HSBC: Όταν η Ελληνική «Τίγρης» έμαθε ξανά να βρυχάται...
Σε έκθεσή τους με ημερομηνία 4.4.2012, οι αναλυτές παίρνουν ως αφετηρία της αφήγησής τους το όχι και τόσο μακρινό τέλος του 2015, χρόνος κατά τον οποίο η Ελλάδα βρίσκεται σε εντελώς διαφορετική κατάσταση.
«Στα τέλη του 2015 η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να κοιτάξει προς τα πίσω με κάποια ικανοποίηση για τα πρόσφατα επιτεύγματά της. Οι έξω, που κάποτε είχαν απελπιστεί με την Ελλάδα, τώρα έβλεπαν μια «Ελληνική Τίγρη». Το Χρηματιστήριο ανέκαμπτε, τα επιτόκια δανεισμού μειώθηκαν σε επίπεδα κάτω από αυτά της Ιταλίας ή της Ισπανίας, ενώ η Ελλάδα αποτελούσε διέξοδο για κινεζικά και ινδικά κεφάλαια.
Η Αθήνα, έχοντας αποκόψει τους δεσμούς της με την Ευρώπη, γνωστή και ως «η συμφορά», φαινόταν να έχει εξασφαλίσει το μέλλον της. Όταν οι πρώην εταίροι απομακρύνθηκαν, η χώρα βρήκε νέες πηγές χρηματοδότησης, κυρίως από τη Ρωσία, που σχεδίαζε την κατασκευή τερματικού σταθμού φυσικού αερίου στη Θεσσαλονίκη και την Κίνα.
Κατά την περίοδο της «συμφοράς», η Κίνα είχε δείξει ενθουσιασμό για την Ελλάδα. Το λιμάνι του Πειραιά είχε μεταφερθεί στην Cosco και είχε μετατραπεί σε κόμβο για τα κινεζικά προϊόντα προς τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, την Αραβική Χερσόνησο και τη Βόρεια Αφρική, προκαλώντας εκνευρισμό στην Τουρκία. Την ίδια ώρα, η Ελλάδα είχε κυριαρχήσει στην αγορά ελαιολάδου στην Κίνα, κερδίζοντας τους ανταγωνιστές της, λόγω της ανταγωνιστικής ισοτιμίας της.
Η απόφαση της Ελλάδας για έξοδο από την ευρωζώνη και την ΕΕ είχε ληφθεί με «βαριά καρδιά». Ο λαός, που ήθελε να μετέχει στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, αισθανόταν εγκαταλελειμμένος. Μετά από τρία χρόνια καταστροφής, ο λαός έπρεπε να προχωρήσει μπροστά.
Αρχικά, η «νέα δραχμή» έμοιαζε καταστροφική. Οι Έλληνες απέσυραν όλα τους τα χρήματα από τις τράπεζες, για να μην μετατραπούν τα ευρώ σε υποτιμημένες δραχμές. Το νέο νόμισμα έχασε τη μισή του αξία έναντι του ευρώ και η ύφεση εκτινάχθηκε στο 8%. Όμως, με τους ελέγχους στην κίνηση των κεφαλαίων και την αγορά συναλλάγματος, η Ελλάδα προστατεύθηκε από τις διακυμάνσεις στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου και εντός λίγων μηνών, η οικονομική κατάρρευση ανεκόπη.
Χωρίς την στήριξη των πρώην εταίρων, η κυβέρνηση έπεισε τους πολίτες ότι η λιτότητα ήταν απαραίτητη για την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας και εντός λίγων μηνών, οι εξαγωγές ανέκαμψαν και η οικονομία βρήκε τις ισορροπίες της.
Μετά την κατάρρευση της συναλλαγματικής ισοτιμίας και την τελική ανταλλαγή χρέους, η Ελλάδα καθιερώθηκε ως ελκυστικός προορισμός επενδύσεων για ξένους επενδυτές, οι οποίες έπαυσαν τις αντιδράσεις των συνδικαλιστών.
Η Ευρώπη έβλεπε την αναγέννηση με ζήλια και αγωνία, καθώς οι πολιτικοί είχαν προειδοποιήσει την Ελλάδα για το κόστος εξόδου από το ευρώ και την ΕΕ, όμως η χώρα έδειχνε να βγαίνει από την κρίση ανέπαφη.
Μετά την ελληνική επιτυχία, η κόλαση ακολούθησε για τις αγορές της ευρωζώνης. Η Γερμανία ζήτησε περισσότερη λιτότητα από την Ιταλία και την Ισπανία, παρά την ύφεση που συνεχιζόταν για τέταρτο χρόνο. Το κόστος δανεισμού του Ευρωπαϊκού Νότου αυξήθηκε, ενώ οι αγορές πιθανολογούσαν το ενδεχόμενο εξόδου της Ισπανίας και της Ιταλίας από το ευρώ. Η αντίθεση μεταξύ της ελληνικής επιτυχίας και της Ισπανικής και Ιταλικής αποτυχίας ήταν εμφανής, τόσο που οι Ισπανοί και οι Ιταλοί άρχισαν να ζητούν τη δική τους εκδοχή της ελληνικής σωτηρίας.
Την ίδια ώρα, οι Γερμανοί αναρωτιούνται τι πήγε στραβά, καθώς πίστευαν ότι η λιτότητα θα έλυνε τα προβλήματα. Η Κεντρική Τράπεζα της Γερμανίας είχε αντιταχθεί στη στήριξη των αδύναμων χωρών, ωστόσο το Βερολίνο είχε να αντιμετωπίσει ένα προφανές ρίσκο.
Η Άνγκελα Μέρκελ, αναγνώρισε τον κίνδυνο. Το να υποχρεώσει την Ελλάδα να εγκαταλείψει το ευρώ αποδείχθηκε ότι ήταν λάθος, ενώ τα κόστη για την Ελλάδα αντισταθμίστηκαν από τα οφέλη. Όμως, χώρες της ευρωζώνης βάλτωναν στην ύφεση. Η Μέρκελ είχε δύο επιλογές, είτε να πιέσει για μια δημοσιονομική ένωση που θα «κλείδωνε» τις μεταβιβαστικές πληρωμές –κάτι που πολέμησε όσον αφορά την Ελλάδα- είτε να αποχωρήσει η Γερμανία από το ευρώ, με ό,τι συνεπάγεται για τη γερμανική βιομηχανία.
Η Γερμανία είχε αποτύχει. Θέλοντας να τιμωρήσει στην Ελλάδα, κατέληξε να αντιμετωπίσει μια αδύνατη επιλογή, είτε να προχωρήσει σε δημοσιονομική ένωση, είτε να ανατιμήσει το νόμισμά της. Στοχεύοντας την Ελλάδα, το Βερολίνο πυροβόλησε το πόδι του».
Αν και οι αναλυτές της HSBC επισημαίνουν ότι η φανταστική αυτή ιστορία δεν αποτελεί μια ορθόδοξη προσέγγιση και δεν σημαίνει ότι τα πράγματα θα εξελιχθούν έτσι, τονίζουν ότι η ιδέα ότι εάν η Ελλάδα εγκαταλείψει το ευρώ, η Ευρωζώνη θα «ζήσει αυτή καλά κι εμείς καλύτερα», είναι λανθασμένη. Μπορεί μια έξοδος της Ελλάδας να τη βοηθήσει να ξεπεράσει τις δυσκολίες της, αλλά για τους υπόλοιπους γεννά σοβαρά ερωτηματικά.