Διεθνής Διαφάνεια Ελλάς: Στο 25,4% του ΑΕΠ η παραοικονομία στην Ελλάδα το 2022

Στο 25,4% του ΑΕΠ θα ανέλθει εφέτος το μέγεθος της παραοικονομίας στην Ελλάδα, σύμφωνα με μελέτη που πραγματοποίησε η Διεθνής Διαφάνεια Ελλάς  σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Η μελέτη αναφέρει πως μεταξύ 1980-2020 ο μέσος όρος του μεγέθους της παραοικονομίας στην Ελλάδα διαμορφώθηκε στο 28,5% του ΑΕΠ, ενώ εκτιμάται πως μέχρι και το 2027 η παραοικονομία θα παραμείνει κοντά στο 26% του ΑΕΠ.

Στο 25,4% του ΑΕΠ θα ανέλθει εφέτος το μέγεθος της παραοικονομίας στην Ελλάδα
Στο 25,4% του ΑΕΠ θα ανέλθει εφέτος το μέγεθος της παραοικονομίας στην Ελλάδα
Pixabay
3'

Όπως σημειώνεται στη μελέτη, η πανδημία δεν φαίνεται να προκάλεσε μεγάλες διαφοροποιήσεις στο μέγεθος της παραοικονομίας. Υπάρχουν ενδείξεις πως το μέγεθος της μπορούσε να αυξηθεί, λόγω της αξιοποίησης από πολλούς των νέων ευκαιριών παραοικονομικής δραστηριότητας που δημιούργησε η πανδημική κρίση.

Ωστόσο, η παράλληλη οικονομική και ψυχολογική καθίζηση και οι εκτεταμένες κρατικές οικονομικές ενισχύσεις φαίνεται πως συγκράτησαν μια πιθανή αύξηση του μεγέθους της. Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης, όλες οι αιτίες που εξετάστηκαν ήταν στατιστικά σημαντικές και επιδρούν ουσιωδώς στο μέγεθος της ανεπίσημης οικονομίας.

Ο πιο σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει το μέγεθος της παραοικονομίας είναι το ποσοστό αυτοαπασχόλησης, ενώ η συνολική φορολογική επιβάρυνση, αν και σημαντική, φαίνεται να έχει λιγότερη σημασία. Όταν η μεταβλητή διακρίνεται σε φορολογική επιβάρυνση και επιβάρυνση κοινωνικών εισφορών, η πρώτη δεν είναι στατιστικά σημαντική, ενώ η δεύτερη φαίνεται να αποτελεί καθοριστική αιτία στην ύπαρξη και έκταση της παραοικονομίας στην Ελλάδα.

Η αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Ελλάδα, κατά την περίοδο της κρίσης, μάλλον οφείλεται στην κατάρρευση του ΑΕΠ, πράγμα το οποίο εξηγεί ως ένα βαθμό την μη στατιστική σημαντικότητα της μεταβλητής.

Αυτό που διαφοροποιεί την παρούσα μελέτη είναι η εύρεση μιας αρνητικής σχέσης μεταξύ ανεργίας και παραοικονομίας, με το αποτέλεσμα εισοδήματος να υπερισχύει του αποτελέσματος υποκατάστασης. Αυτό είναι ένα ενδιαφέρον εύρημα, το οποίο σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα της αυτοαπασχόλησης και των κοινωνικών εισφορών, δείχνει πως η παραοικονομία στην Ελλάδα παρακινείται κατά κύριο λόγο από την εργασία και όχι από την ανεργία. Δηλαδή, το πλαίσιο της αγοράς εργασίας διαμορφώνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην ευνοείται η απασχόληση στην επίσημη οικονομία, με τις ευκαιρίες και τα κίνητρα για δραστηριοποίηση στην ανεπίσημη οικονομία να είναι μεγαλύτερα (π.χ., όσο μεγαλύτερες είναι οι ασφαλιστικές εισφορές, τόσο μεγαλύτερο είναι το κίνητρο των εργαζόμενων, εργοδοτών και αυτοαπασχολούμενων να στραφούν στην αδήλωτη εργασία).

Η αρνητική σχέση μεταξύ ανεργίας και παραοικονομίας αντανακλάται ιδιαίτερα κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης. Το μέγεθος της ύφεσης ήταν τόσο μεγάλο ώστε μείωσε, όχι μόνο τη ζήτηση στην επίσημη οικονομία, αλλά και τη ζήτηση για παραοικονομικές δραστηριότητες, με αποτέλεσμα τη μείωση της απασχόλησης τόσο στον επίσημη όσο και στον ανεπίσημη οικονομία, την αύξηση της ανεργίας και τη μείωση του μεγέθους της παραοικονομίας. Από όσο γνωρίζουμε, αυτή είναι η πρώτη μελέτη που εξετάζει τον ρόλο του πολιτικού συστήματος στην παραοικονομία. Κυβερνήσεις με πολιτικές που ήταν στραμμένες περισσότερο στην ενδυνάμωση του κράτους πρόνοιας φαίνεται πώς συνέβαλλαν περισσότερο στη μείωση του μεγέθους της παραοικονομίας.

Σύμφωνα με τη μελέτη, «η λήψη μέτρων για το σπάσιμο του φαύλου κύκλου εμπιστοσύνης, παραοικονομίας και φορολογίας είναι εθνικά αναγκαία. Η παραοικονομία δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται μόνο ως ένα οικονομικό φαινόμενο, αλλά και ως κοινωνικό». Όπως τονίζεται, η έκταση της παραοικονομίας αντανακλά το βαθμό εμπιστοσύνης, συνέπειας και δικαιοσύνης όχι μόνο μεταξύ κράτους και κοινωνίας, αλλά και μεταξύ των ίδιων των πολιτών.

«Είναι σημαντικό να γίνουν μεταρρυθμίσεις τόσο στην αγορά εργασίας όσο και στη φορολογική διοίκηση. Με δεδομένες τις δυσοίωνες προβλέψεις για το μέγεθος της παραοικονομίας τα επόμενα χρόνια στην Ελλάδα, απαιτούνται άμεσα μεταρρυθμίσεις με στόχευση τη βελτίωση του θεσμικού και κανονιστικού πλαισίου που διέπει τη λειτουργία και αλληλοεπίδραση επιχειρήσεων, κράτους, πολιτών και αγορών, ώστε να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη της κοινωνίας στο κράτος δικαίου και στους θεσμούς», σημειώνεται στην μελέτη.

Ροή Ειδήσεων Δημοφιλή