Οι υπερχρεωμένες οικονομίες με αδύναμες τράπεζες διπλά ευάλωτες στον υψηλό πληθωρισμό
Οι πλούσιες δυτικές βιομηχανοποιημένες χώρες φαίνεται να έχουν παγιδευτεί σε ένα βρόχο, με απροσδόκητα υψηλότερο πληθωρισμό που φέρνει πίσω όχι μόνο μνήμες της δεκαετίας του 1970 αλλά και τις πολιτικές συζητήσεις και τις πολιτικές ανασφάλειες εκείνης της εποχής. Είναι ο πληθωρισμός πάντα και παντού ένα νομισματικό φαινόμενο ή μήπως είναι συνέπεια της δημοσιονομικής υπερβολικής επέκτασης – ή απλώς ένα σύμπτωμα μιας γενικότερης δημοκρατικής δυσλειτουργίας;
Η Ευρώπη είναι από αυτούς που αντιμετωπίζει απειλές διάλυσης. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ήταν ακόμη πιο αργή από τη Fed ή την Τράπεζα της Αγγλίας στην αύξηση των επιτοκίων. Αυτό οφείλεται εν μέρει επειδή ο χαρακτήρας του πληθωρισμού είναι διαφορετικός και επειδή ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει αυξήσει το ενεργειακό κόστος.
Ωστόσο, ο κύριος λόγος για τον οποίο διστάζει η ΕΚΤ είναι ο φόβος της ότι οι αγορές θα ερμηνεύσουν το υψηλότερο κόστος δανεισμού ως απειλή για την κρατική και τραπεζική σταθερότητα στις πιο υπερχρεωμένες χώρες της νότιας ευρωζώνης. Μια αύξηση του κόστους δανεισμού του Δημοσίου θα μπορούσε να αποδώσει διπλή καταστροφή που πολλοί φοβόντουσαν κατά τη διάρκεια της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους πριν από μια δεκαετία. Εάν οι υπερχρεωμένες κυβερνήσεις πρέπει να πληρώσουν υψηλότερα ασφάλιστρα κινδύνου και απειληθούν με αφερεγγυότητα, η αξία των ομολόγων τους θα μειωθεί, υπονομεύοντας τους ισολογισμούς των τραπεζών που τα κατέχουν.
Η πανδημία και η εφετινή γεωπολιτική κρίση υπενθύμισαν σε όλους ότι ακόμη και τα δημοσιονομικά ενοποιημένα κράτη δεν έχουν όλες τις απαντήσεις και μπορούν να γίνουν ευάλωτα στη διάλυση.
Προσπαθώντας να ενώσουν τις κοινωνίες με χρήμα, οι κεντρικές τράπεζες έχουν επανειλημμένα σπείρει τους σπόρους μιας ευρύτερης πολιτικής και κοινωνικής διάλυσης. Σε ομοσπονδιακά κράτη, όπως η Γερμανία στις αρχές της δεκαετίας του 1920 ή η Σοβιετική Ενωση και η Γιουγκοσλαβία στα τέλη της δεκαετίας του 1980, ο πληθωρισμός πυροδότησε μια φυγόκεντρη δυναμική και αυτονομισμό. Για τις ομόσπονδες Δημοκρατίες, η απόσχιση και η νομισματική αυτονομία έγιναν όλο και πιο ελκυστικές.
Προκαλώντας την αβεβαιότητα, ο πληθωρισμός μπορεί εύκολα να καταστρέψει μεγάλες, περίπλοκες πολιτικές οντότητες. Γνωρίζουμε ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν πιστεύει ότι η διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης ήταν η μεγαλύτερη πολιτική καταστροφή του εικοστού αιώνα. Μπορεί επίσης να πιστεύει ότι ο πληθωρισμός των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων – και οι κυβερνητικές προσπάθειες να περιορίσει τον αντίκτυπο με ακόμη μεγαλύτερη επιδότηση – θα καταστρέψουν τα βρετανικά, αμερικανικά και ευρωπαϊκά συνδικάτα.