Το 9% του δημοσίου χρέους της Ελλάδας απέκτησε η ΕΚΤ μέσω του PEPP

Σε συνέχεια της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης που προκάλεσε η εξάπλωση της πανδημίας από τις αρχές του 2020, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επέκτεινε τη χρήση «μη συμβατικών μέσων νομισματικής πολιτικής» για την τόνωση της ρευστότητας στην αγορά.
AP

Σε αυτό το πλαίσιο, έθεσε σε εφαρμογή ένα έκτακτο πρόγραμμα αγοράς τίτλων (Pandemic Emergency Purchase Program -PEPP) τον Μάρτιο του 2020, με στόχο τόσο ιδιωτικούς τίτλους αλλά και κυρίως κρατικούς τίτλους χρέους των χωρών μελών της ευρωζώνης.

Αποκλειστικά για τους σκοπούς αυτού του προγράμματος αυτού, οι ελληνικοί τίτλοι χρέους έγιναν για πρώτη φορά επιλέξιμοι από πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, κατ’ εξαίρεση της συνεχιζόμενης χαμηλής πιστοληπτικής τους διαβάθμισης.

Το πρόγραμμα PEPP αρχικά προβλεπόταν να αφορά σε αγορές τίτλων συνολικής αξίας 750 δισ. ευρώ (περίπου 6,5% του ετήσιου ΑΕΠ της Ευρωζώνης το 2020) σε βάθος διετίας. Το συνολικό επίπεδο αγορών αναθεωρήθηκε σε 1,35 τρισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2020 (12% του ετήσιου ΑΕΠ της ευρωζώνης), και σε 1,85 τρισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2020 (16% του ετήσιου ΑΕΠ της Ευρωζώνης).

Από αυτό το «φάκελο» αγορών, έως τα τέλη του Σεπτεμβρίου του 2021, είχαν πραγματοποιηθεί σωρευτικές καθαρές αγορές τίτλων αξίας 1,41 τρισ. ευρώ, ήτοι περίπου το 76,3% του συνολικού προϋπολογισμού, εκ των οποίων το 96,7% αφορούσε την αγορά κρατικών τίτλων και το υπόλοιπο ιδιωτικών τίτλων.

Ως προς τη διάρκεια του προγράμματος PEPP, η ΕΚΤ έχει ανακοινώσει ότι οι καθαρές αγορές στο πλαίσιο του προγράμματος θα σταματήσουν όταν κρίνει ότι η κρίση πανδημίας έχει ξεπεραστεί και όχι νωρίτερα από τον Μάρτιο του 2022. Επίσης, τα κεφάλαια από τους αγορασμένους- υπό το πρόγραμμα PEPP- τίτλους που λήγουν, θα επανεπενδύονται, τουλάχιστον έως και το τέλος του 2023.

Στην περίπτωση της Ελλάδας, το πρόγραμμα PEPP οδήγησε σε αγορές ελληνικών κρατικών ομολόγων οι οποίες τη 18μηνη περίοδο Μαρτίου 2020-Σεπτεμβρίου 2021 ξεπέρασαν σωρευτικά το ποσό των 32,1 δισ. ευρώ. Αυτό ισοδυναμεί με το 19,4% του ΑΕΠ της χώρας το 2020, που είναι το υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης, ακολουθούμενη από την Πορτογαλία, την Ιταλία και την Ισπανία που καταγράφουν επίσης υψηλά ποσοστά.

Σε όρους δημοσίου χρέους, οι αγορές μέσω PEPP από την Ελλάδα αντιστοιχούν στο 9% του συνολικού χρέους, ποσοστό που είναι σαφώς χαμηλότερο από το μέσο όρο της ευρωζώνης. Η ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα PEPP της ΕΚΤ αύξησε την μέση μηνιαία ζήτηση για αγορά ελληνικών κρατικών ομολόγων περίπου κατά 1,8 δισ. ευρώ ή 1,1% του ΑΕΠ.