Το ρωσικό πετρέλαιο, η Δύση και τα εφιαλτικά σενάρια για την Ελλάδα

Το 10% της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου προέρχεται σήμερα από τη Ρωσία, με τη χώρα να παράγει 10,1 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου την ημέρα. Αν η παραγωγή αυτή για οποιοιδήποτε λόγο μειωθεί τότε υπάρχουν φόβοι πως θα έχουμε μια νέα εκτίναξη των διεθνών τιμών του πετρελαίου, που κάποιοι τοποθετούν έως και 245% υψηλότερα από τα σημερινά επίπεδα των 110 δολαρίων το βαρέλι. Μια τέτοια εξέλιξη θα οδηγούσε σε κατάρρευση σχεδόν όλες τις οικονομίες που έχουν εξάρτηση από το πετρέλαιο, συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής.  
Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν με τον Ρώσο ομόλογό του Βλαντίμιρ Πούτιν
AP

Η Ρωσία συμμετέχει στην συμφωνία του ΟΠΕΚ+ , στο πλαίσιο της οποίας η παραγωγή πετρελαίου από τις χώρες που συμμετέχουν στην συμμαχία ρυθμίζεται σύμφωνα με την κατάσταση στην αγορά. Από τις 4 Ιανουαρίου του 2022, οι χώρες του ΟΠΕΚ+ ενέκριναν σχέδιο αύξησης της ημερήσιας παραγωγής πετρελαίου κατά 400 χιλιάδες βαρέλια ημερησίως. Και η Ρωσία συμφώνησε σε αυτό. Έτσι, τροφοδοτεί την αγορά με περισσότερα από 10,1 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου την ημέρα, παρά τις κυρώσεις που της έχουν επιβληθεί από τη Δύση λόγω της εισβολής στην Ουκρανία.

Ωστόσο, η ομαλή τροφοδοσία της παγκόσμιας αγοράς με ρωσικό πετρέλαιο μπορεί να επηρεασθεί από την κλιμάκωση των κυρώσεων της Δύσης. Οι επτά μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου (G7) τάχθηκαν προ ημερών υπέρ της επιβολής πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο, προκειμένου να ασκήσουν περαιτέρω πίεση στην ικανότητα του Κρεμλίνου να χρηματοδοτεί την εισβολή του στην Ουκρανία. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν παρουσίασε την ιδέα της θέσπισης πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο στους υπόλοιπους ηγέτες της G7 το Σαββατοκύριακο 25 και 26 Ιουνίου και οι ομόλογοί του συμφώνησαν να εξετάσουν τον τρόπο υλοποίησής της.

Όμως κάτι τέτοιο θα μπορούσε να λειτουργήσει μόνο αν όλοι οι βασικοί παραγωγοί και, κυρίως, όλοι οι βασικοί καταναλωτές συνεργαζόντουσαν. Και αυτό θεωρείται απίθανο, καθώς Κίνα και Ινδία αντιτίθενται σε μια τέτοια εξέλιξη. Γιατί; Διότι οι δύο χώρες προμηθεύονται ρωσικό πετρέλαιο με μεγάλη έκπτωση έως και 30 δολαρίων όταν σήμερα η τιμή του πετρελαίου είναι στα 110 δολάρια το βαρέλι.

Αλλά ακόμη και εάν ένας δυτικός συνασπισμός επέβαλε πλαφόν στο ρωσικό αέριο ή ένα δασμό που θα επιτελούσε τον ίδιο σκοπό, αυτή η απόφαση θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια αντίδραση της Ρωσίας με τεράστιες επιπτώσεις. Θα μπορούσε να οδηγήσει τον Βλαντιμίρ Πούτιν να μειώσει κατά 30% ή κατά 50% την ημερήσια παραγωγή πετρελαίου της Ρωσίας, ως μέσω πίεσης στη Δύση.

Αναλυτές της αμερικανικής επενδυτικής τράπεζας JPMorgan Chase & Co υπολόγισαν πως μια περικοπή 3 εκατ. βαρελιών στην ημερήσια παραγωγή πετρελαίου θα ωθούσε τις τιμές στα 190 δολάρια το βαρέλι, ενώ στο χειρότερο σενάριο της περικοπής της ημερήσιας παραγωγή πετρελαίου κατά 5 εκατ. βαρέλια, η τιμή του πετρελαίου θα μπορούσε να εκτοξευτεί στα 380 δολάρια το βαρέλι! Είναι αυτό πιθανό; Μια περικοπή της παραγωγής εκ μέρους της Ρωσίας θα οδηγούσε τα λοιπά μέλη του ΟΠΕΚ+ να αυξήσουν τη δική τους παραγωγή για να καλύψουν τη ζήτηση. Παράλληλα, η Ρωσία δεν θα μπορούσε να κρατήσει για μεγάλο διάστημα το χαμηλότερο όριο παραγωγής, καθώς αυτό θα την έπληττε οικονομικά και θα αποδυνάμωνε το ρούβλι. Και στις δυο περιπτώσεις, όμως το πετρέλαιο θα οδηγούνταν σε αισθητά υψηλότερα επίπεδα, από τα σημερινά.

Ο κίνδυνος για την Ελλάδα

Το σενάριο της μείωσης της παραγωγής πετρελαίου από τη Ρωσία θα ήταν εφιαλτικό για την Ελλάδα. Μια παράθεση των στοιχείων δείχνει το γιατί. To 2021 όταν η μέση τιμή του πετρελαίου ήταν στα 70 δολάρια το βαρέλι και η μέση τιμή του φυσικού αερίου στα 47 ευρώ, η Ελλάδα πλήρωνε για εισαγωγές καυσίμων 1 δισ. ευρώ το μηνα.

Σήμερα με τη διεθνή τιμή του πετρελαίου στα 110 δολάρια και τη μέση τιμή του φυσικού αερίου στα 101 ευρώ, η Ελλάδα πληρώνει σε μηναία βάση για εισαγωγές καυσίμων 1,95 δισ. ευρώ, δηλαδή σχεδόν 100% περισσότερο σε σχέση με το 2021. Έτσι, από 13 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση το 2021, οι εισαγωγές καυσίμων το 2022 αναμένεται να ανέλθουν σε 24 δισ. ευρώ περίπου.

Μια αύξηση της διεθνούς τιμής του πετρελαίου στα 380 δολάρια το βαρέλι, ήτοι 245% υψηλότερα από τα σημερινά επίπεδα, θα οδηγούσε -στο πλέον εφιαλτικό σενάριο- κοντά στα 7 δισ. ευρώ την αξία των μηναίων εισαγωγών καυσίμων της Ελλάδας και στα 83 δισ. ευρώ την αξία των ετήσιων εισαγωγών. Καθώς το ποσό αυτό αναλογεί στο 40% του ελληνικού ΑΕΠ, είναι ξεκάθαρο πως μια τέτοια εξέλιξη θα συνεπαγόταν για την Ελλάδα οικονομική κατάρρευση, μεγαλύτερη και ταχύτερη, από εκείνη της εποχής των Μνημονίων.