Η ΕΕ βάζει φρένο στην ψευδοοικολογική ταυτότητα και την προγραμματισμένη απαρχαίωση συσκευών
Πρώτον, ο κατάλογος των χαρακτηριστικών των προϊόντων για τα οποία ο έμπορος δεν μπορεί να παραπλανήσει τους καταναλωτές διευρύνεται ώστε να καλύπτει τις περιβαλλοντικές ή κοινωνικές επιπτώσεις, καθώς και την ανθεκτικότητα και τη δυνατότητα επισκευής.
Στη συνέχεια, προστίθενται επίσης νέες πρακτικές που θεωρούνται παραπλανητικές μετά από κατά περίπτωση αξιολόγηση, όπως η διατύπωση περιβαλλοντικού ισχυρισμού που σχετίζεται με μελλοντικές περιβαλλοντικές επιδόσεις χωρίς σαφείς, αντικειμενικές και επαληθεύσιμες δεσμεύσεις και στόχους και χωρίς ανεξάρτητο σύστημα παρακολούθησης.
Τέλος, η ΟΑΕΠ τροποποιείται με την προσθήκη νέων πρακτικών στον υφιστάμενο κατάλογο απαγορευμένων αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, τη λεγόμενη «μαύρη λίστα». Οι νέες πρακτικές θα περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων:
- Τη μη ενημέρωση σχετικά με χαρακτηριστικά που εισάγονται για τον περιορισμό της ανθεκτικότητας, για παράδειγμα, λογισμικό που διακόπτει ή υποβαθμίζει τη λειτουργικότητα του αγαθού μετά από συγκεκριμένο χρονικό διάστημα·
- Τη διατύπωση γενικών και ασαφών περιβαλλοντικών ισχυρισμών όταν δεν μπορούν να αποδειχθούν οι εξαιρετικές περιβαλλοντικές επιδόσεις του προϊόντος ή του εμπόρου. Παραδείγματα τέτοιων γενικών περιβαλλοντικών ισχυρισμών είναι «φιλικό προς το περιβάλλον», «οικολογικό» ή «πράσινο», οι οποίοι εσφαλμένα υποδηλώνουν ή δημιουργούν την εντύπωση εξαιρετικών περιβαλλοντικών επιδόσεων·
- Τη διατύπωση περιβαλλοντικού ισχυρισμού για ολόκληρο το προϊόν, όταν στην πραγματικότητα αυτό αφορά μόνο μια συγκεκριμένη πτυχή του προϊόντος·
- Την επίδειξη εθελοντικού σήματος βιωσιμότητας το οποίο δεν βασίζεται σε σύστημα επαλήθευσης από τρίτους ούτε έχει θεσπιστεί από δημόσιες αρχές·
- Τη μη ενημέρωση ότι ένα αγαθό έχει περιορισμένη λειτουργικότητα όταν χρησιμοποιεί αναλώσιμα, ανταλλακτικά ή εξαρτήματα που δεν παρέχονται από τον αρχικό παραγωγό.
Οι τροποποιήσεις αυτές αποσκοπούν στη διασφάλιση της ασφάλειας δικαίου για τους εμπόρους, αλλά και στη διευκόλυνση της επιβολής της νομοθεσίας σε υποθέσεις που σχετίζονται με την προβολή ψευδοοικολογικής ταυτότητας και την πρόωρη απαρχαίωση προϊόντων. Επιπλέον, διασφαλίζοντας ότι οι περιβαλλοντικοί ισχυρισμοί είναι θεμιτοί, οι καταναλωτές θα είναι σε θέση να επιλέγουν προϊόντα που είναι πραγματικά καλύτερα για το περιβάλλον από ό,τι τα ανταγωνιστικά τους. Αυτό θα ενθαρρύνει τον ανταγωνισμό προς πιο περιβαλλοντικώς βιώσιμα προϊόντα, μειώνοντας έτσι τις αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.