Σταϊκούρας: Τα μελλοντικά οφέλη της Επαγγελματικής Ασφάλισης
Στην ανάγκη η Ελλάδα να οδηγηθεί σε μια διαπυλωνική στήριξη του ασφαλιστικού συστήματος, ώστε αυτό να προσαρμοστεί στις δημογραφικές τάσεις, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την επάρκεια των συντάξεων, τη βιωσιμότητα και τη δημοσιονομική ισορροπία, αναφέρθηκε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας μιλώντας στο 3ο Συνέδριο Επαγγελματικής Ασφάλισης.
Ο υπουργός τόνισε πως το ασφαλιστικό αποτελεί ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα, με πτυχές που άπτονται σχεδόν σε όλα τα πεδία του οικονομικού και κοινωνικού γίγνεσθαι, καθώς η γήρανση του πληθυσμού έχει σημαντική αρνητική επίδραση στα διανεμητικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, όπως αυτό της Ελλάδας, στο οποίο όλο και λιγότεροι εργαζόμενοι καλούνται να χρηματοδοτούν όλο και περισσότερους συνταξιούχους.
Στη βάση αυτή ο υπουργός τόνισε πως διεθνώς έχει αποδειχθεί ότι η διαπυλωνική στήριξη του ασφαλιστικού συστήματος έχει πολλαπλές θετικές συνέπειες για την κοινωνία, την εργασία και την οικονομία, καθώς συμβάλλει, μεταξύ άλλων:
- στην αντιμετώπιση και τον επιμερισμό του δημογραφικού κινδύνου,
- στην εισαγωγή ισχυρών κινήτρων αποτροπής της αδήλωτης εργασίας,
- στη μεγαλύτερη διασπορά ρίσκου, και, επομένως στη διαχρονικά μεγαλύτερη ασφάλεια για τις συντάξεις,
- στην ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης,
- στην εμπέδωση του αισθήματος κοινωνικής δικαιοσύνης.
Επικαλούμενος στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο υπουργός είπε πως το ύψος των στοιχείων ενεργητικού που κατέχουν τα Επαγγελματικά Ταμεία στην ευρωζώνη, ανέρχεται περίπου στο 25% του ΑΕΠ της περιοχής, αλλά τόνισε πως «αντιθέτως, στον τομέα αυτό, η Ελλάδα υπολείπεται», καθώς παρότι η Επαγγελματική Ασφάλιση έχει θεσμοθετηθεί από το 2002, δεν έχει καταφέρει να καθιερωθεί στη συνείδηση των ασφαλισμένων ως λύση για συμπληρωματική συνταξιοδοτική παροχή.
Τέλος, ανέφερε πως μια περαιτέρω ανάπτυξη του θεσμού εκτιμάται ότι θα έχει σημαντικά μακροοικονομικά οφέλη, οδηγώντας σε αύξηση της παραγωγικότητας και του ΑΕΠ. Ενδεικτικά, είπε πως θα προκύψουν νέα κεφαλαιακά αποθέματαπου μπορεί να ξεπεράσουν το 10% του ΑΕΠ μακροχρόνια και αντίστοιχα, εκτιμάται ότι το ΑΕΠ μπορεί να είναι υψηλότερο κατά έως και 2,7 δισ. ευρώ ετησίως, σε πραγματικούς όρους.