Επιταχύνει την ενεργειακή απεξάρτηση της Ελλάδας από τη Ρωσία η ουκρανική κρίση – Τα βασικά μεγέθη
Αυτό που πρέπει να τονιστεί είναι ότι οι εμπορικές σχέσεις της Ελλάδας με τη Ρωσία έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία 30 χρόνια, αλλά αυτή η πρόοδος είναι μονοδιάστατη καθώς η Ελλάδα εισάγει πάνω από τα δεκαπλάσια από αυτά που εξάγει στη Ρωσία.
Η Ρωσία είναι ο τέταρτος μεγαλύτερος εισαγωγικός εταίρος της Ελλάδας μαζί με την Ολλανδία, με το 80% των ρωσικών εξαγωγών προς τη χώρα μας να σχετίζονται με ορυκτά καύσιμα.
Ωστόσο, οι ρωσικές εξαγωγές προς την Ελλάδα δεν είναι σήμερα στο υψηλότερο ιστορικά σημείο. Εξελίχθηκαν σταδιακά από 1,2 δισ. ευρώ σε αξία το 2000, σε 6,6 δισ. ευρώ το 2013 και το 2021 κινήθηκαν κοντά στα 4 δισ. ευρώ.
Οι ρωσικές εισαγωγές αποτελούν μόνο ένα μικρό μέρος των συνολικών εισαγωγών της Ελλάδας. Κατά μέσο όρο, τα τελευταία 20 χρόνια, η αξία των εισαγωγών από τη Ρωσία αντιστοιχούσε στο 7% της συνολικής αξίας των ελληνικών εισαγωγών, ενώ πέρυσι ανήλθε στο 6%.
Μεταξύ των ετών 2010 - 2015 αυτή η αναλογία κινήθηκε υψηλότερα, αλλά ο λόγος ήταν κυρίως στατιστικός, καθώς οι ρωσικές εξαγωγές παρέμειναν σταθερές και οι εισαγωγές από άλλες χώρες μειώθηκαν λόγω της κρίσης.
Αλλά και το μέγεθος της αξίας των καυσίμων που εισάγει η Ελλάδα από τη Ρωσία σε σχέση με το ΑΕΠ δείχνει πως η εξάρτηση της Ελλάδος δεν είναι σημαντική. Το 2021 η αξία αυτών των καυσίμων διαμορφώθηκε στο 1,9% του ΑΕΠ περίπου, όταν το 2020 ήταν στο 1,5% του ΑΕΠ.
Και αυτά αφορούν κυρίως σε φυσικό αέριο και λιγότερο σε πετρέλαιο. Πρέπει να τονιστεί ότι τα τελευταία χρόνια οι εισαγωγές αργού πετρελαίου από τη Ρωσία έχουν μειωθεί σημαντικά. Αποτελούσε το 33% των συνολικών εισαγωγών αργού πετρελαίου το 2012. Μειώθηκαν περίπου στο 25% το 2016, μειώθηκαν στο 12% το 2018 και τώρα κινούνται κοντά στο 9,5%.
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε στα τέλη Δεκεμβρίου 2021 η Gazprom, η ρωσική εταιρεία εξήγαγε 3 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου στην Ελλάδα το 2021. Αν συσχετίσουμε αυτή την ποσότητα με τη συνολική αξία των εισαγωγών από τη Ρωσία για την ίδια περίοδο, προκύπτει ότι η μέση τιμή ανά κυβικό μέτρο αερίου ορίστηκε στο 1 ευρώ. Πάνω από δύο φορές υψηλότερο από ότι το 2020.
Να σημειωθεί πως από το 1996 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2021 έχουν εξαχθεί στην Ελλάδα από τη Ρωσία περίπου 55 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ρωσικού φυσικού αερίου.
Η μελλοντική συνεργασία
Στις αρχές Ιανουαρίου 2022 η Εμπορική ΔΕΠΑ υπέγραψε μακροπρόθεσμη συμφωνία προμήθειας φυσικού αερίου με την Gazprom η οποία προσφέρει νέους όρους έως το 2026. Σύμφωνα με τη ΔΕΠΑ αυτή η συμφωνία περιλαμβάνει «πολύ ανταγωνιστικές τιμές» σε σύγκριση με τις τρέχουσες ευρωπαϊκές τιμές φυσικού αερίου από το 2022 και μετά.
Η συμφωνία προβλέπει ότι η τιμή του φυσικού αερίου για τη ΔΕΠΑ θα αναπροσαρμόζεται ακολουθώντας την τιμή αναφοράς της Ολλανδίας (TTF) κατά 80%, ενώ το υπόλοιπο 20% θα αναπροσαρμόζεται βάσει της τιμής του πετρελαίου. Επιπλέον, κατά την ίδια συμφωνία, η Gazprom θα συνεχίσει να προμηθεύει τη ΔΕΠΑ με 2 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ετησίως.
Αν υποθέσουμε πως αυτή θα είναι και η τελική ποσότητα του εισαγόμενου αερίου από τη Ρωσία έως το 2030, αυτό σημαίνει πως η χώρα μας θα έχει στο μέλλον μικρότερη εξάρτηση από το ρωσικό αέριο.
Ο Διαχειριστής Συστήματος Μεταφοράς Φυσικού Αερίου (ΔΕΣΦΑ) προβλέπει ότι η ζήτηση φυσικού αερίου θα εκτιναχθεί σχεδόν κατά 10,5% τα επόμενα 8 χρόνια και θα φτάσει έως και τα 6,1 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου το 2030.
Καθώς η Ελλάδα έχει διαφοροποιήσει τις πηγές εφοδιασμού της με φυσικό αέριο και λόγω της ουκρανικής κρίσης αυτό θα ενταθεί, η σημασία του ρωσικού φυσικού αερίου στο ενεργειακό μείγμα θα μειωθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια.
Βάσει των εκτιμήσεων του ΔΕΣΦΑ για τη ζήτηση φυσικού αερίου έως το 2030, προκύπτει ότι το φυσικό αέριο της Ρωσίας το 2022 θα καλύπτει το 38% της συνολικής ζήτησης φυσικού αερίου της Ελλάδας και το 2030 θα καλύπτει το 32%.
Και αυτό δείχνει ότι η ενεργειακή εξάρτηση της Ελλάδας από τη Ρωσία μειώνεται συνεχώς.