Αντίθετοι οι Έλληνες εφοπλιστές με το νέο σύστημα εμπορίας ρύπων της ΕΕ
Η ΕΕΕ με ανακοίνωσή της χαρακτηρίζει την προτεινόμενη ένταξη της ναυτιλίας στο Σύστημα Εμπορίας Ρύπων της ΕΕ (EU ETS) ως «περιφερειακό αγορακεντρικό μέτρο», το οποίο είναι ασύμβατο με τον παγκόσμιο χαρακτήρα των θαλάσσιων μεταφορών ενώ υπονομεύει σοβαρά τις συνεχιζόμενες διεθνείς προσπάθειες και διαπραγματεύσεις για την απανθρακοποίηση του τομέα.
Ωστόσο η ΕΕΕ ξεχωρίζει ως κάτι θετικό την αναγνώριση εκ μέρους της Επιτροπής του ρόλου του ναυλωτή στην περιβαλλοντική συμπεριφορά του πλοίου, αφού αυτός είναι κατά κύριο λόγο υπεύθυνος για την επιλογή των καυσίμων του πλοίου, της διαδρομής, του φορτίου, της ταχύτητας και του σχετικού κόστους του καυσίμου που καταναλώνεται. «Η αναγνώριση της ευθύνης των ναυλωτών, για την κάλυψη του κόστους συμμόρφωσης στο πλαίσιο του EU ETS, δείχνει τη σωστή κατεύθυνση που θα πρέπει να έχουν οι συζητήσεις κατά την επόμενη φάση της νομοθετικής διαδικασίας, με τη συμμετοχή και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου», δήλωσε ο πρόεδρος της ΕΕΕ, Θεόδωρος Βενιάμης. «Ωστόσο, συμπλήρωσε, συμμεριζόμαστε πλήρως τις βαθιές ανησυχίες των εμπορικών διεθνών εταίρων της ΕΕ και την αντίθεσή τους κατά της επιβολής αυτού του μονομερούς μέτρου στο διεθνές εμπόριο, το οποίο εκλαμβάνεται ως ένα μέτρο εισροής εσόδων, και όχι ένα μέτρο με πραγματικά περιβαλλοντικά οφέλη».
Αναφορικά με την πρόταση FuelEU Maritime, η οποία στοχεύει στην προώθηση της χρήσης καθαρότερων ναυτιλιακών καυσίμων, ο κ. Βενιάμης σχολίασε ότι αντί να καθιστά υπεύθυνους τους προμηθευτές καυσίμων για ποιότητά τους, όπως συμβαίνει σε άλλους κλάδους των μεταφορών, η ΕΕ στοχοποιεί άδικα και αδικαιολόγητα τα πλοία και τους διαχειριστές τους.
Επίσης ο κ. Βενιάμης υπογράμμισε ότι χωρίς σημαντικές επενδύσεις στην έρευνα και ανάπτυξη από τους κατασκευαστές μηχανών, παραγωγούς καυσίμων και προμηθευτές ενέργειας, η ναυτιλιακή βιομηχανία θα παραμείνει εξαρτημένη από τον άνθρακα.
Τέλος η EEE στρέφει πλέον το βλέμμα προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη μέλη για το επόμενο στάδιο της νομοθετικής διαδικασίας σχετικά με αυτές τις αμφιλεγόμενες προτάσεις και ελπίζει ότι οι «οι ευρωπαϊκοί θεσμοί θα υιοθετήσουν μία συνετή και ρεαλιστική προσέγγιση».