Πάολο Τζεντιλόνι: Παρά την κρίση η Ελλάδα θα πρέπει να μειώσει το υψηλό δημόσιο χρέος της

Παράθυρο για πιθανή ειδική μεταχείριση των αμυντικών δαπανών, αλλά και το ενδεχόμενο να ληφθούν υπόψη ζητήματα ασφάλειας, και όχι μόνο συνθήκες σοβαρής οικονομικής πτώσης, όταν εξετάσει εκ νέου η Κομισιόν τηνπιθανότητα παράτασης της ισχύος της γενικής ρήτρας διαφυγής άφησε ο επίτροπος Οικονομίας Πάολο Τζεντιλόνι. Σε συνέντευξη που έδωσε χθες σε μικρή ομάδα ανταποκριτών ευρωπαϊκών Μέσων στις Βρυξέλλες, με αφορμή τις κατευθυντήριες γραμμές για τη δημοσιονομική πολιτική του 2023, ο κ. Τζεντιλόνι δήλωσε πάντως ότι η Ελλάδα θα πρέπει να μειώσει σταδιακά το υψηλό δημόσιο χρέος της.

O Eπίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων Πάολο Τζεντιλόνι.
O Eπίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων Πάολο Τζεντιλόνι.
AP
5'

Αναφερόμενος στην «άνευ προηγουμένου απόφαση στην ιστορία της ΕΕ» για παροχή στρατιωτικής βοήθειας 500 εκατ. ευρώ στην Ουκρανία, καθώς και στην «πρωτοφανή απόφαση από τη Γερμανία» για ενίσχυση των αμυντικών δαπανών της, ο κ. Τζεντιλόνι εκτίμησε ότι ο συνδυασμός αυτός θα καταλήξει σε δύο κατευθύνσεις.

«Πρώτον, πώς θα ενισχύσουμε την κοινή ευρωπαϊκή άμυνα, (πρέπει να γίνει) τώρα ή ποτέ, και, δεύτερον, πώς θα μεταχειριστούμε ορισμένες στρατηγικές επενδύσεις στην αναθεώρηση της οικονομικής διακυβέρνησης, που δεν συνδέονται μόνο με τις αμυντικές δαπάνες, αλλά κυρίως με τις πράσινες και ψηφιακές επενδύσεις. Και μπορεί να περιληφθεί επίσης η στρατηγική μας αυτονομία. Συζητάμε για το πώς μπορεί να γίνει και θα παρουσιάσουμε προτάσεις τον Ιούνιο». Αλλωστε, όπως είπε, η γερμανική απόφαση ενίσχυσης των αμυντικών της δαπανών «αλλάζει το παιχνίδι για τη συζήτηση στην ΕΕ για την κοινή άμυνα».

Πάντως, για το ζήτημα των εξαιρέσεων στρατηγικών επενδύσεων από δημοσιονομικούς κανόνες ξεκαθάρισε ότι πρώτη προτεραιότητα είναι η πράσινη μετάβαση. «Αλλά είμαι εντελώς ανοιχτός να εξετάσουμε το ζήτημα της αυτονομίας και της ανταγωνιστικότητάς μας, που αφορά και επενδύσεις ψηφιακές και αμυντικές. Αν λάβουμε ισχυρή απόφαση για την αυτονομία μας στην άμυνα σε συνεργασία με το ΝΑΤΟ, υπάρχει αρκετός χώρος για να συμπεριλάβουμε αυτού του είδους τις επενδύσεις υπό ειδική μεταχείριση. Αλλά το συζητάμε ακόμη».

Ξεκαθάρισε πάντως ότι δεν θέλει να δώσει την εντύπωση πως μπορεί να υπάρχει ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο, όπου μπορεί να προστεθεί κάθε στρατηγικός τομέας για ειδική μεταχείριση δαπανών, δηλώνοντας «πεπεισμένος» ότι αυτή είναι η ώρα για να ενισχύσει η ΕΕ την κοινή πολιτική και αυτονομία σε άμυνα και ενέργεια. «Πρέπει να αντιδράσουμε στην κρίση χτίζοντας την κοινή μας άμυνα» τόνισε. «Δεν μπορούμε να στηριζόμαστε στο ρωσικό φυσικό αέριο και μπορούμε να το κάνουμε σε συνοχή με την κλιματική μας στρατηγική». Πάντως, απέκλεισε το ενδεχόμενο, τουλάχιστον μέχρι την ώρα που μιλούσε, χθες, και με βάση την απόφαση στη συνάντηση G7, την Τρίτη, να υπάρξουν κυρώσεις που να αφορούν τη διακοπή της προμήθειας ενέργειας από τη Ρωσία.

Για τον αντίκτυπο της κρίσης ενέργειας, ο κ. Τζεντιλόνι εκτίμησε ότι είναι πιθανό να αυξηθεί στο επόμενο διάστημα, ενώ δήλωσε ότι μπορεί να εξεταστεί ένας πιθανός μηχανισμός αποζημίωσης για το κόστος που προκαλεί η κρίση, λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχει διαφορετικός αντίκτυπος στα κράτη-μέλη. Ορισμένες χώρες, σημείωσε, στην Ανατολική Ευρώπη, η Γερμανία και η Ιταλία, εξαρτώνται περισσότερο από το ρωσικό αέριο, παραπέμποντας σε σχετικές ανακοινώσεις από την Κομισιόν την επόμενη εβδομάδα. Επισήμανε πάντως ότι η ενίσχυση των ευάλωτων νοικοκυριών έναντι του κόστους ενέργειας δεν μπορεί να είναι μόνιμου χαρακτήρα, τονίζοντας ότι θα πρέπει να δοθεί έμφαση τώρα στην ενεργειακή αυτονομία της ΕΕ από τη Ρωσία, όχι πισωγυρίζοντας, αλλά προς την κατεύθυνση της πράσινης μετάβασης.

Σχετικά με τις δημοσιονομικές κατευθύνσεις για την επόμενη χρονιά και ειδικότερα για τις χώρες με υψηλό χρέος ο κ. Τζεντιλόνι τόνισε ότι στη βάση της «γενικής ουδέτερης θέσης» για την επόμενη χρονιά θα πρέπει να δοθεί έμφαση στο να μην αυξηθούν οι τρέχουσες δαπάνες και να ενισχυθούν οι δημόσιες επενδύσεις. «Για την επόμενη χρονιά δεν δίνουμε ποσοτικές συστάσεις για καμία χώρα, παρά μόνο ποιοτικές» ξεκαθάρισε, κάτι που ισχύει και για την Ελλάδα. Ειδικότερα για την Ελλάδα είπε ότι κατάφερε να συνεχίσει μεταρρυθμίσεις, να σχεδιάσει ένα θετικό πλάνο ανάκαμψης και να λάβει αποφάσεις για αυτό. «Ωστόσο, δεν είμαστε εκτός δυσκολιών και προβλημάτων ακόμη. Το δημόσιο χρέος παραμένει πολύ υψηλό. Είναι σημαντικό να δοθεί έμφαση σε στρατηγικές επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις, και πρέπει να μειωθεί σταδιακά το χρέος» τόνισε.

Γενικότερα για την ευρωπαϊκή οικονομία τόνισε ότι «παρά τις συνέπειες της κρίσης ο δρόμος προς την ανάκαμψη δεν θα εκτροχιαστεί τελείως». Σημείωσε, πάντως, ότι θα έχουμε σε μερικές εβδομάδες καλύτερη άποψη για τις συνέπειες, αλλά δεν θα είναι τέτοιες ώστε να υπονομεύσουν την ανάκαμψη, τονίζοντας ότι το RRF θα έχει σημαντικό θετικό αντίκτυπο. Οσον αφορά την πιθανότητα παράτασης της γενικής ρήτρας διαφυγής μετά το τέλος του 2022 ο κ. Τζεντιλόνι κατά τα Νέα τόνισε: «Θα επαναξιολογήσουμε την κατάσταση όσον αφορά τη ρήτρα γενικής διαφυγής τον Μάιο με τις εαρινές προβλέψεις. Οι κανόνες (για την ενεργοποίηση της ρήτρας) κάνουν λόγο για μια σοβαρή πτώση της ευρωπαϊκής οικονομίας, αλλά προφανώς αν έχουμε την άνοιξη μια εντελώς αβέβαιη κατάσταση υπό το πρίσμα της ασφάλειας, θα λάβουμε τις σωστές αποφάσεις».

Πάντως, σημείωσε πως, παρότι δεν είναι γνωστές ακόμη οι συνέπειες της κρίσης στην οικονομία, ο αντίκτυπος στις ενεργειακές τιμές είναι γνωστός. «Θα παραμείνουν υψηλές το 2023, τροφοδοτώντας υψηλό πληθωρισμό» είπε ο ιταλός επίτροπος, τονίζοντας ότι θα υπάρξουν και δημοσιονομικές συνέπειες εξαιτίας του πληθωρισμού και των έκτακτων δαπανών για να αντιμετωπιστεί η άνοδος στις τιμές ενέργειας, μεταξύ άλλων. Σημείωσε ακόμα ότι υπάρχει κίνδυνος μείωσης κατανάλωσης και επενδύσεων με αρνητικές συνέπειες για την ανάπτυξη, καθώς και κίνδυνος πιθανής έλλειψης φυσικού αερίου, αλλά όχι στασιμοπληθωρισμού. Για το NextGenerartionEU ξεκαθάρισε ότι δεν προτείνει να γίνει μόνιμο, αλλά «αν πετύχει, η μέθοδος της αντιμετώπισης κοινών προβλημάτων με κοινούς πόρους μπορεί να προταθεί πάλι».

Ροή Ειδήσεων Δημοφιλή