωνικού και οικονομικού κόστους της κρίσης αναμένεται να καταργηθούν σταδιακά το 2022», σημειώνεται σχετικά.
Αναφορικά με το ελληνικό χρέος η έκθεση της Κομισιόν τονίζει πως η παρατεταμένη πανδημία αύξησε τους κινδύνους δημοσιονομικής βιωσιμότητας, οι οποίοι αντισταθμίζονται εν μέρει από την αναμενόμενη οικονομική ανάκαμψη. «Τα αποτελέσματα της ανάλυσης βιωσιμότητάς του χρέους δείχνουν ότι στο βασικό σενάριο, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ παραμένει σε καθοδική πορεία από το 2021 και μετά. Το χρέος προβλέπεται να φτάσει το 169% έως το τέλος της δεκαετίας και να μειωθεί κάτω από το 100% του ΑΕΠ έως το 2047 στο βασικό σενάριο. Η αξιολόγηση λαμβάνει υπόψη τον αναμενόμενο θετικό αντίκτυπο του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας στην ανάπτυξη τα επόμενα έξι χρόνια. Βασίζεται στις πληροφορίες που παρέχονται στο Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και αντικατοπτρίζεται στις παραδοχές που χρησιμοποιήθηκαν στην εαρινή πρόβλεψη της Επιτροπής και δεν προδικάζει την επίσημη αξιολόγηση του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που διενεργείται από την Επιτροπή», αναφέρει η έκθεση. Όπως ξεκαθαρίζεται, τα μέτρα που παρουσιάζονται στο Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ελλάδος αναμένεται να έχουν πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα 0,8 στο πραγματικό ΑΕΠ κατά μέσο όρο μεταξύ 2021 και 2026.
Για τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδος η Επιτροπή σημειώνει πως παραμένουν αυξημένες βραχυπρόθεσμα κυρίως λόγω του υψηλού πρωτογενούς ελλείμματος, ωστόσο προσθέτει πως θα παραμείνουν κάτω από το 15% του ΑΕΠ έως το 2030 και θα διατηρηθούν σε πτωτική πορεία αργότερα και θα φθάσουν στο 13% του ΑΕΠ έως το 2060.
Οι εξελίξεις στις τράπεζες
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφέρει πως η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών στηρίχθηκε το 2020 από το χαμηλό κόστος χρηματοδότησης και τα έσοδα από προμήθειες, αλλά και από τον περιορισμό του λειτουργικού κόστους χάρη στα προγράμματα εθελουσίων αποχωρήσεων. Ωστόσο, τονίζει πως το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων και η αβεβαιότητα σχετικά με τις οικονομικές προοπτικές επηρεάζουν τις προοπτικές των τραπεζών για το 2021.
«Η κεφαλαιακή θέση του τραπεζικού συστήματος στο σύνολό της είναι σε γενικές γραμμές επαρκής, αλλά εξακολουθεί να πλήττεται από τη χαμηλή κερδοφορία και την κακή ποιότητα ενεργητικού, ενώ ο δεσμός Κράτους – Τραπεζών έχει γίνει ισχυρότερος», αναφέρει η έκθεση και προσθέτει: «Παρόλο που οι τράπεζες λαμβάνουν μια σειρά ενεργειών για την ενίσχυση των κεφαλαίων τους και την κάλυψη του κόστους των επερχόμενων τιτλοποιήσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων και τη σταδιακή κατάργηση των μεταβατικών ρυθμίσεων προληπτικής εποπτείας, τα υποτονικά επίπεδα κερδοφορίας μπορεί να θέσουν προκλήσεις για τη μελλοντική θέση των τραπεζών. Επιπλέον, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση του ήδη υψηλού μεριδίου των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων στο κεφάλαιο των τραπεζών (59% του κεφαλαίου Common Equity Tier 1 από τα τέλη του 2020)», τονίζεται.
Αναφερόμενη στα θετικά η Κομισιόν εστιάζει στην αύξηση κεφαλαίου της Πειραιώς, που διενεργήθηκε με επιτυχία τον Απρίλιο του 2021, συγκεντρώνοντας 1,38 δισ. ευρώ, αλλά και στην πρόοδο του σχεδίου «Ηρακλής».
«Η επέκταση του προγράμματος «Ηρακλής» αναμένεται να διευκολύνει την επιτάχυνση της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων το 2021, κυρίως μέσω ανόργανων ενεργειών, με βάση τις ισχυρές επιδόσεις του προηγούμενου έτους», σημειώνεται και προστίθεται πως ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων δανείων προς το σύνολο των δανείων μειώθηκε σημαντικά στο 30,2% το 2020, παραμένοντας ωστόσο ο υψηλότερος στη ζώνη του ευρώ.
«Η πρόσφατη παράταση του «Ηρακλής» για επιπλέον 18 μήνες, σε συνδυασμό με τη χορήγηση επιπλέον εγγυήσεων 12 δισ. ευρώ, αυξάνοντας το συνολικό φάκελο των κρατικών εγγυήσεων στα 24 δισ. ευρώ, αναμένεται να επιτρέψει στις ελληνικές τράπεζες να προχωρήσουν σε περαιτέρω μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους, σε μια προσπάθεια να επιτευχθούν μονοψήφιοι δείκτες μη εξυπηρετούμενων δανείων το 2022», αναφέρεται στην έκθεση και υπογραμμίζεται πως η επιτυχία αυτών των «φιλόδοξων σχεδίων» εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως η κλίμακα των νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων που γέννησε η πανδημία, η μελλοντική οικονομική ανάπτυξη και οι συνολικές συνθήκες της αγοράς.
«Οι αρχές αξιολογούν κατά πόσον απαιτείται πρόσθετη τροποποίηση στον σχετικό εκτελεστικό νόμο του «Ηρακλή» για να αντικατοπτρίζει τις δυσμενείς επιπτώσεις της πανδημίας στις ανακτήσεις», αναφέρει η Επιτροπή, ωστόσο προσθέτει πως τα περισσότερα μορατόρια δανείων έληξαν στα τέλη του 2020, και τα αρχικά αποτελέσματα από τους δύο πρώτους μήνες του 2021 υποδηλώνουν ότι ο αριθμός των πιθανών αθετήσεων υποχρεώσεων ενδέχεται να μην υπερβεί την αρχική εκτίμηση.
Τέλος, η έκθεση αναφέρει πως μια πρόσφατα εγκριθείσα τροποποίηση του νόμου για το ΤΧΣ του επιτρέπει να συμμετέχει ως ιδιώτης επενδυτής σε μελλοντικές αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου των τραπεζών, όπου διατηρεί ποσοστό, κάτι που εφαρμόσθηκε ήδη στην περίπτωση της Τράπεζας Πειραιώς. «Άλλες βασικές πτυχές, όπως η διάρκεια ζωής του Ταμείου, η διακυβέρνηση, τα ειδικά δικαιώματα, η στρατηγική εκποίησης των συμμετοχών του και τα κριτήρια επιλεξιμότητας του διοικητικού συμβουλίου για τις τράπεζες, αναμένεται να εξεταστούν από κοινού έως τον Οκτώβριο του 2021», αναφέρει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.