Αρχή για το Ξέπλυμα : Πότε απαντά σε αμφισβητήσεις για το Πόθεν Έσχες και πότε όχι

Στη διευκρίνιση πως η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και συγκεκριμένα η Γ΄ Μονάδα της, δεν είναι και δεν λειτουργεί ως «γραφείο εξυπηρέτησης κοινού» για τους υπόχρεους στην υποβολή δηλώσεων Πόθεν Έσχες, προχώρησε ο επικεφαλής της Αρχής Χαράλαμπος Βουρλιώτης.
Ο επικεφαλής της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες Χαράλαμπος Βουρλιώτης.
INTIME

Σε έγγραφο που εξέδωσε αναφέρεται πως σύμφωνα μ το άρθρο 1 παρ. 4 του ν. 3213/2003 οι αμφισβητήσεις αποκλειστικά και μόνο ως προς την ιδιότητα του υπόχρεου επιλύονται με πράξη των κατά περίπτωση αρμοδίων οργάνων ελέγχου, η οποία εκδίδεται μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή της αίτησης του ενδιαφερομένου ή των οργάνων, που είναι αρμόδια να υποβάλουν την κατά την προηγούμενη παράγραφο, κατάσταση υπόχρεων.

Στη βάση αυτή ο πρόεδρος της Αρχής για το Ξέπλυμα ξεκαθάρισε πως μόνος αρμόδιος για την ορθή σύνταξη των καταστάσεων υπόχρεων προσώπων (εξασφάλιση ακριβούς γνώσης των πραγματικών συνθηκών, των ειδικών χαρακτηριστικών και του οικείου νομοθετικού καθεστώτος, διαπίστωση υποχρέωσης, γνώση διάρκειας υποχρέωσης) είναι ο εκάστοτε φορέας στον οποίο υπάγονται τα εν λόγω πρόσωπα.

Ως εκ τούτου, τυχόν προβληματισμοί, παράπονα, αμφιβολίες ή ερωτήματα σχετικά με τις αρμοδιότητες και τις συνθήκες απασχόλησης, τις ιδιότητες, τις νομικές προβλέψεις και υποχρεώσεις προσώπων που υπάγονται σε κάποιον φορέα και, εν τέλει, σχετικά με την υποχρέωση υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων, θα πρέπει να διερευνώνται, διαπιστώνονται και διευκρινίζονται από τον οικείο φορέα σε συνεργασία με το εκάστοτε πρόσωπο που υπάγεται σε αυτόν και έχει δηλωθεί ή ενδέχεται να δηλωθεί ως υπόχρεο προς υποβολή δήλωσης περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων κατά την κατάρτιση του πίνακα υπόχρεων προσώπων. Ο κάθε φορέας εξάλλου τυγχάνει ο καλύτερος και ενίοτε μοναδικός γνώστης των πραγματικών και νομικών συνθηκών, καθώς και του ρόλου και της λειτουργίας εκάστου υπόχρεου μέσα στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του.

Στο σημείο αυτό ο κ. Βουρλιώτης αποσαφηνίζει εμφατικά τα εξής: «Τις παραπάνω συνθήκες - πληροφορίες, ουδόλως δύναται να τις αξιολογεί πρωτογενώς ή αποκλειστικώς η Αρχή καθώς, άλλωστε, εκφεύγουν των αρμοδιοτήτων της. Η Αρχή δεν αποτελεί γενικό γνωμοδοτικό όργανο περί όλων των ζητημάτων, διοικητικών, υπηρεσιακών κ.ο.κ. απάντων των φορέων, δημοσίων ή μη δομών και οργανισμών, αλλά έχει οριστεί αρμόδια να επιλύει αμφισβητήσεις σύμφωνα με το αρ. 1 παρ. 4 του ν. 3213/2003 «αποκλειστικά ως προς την ιδιότητα του υπόχρεου» υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων. Τούτο σημαίνει ότι η αρμοδιότητά της αφορά στην απόφανσή της, εφόσον ζητηθεί, περί υπαγωγής συγκεκριμένης και ήδη διερευνηθείσας και διαπιστωμένης υπό του αρμοδίου φορέα ιδιότητας - αρμοδιότητας - θέσης κάποιου προσώπου, στις περιοριστικώς αναφερόμενες έννοιες και κατηγορίες ιδιοτήτων που προβλέπονται από το ν. 3213/2003».

Με βάση τα παραπάνω, ξεκαθαρίζει πως τυχόν αμφισβήτηση ως προς το εάν κάποιο πρόσωπο ανήκει στην κατηγορία των υπόχρεων προς υποβολή δήλωσης περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων και αντίστοιχη υποχρέωση της Αρχής για το Ξέπλυμα προς απάντηση σε αυτόν, υφίσταται, όταν παρατίθεται επακριβώς η περίπτωση του νόμου στην οποία δύναται να υπαχθεί ο υπόχρεος και εκτίθενται κατά τρόπο σαφή και αναλυτικό οι ενστάσεις ή απόψεις και τα νομικά επιχειρήματα του φορέα υποβολής της κατάστασης υπόχρεων προσώπων και, όποτε απαιτείται, και της εκάστοτε εποπτικής αρμόδιας αρχής για το εάν πράγματι το ανωτέρω πρόσωπο, με διευκρινισμένη αρμοδιότητα - θέση - ιδιότητα τυγχάνει υπόχρεος προς υποβολή δήλωσης περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων.

Ο κ. Βουρλιώτης αναφέρει στο σημείο αυτό πως «κάθε ζήτημα που τίθεται υπόψη της Γ' Μονάδας ενώ ευρίσκεται εκτός του συγκεκριμένου πλαισίου των αρμοδιοτήτων της (ως όργανο ελέγχου και ως όργανο άρσης αμφισβητήσεων αποκλειστικά ως προς την ιδιότητα του υπόχρεου), θεωρείται ότι υποβάλλεται απαραδέκτως».

Και γίνεται ακόμη πιο συγκεκριμένος, τονίζοντας πως απορίες (όπως π.χ. «πείτε μου αν είμαι υπόχρεος» - συνήθως οφειλόμενες σε έλλειψη ανάγνωσης του νόμου και προηγούμενης συνεννόησης με το φορέα), ανυποστήρικτοι προβληματισμοί, παράπονα, αμφιβολίες ή ερωτήματα είτε γενικής, είτε ασαφούς (ακουσίως ή και εκουσίως κάποιες φορές) ή αδιευκρίνιστης φύσεως τα οποία δεν συνιστούν υποβολή σαφών, τεκμηριωμένων και δομημένων «αμφισβητήσεων» δεν θα εξετάζονται από τη Γ' Μονάδα της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες.