Αναποτελεσματικές οι ρυθμίσεις φορολογικών οφειλών της Ελλάδας κατά την ΕΕ

«Η διαχείριση των δημοσίων εσόδων έχει ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια, αλλά η είσπραξη των φόρων παραμένει πρόκληση». Αυτή η αναφορά εμπεριέχεται στην έκθεση αξιολόγησης του Προγράμματος Σταθερότητας της Ελλάδας που έδωσε χθες στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Aπό το σύνολο των 5,896 δισ. ευρώ που ρυθμίστηκαν με τους νόμους 4611 και 4621 του 2019 θα έπρεπε να είχαν εισπραχθεί ήδη 2 δισ. ευρώ
INTIME

Όπως σημειώνεται στην έκθεση, η είσπραξη των ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών παραμένει μεγάλη πρόκληση για την Ελλάδα, καθώς το συνολικό ποσό των απλήρωτων φορολογικών οφειλών αντιστοιχεί στο 212,3% των συνολικών καθαρών εσόδων.

Κατά την Κομισιόν, οι ρυθμίσεις οφειλών με τις πολλές δόσεις δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα.

«Παρά τις προηγούμενες προσπάθειες για αύξηση της φορολογικής συμμόρφωσης και τα νέα ad hoc προγράμματα αποπληρωμής των οφειλών ιδιωτών προς τη φορολογική διοίκηση, φορολογικά χρέη συνέχισαν να δημιουργούνται ακόμη και πριν από την πανδημία, υπονομεύοντας την αξιοπιστία αυτών των προσπαθειών», αναφέρει η έκθεση.

Προσθέτει δε πως μέσω αυτών των ρυθμίσεων, η φορολογική διοίκηση παρείχε σε ένα ευρύ φάσμα οφειλετών την ευκαιρία να καθυστερήσουν την αποπληρωμή των φορολογικών τους υποχρεώσεων πέραν του καθιερωμένου, πλήττοντας έτσι την πειθαρχία πληρωμών.

Είναι ενδεικτικό πως από το σύνολο των 5,896 δισ. ευρώ που ρυθμίστηκαν με τους νόμους 4611 και 4621 του 2019 θα έπρεπε να είχαν εισπραχθεί ήδη 2 δισ. ευρώ, ωστόσο τα ποσά είσπραξης κινούνται χαμηλότερα.

Εφέτος από τις σχετικές ρυθμίσεις είχε προϋπολογισθεί η είσπραξη 600 εκατ. ευρώ, το 2023 σχεδόν 543 εκατ. ευρώ, το 2024 είχε προϋπολογισθεί η είσπραξη 510 εκατ. ευρώ, το 2025 σχεδόν 483 εκατ. ευρώ, το 2026 σχεδόν 465 εκατ. ευρώ , το 2027 σχεδόν 452 εκατ. ευρώ, το 2028 σχεδόν 441 εκατ. ευρώ και το 2029 σχεδόν 288 εκατ. ευρώ.

Να σημειωθεί πως με τις εν λόγω ρυθμίσεις δόθηκε η δυνατότητα σε πάνω από το 60% των ρυθμίσεων και συνολικά σε πάνω από το 83% των ρυθμιζόμενων οφειλών να ρυθμιστούν στο μέγιστο αριθμό δόσεων. Παράλληλα, οι οφειλέτες του υπόλοιπου 40% των ρυθμίσεων επέλεξαν να εξοφλήσουν σε λιγότερες δόσεις, αξιοποιώντας τις ευνοϊκές διατάξεις των εν λόγω νόμων.