Πότε οι αυξήσεις επιτοκίων της ΕΚΤ θα αρχίσουν να πλήττουν την οικονομική δραστηριότητα
Οι επικείμενες αυξήσεις επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας μέσα στον Ιούλιο και εν συνεχεία το Σεπτέμβριο θα καταστήσουν ακριβότερο το κόστος χρήματος και θα περιορίσουν τη διαθέσιμη ρευστότητα, ωστόσο δεν θα περιορίσουν την οικονομική δραστηριότητα.
Η απάντηση δίνεται από την ίδια την οικονομική θεωρία, σύμφωνα με την οποία , η σταδιακή στροφή της νομισματικής πολιτικής δεν συνεπάγεται αυτόματα την αυστηροποίηση ή, πολύ περισσότερο, τη διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος περιοριστικής νομισματικής πολιτικής.
Για τον υπολογισμό της επίπτωσης του τρέχοντος επιπέδου του επιτοκίου στην οικονομική δραστηριότητα, πρέπει να συγκρίνεται το επίπεδο του πραγματικού επιτοκίου με το φυσικό επιτόκιο (natural interest rate ).
Οι επιδράσεις της νομισματικής πολιτικής καθίστανται περιοριστικές για την οικονομική δραστηριότητα μόνο αφότου το πραγματικό τρέχον επιτόκιο (η διαφορά του ονομαστικού επιτοκίου από τον πληθωρισμό της περιόδου) υπερβεί το φυσικό επιτόκιο.
Έτσι, για παράδειγμα στις ΗΠΑ, εκτιμάται ότι το φυσικό επιτόκιο κυμαίνεται γύρω στο 0,3%. Επίσης, ο αναμενόμενος πληθωρισμός έως το τέλος του 2022 κυμαίνεται από 3,7% έως 5,4%, αναλόγως με την πηγή. Δηλαδή, ακόμη και αν επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις των αγορών και το βασικό επιτόκιο στις ΗΠΑ βρίσκεται κοντά στο αναμενόμενο επίπεδο, το πραγματικό επιτόκιο θα παραμένει αρνητικό και αρκετά χαμηλότερο από το επίπεδο του επιτοκίου ισορροπίας.
Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για τη ζώνη του ευρώ, όπου οι αυξήσεις επιτοκίων αναμένεται να μην είναι τόσο μεγάλες όσο στις ΗΠΑ, ενώ οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό για το 2022 έχουν ενισχυθεί. Κατά συνέπεια, οι εγχώριες επιπτώσεις των αυξήσεων των επιτοκίων δεν αναμένονται ιδιαίτερα περιοριστικές.
Βέβαια, πρέπει να συνυπολογιστεί ότι η ταχύτερη αύξηση επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ οδηγεί σε διαμόρφωση ελκυστικότερου περιβάλλοντος επιτοκιακών αποδόσεων στις ΗΠΑ σε σύγκριση με τη ζώνη του ευρώ. Σύμφωνα με τη διεθνή χρηματοοικονομική θεωρία, οι διαφορές στις πραγματικές επιτοκιακές αποδόσεις οδηγούν σε εκροές κεφαλαίων από τη ζώνη με τις χαμηλότερες αποδόσεις (εν προκειμένω τη ζώνη του ευρώ) και εισροές στη ζώνη με μεγαλύτερες αποδόσεις (εν προκειμένω τη ζώνη του δολαρίου).
Την τρέχουσα περίοδο, η ανισορροπία αυτή οδηγεί σε ανατίμηση του δολαρίου περίπου 8,5% έναντι του ευρώ κατά τη διάρκεια του 2022, αμβλύνοντας έτσι την αυστηροποίηση των νομισματικών συνθηκών της ευρωζώνης.