Νέα εμπόδια για την Ελλάδα από την αύξηση των επιτοκίων – Οι προκλήσεις και η ΕΚΤ
Σημαντικά προσκόμματα στο πρόγραμμα δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου θέτει η αλλαγή της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ και η εκτίναξη του spread και των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων σε υψηλά επίπεδα τετραετίας.
Το spread, η διαφορά απόδοσης του δεκαετούς ελληνικού ομολόγου με το γερμανικό ομόλογο αναφοράς, διαμορφώθηκε χθες στις 270 μονάδες βάσης, στα υψηλότερα επίπεδα από τον Ιούλιο του 2019. Η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου ανήλθε στο 4,15%, στα υψηλότερα επίπεδα από το Δεκέμβριο του 2018.
Η άνοδος του κόστους δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου, η οποία εκτιμάται πως θα επιταχυνθεί μετά την αύξηση του επιτοκίου της ΕΚΤ τον Ιούλιο κατά 0,25%, θέτει προσκόμματα στο πρόγραμμα δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου για το 2022.
Το Δημόσιο υπολόγιζε να αντλήσει από τις αγορές συνολικά 12 δισ. ευρώ εφέτος. Ωστόσο, μέχρι σήμερα έχει καλύψει το 40% περίπου του στόχου αυτού. Τον Ιανουάριο η Ελλάδα άντλησε 3 δισ. ευρώ, με επιτόκιο περίπου 1,8%. Τον Απρίλιο άντλησε 1,5 δισ. ευρώ, με επιτόκιο της τάξεως του 2,4%. Στις 23 Μαΐου ο ΟΔΔΗΧ άντλησε 500 εκατ. ευρώ με απόδοση 3,61%.
Πλέον υπολείπονται 7 δισ. ευρώ για να πιαστεί ο στόχος των 12 δισ. ευρώ, ποσά που με τις παρούσες συνθήκες θα καλυφθούν μόνον εάν ο ΟΔΔΗΧ είναι διατεθειμένος να προσφέρει υψηλό επιτόκιο στους επενδυτές.
Και πλέον είναι προφανές πως οι χρηματοδοτικές συνθήκες διεθνώς θα μεταβληθούν και θα χειροτερεύσουν περισσότερο, όσο θα μειώνονται οι έκτακτες παρεμβάσεις στήριξης της ρευστότητας από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες διεθνώς.
Στη βάση αυτή η ΕΚΤ επανέλαβε χθες τη δέσμευση να στηρίξει την Ελλάδα, που βρίσκεται εκτός επενδυτικής βαθμίδας. Όπως σημείωσε, σε περίπτωση νέου κατακερματισμού της αγοράς, οι επανεπενδύσεις των ομολόγων που αγοράστηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος στήριξης κατά της πανδημίας (PEPP) θα μπορούν να προσαρμόζονται με ευελιξία ανά πάσα στιγμή, σε σχέση με τον χρόνο, τις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων και τις δικαιοδοσίες.
Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει την αγορά ομολόγων που εκδίδονται από την Ελλάδα πέρα και πάνω από τη μετακύλιση λήξεων, προκειμένου να αποφευχθεί διαταραχή.
Κάτι τέτοιο είναι κομβικής σημασίας, καθώς θα συνεχίσει να διευκολύνει την παροχή ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες και να τονώνει τη ζήτηση για ελληνικά κρατικά ομόλογα. Οι αγορές ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP ξεπέρασαν σωρευτικά στο 25μηνο Μαρτίου 2020-Μαρτίου 2022 τα 38,5 δισ. ευρώ ή το 21,1% του ΑΕΠ (2021), ποσοστό που είναι το υψηλότερο στην ευρωζώνη.