Λαγκάρντ: Η Ελλάδα έχει φανταστικό κλίμα για ντομάτες
Σαφές μήνυμα προς τη χώρα μας να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις απηύθυνε η επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ.
Σε ομιλία της στη Ζυρίχη, η Λαγκάρντ δεν είχε καμία απολύτως λέξη να πει για το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών. Αντιθέτως, μίλησε με... θερμά λόγια για τις ελληνικές... ντομάτες, θέλοντας να δώσει ένα παράδειγμα για τις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν τόσο στη χώρα μας όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο.
Όπως ανέφερε η επικεφαλής του ΔΝΤ, θα πρέπει να γίνει απελευθέρωση των «κλειστών» επαγγελμάτων στη Νότια Ευρώπη, όπως για παράδειγμα στον κλάδο των φορτηγών καθώς η αγορά εισαγόμενης ντομάτας από την Ολλανδία είναι φθηνότερη από την τιμή της ντομάτας που παράγει ο Έλληνας αγρότης.
«Κάτι λάθος υπάρχει», ανέφερε η Λαγκάρντ, δίδοντας έμφαση στο «φανταστικό κλίμα» που έχει η Ελλάδα για την καλλιέργεια μιας νόστιμης ντομάτας και προσέθεσε ο κλάδος των φορτηγών απελευθερώνεται και ως εκ τούτου, τα πράγματα θα αλλάξουν προς το καλύτερο.
Στην ομιλία της, η Λαγκάρντ αναφέρθηκε στην «οικονομική πρόκληση» που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα και υποστήριξε ότι θα πρέπει να υπάρξουν τρία σημεία που οδηγούν προς τη σωστή κατεύθυνση, ήτοι η βραχυπρόθεσμη πορεία προς την ανάπτυξη, η μεσοπρόθεσμη πορεία προς την ανάπτυξη και η θεμελιώδης σημασία της διεθνούς συνεργασίας.
Επίσης, επισήμανε ότι αυτή τη στιγμή, στη Νότια Ευρώπη ο ένας στους πέντε ανθρώπους και ο ένας στους δύο νέους δεν μπορούν να βρουν δουλειά, κάτι που θα οδηγεί σε ενδεχόμενη καταστροφή σε οικονομικό, κοινωνικό και ανθρώπινο κόστος.
Η ίδια υποστήριξε ότι είναι λανθασμένη συζήτηση τα δύο στρατόπεδα της «ανάπτυξης» και της «λιτότητας» και τάχθηκε υπέρ μιας στρατηγικής που θα είναι καλή «για το σήμερα και το αύριο».
Παράλληλα, επανέλαβε ότι πρέπει να δοθεί έμφαση στην ανταγωνιστικότητα, υπογραμμίζοντας ότι στη νότια Ευρώπη οι μόνες επιλογές είναι η αύξηση της παραγωγικότητας ή η μείωση των μισθών.
Η κ. Λαγκάρντ έφερε και πάλι ως παράδειγμα την Ελλάδα, προβάλλοντας την άποψη ότι ο κατώτατος μισθός στη χώρα μας είναι 50% υψηλότερος απ' ό,τι στην Πορτογαλία, 17% υψηλότερος απ' ό,τι στην Ισπανία και 5-7 φορές υψηλότερος απ' ό,τι στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία.