Ο ΟΟΣΑ ανησυχεί σοβαρά για το αδίκημα της ξένης δωροδοκίας στην Ελλάδα - Ζητά επείγουσες βελτιώσεις
Ο ΟΟΣΑ σημειώνει στην έκθεσή του πως «ανησυχεί σοβαρά για τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση του αδικήματος της ξένης δωροδοκίας από την Ελλάδα» και πως οι διαδικασίες «απαιτούν επείγουσα βελτίωση».
Όπως σημειώνει ο Οργανισμός, απαιτείται γενική μεταρρύθμιση της νομοθεσίας σχετικά με την ευθύνη των νομικών προσώπων.
Η Ομάδα Εργασίας του ΟΟΣΑ προχώρησέ σε μια σειρά συστάσεων για τη βελτίωση της ικανότητάς της Ελλάδας στην καταπολέμηση της δωροδοκίας αλλοδαπών δημοσίων λειτουργών στις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές. μεταξύ των άλλων ζήτησε από την Ελλάδα :
- Να λάβει επειγόντως μέτρα για τη βελτίωση της έρευνας και της δίωξης της δωροδοκίας αλλοδαπών.
- Να αναθεωρήσει βασικά στοιχεία του νομικού πλαισίου, ιδίως σε σχέση με τις κυρώσεις κατά φυσικών προσώπων και το καθεστώς της ευθύνης των νομικών προσώπων.
- Να προχωρήσει στην εφαρμογή νέας νομοθεσίας που θα παρέχει ισχυρή και αποτελεσματική προστασία από αντίποινα σε όσους καταγγέλλουν δωροδοκία αλλοδαπών δημοσίων λειτουργών.
- Να διασφαλίσει τις διαδικασίες ώστε οι υποθέσεις δωροδοκίας αλλοδαπών δημοσίων λειτουργών να μην υπόκεινται σε ακατάλληλη επιρροή από «πολιτικής φύσης ανησυχίες».
Στην έκθεση διατυπώνονται συστάσεις και επισημαίνονται τομείς με περιθώρια βελτίωσης όπως η αυτοτελής αναγνώριση της ποινικής ευθύνης των νομικών προσώπων, ο αποτελεσματικότερος εντοπισμός περιστατικών δωροδοκίας αλλοδαπών δημοσίων λειτουργών, καθώς και η λήψη μέτρων για την προστασία προσώπων που αποκαλύπτουν σχετικές παραβιάσεις.
Στην έκθεση επισημαίνεται ότι η συνένωση της Εισαγγελίας Διαφθοράς με την Εισαγγελία Οικονομικού Εγκλήματος με στόχο την αντιμετώπιση των αλληλοεπικαλύψεων αρμοδιοτήτων και πόρων, την αξιοποίηση συνεργειών και τη συγκέντρωση της τεχνογνωσίας, θα αποτελέσει αντικείμενο παρακολούθησης προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική διερεύνηση του αδικήματος της δωροδοκίας αλλοδαπών δημοσίων λειτουργών.
Η πορεία εφαρμογής των συστάσεων της έκθεσης θα παρακολουθείται από τον Οργανισμό τα δύο επόμενα έτη μέσω της υποβολής γραπτών εκθέσεων.