Συντάξεις: Τι προβλέπει η ΚΥΑ για τους ομογενείς από την Αλβανία και χώρες της πρώην ΕΣΣΔ
Δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ (Β’ 4135/3.8.2022) η Κοινή Υπουργική απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Οικονομικών, Εξωτερικών, Προστασίας του Πολίτη και Εσωτερικών που αφορά στο νέο τρόπο υπολογισμού της Εθνικής Σύνταξης των ομογενών που προέρχονται από την Αλβανία και από χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.
Συγκεκριμένα μειώνονται τα απαιτούμενα για λήψη πλήρους εθνικής σύνταξης χρόνια διαμονής στη χώρα από 40 σε 30, καθώς οι ομογενείς από τις δύο αυτές περιοχές δεν ήταν σε θέση να βρίσκονται και να εργάζονται στην Ελλάδα προ του 1992, λόγω των ιδιαίτερων πολιτικών συνθηκών που επικρατούσαν στις χώρες διαμονής τους εκείνη την περίοδο.
Με την εν λόγω ΚΥΑ ορίζονται οι δικαιούχοι, ο τρόπος υπολογισμού της εθνικής σύνταξης και τα απαραίτητα δικαιολογητικά, αλλά και η διαδικασία σύμφωνα με την οποία θα γίνει ο νέος υπολογισμός. Για όσους είναι ήδη συνταξιούχοι ή θα καταστούν συνταξιούχοι εντός του 2022, η πλήρης εθνική σύνταξη θα καταβάλλεται εφόσον έχουν 30 έτη διαμονής στη χώρα, ενώ για κάθε χρόνο που υπολείπεται των 30 θα μειώνεται κατά 1/30. Σταδιακά το όριο αυτό αναπροσαρμόζεται ετησίως, έτσι ώστε μετά από μία δεκαετία, δηλαδή, από το 2032 και μετά οι προϋποθέσεις να εξομοιώνονται για όλους τους δικαιούχους εθνικής σύνταξης και πλέον να απαιτούνται 40 χρόνια διαμονής.
Η απόδειξη της ομογενειακής ιδιότητας γίνεται είτε με την προσκόμιση αντιγράφου δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και πιστοποιητικό εγγραφής στο Μητρώο Πολιτών, εφόσον έχει αποκτηθεί η ελληνική ιθαγένεια, είτε με επικυρωμένο αντίγραφο του ισχύοντος αλλοδαπού διαβατηρίου και αντίγραφο ισχύοντος Ειδικού Δελτίου Ταυτότητας Ομογενούς (ΕΔΤΟ), εάν ο δικαιούχος δεν είναι Έλληνας πολίτης.
Αντίστοιχα περιγράφονται τα αποδεικτικά στοιχεία κατοικίας στην Ελλάδα, τα οποία ενδεικτικά περιλαμβάνουν:
- Άδεια Διαμονής Ενιαίου Τύπου (ΑΔΕΤ) που χορηγείται στους κατόχους ΕΔΤΟ, είτε με τη μορφή αυτοκόλλητης ετικέτας επί παλαιού αλλοδαπού διαβατηρίου, είτε με τη μορφή αυτοτελούς εγγράφου διάρκειας 10 ετών, ή παλαιά εθνική θεώρηση εισόδου ομογενούς ή άδειες διαμονής άλλου τύπου,
- αντίγραφα εκκαθαριστικών σημειωμάτων της εφορίας που αφορούν στα έτη νόμιμης διαμονής στη χώρα,
- βεβαίωση της αρμόδιας δημοτικής αρχής για Μόνιμη Κατοικία,
- μισθωτήρια συμβόλαια κατοικίας,
- λογαριασμούς παροχής υπηρεσιών κοινωφελούς χαρακτήρα,
- πιστοποιητικό μετοικεσίας,
- βιβλιάριο υγείας,
- βεβαίωση από την Δημόσια Υπηρεσία απασχόλησης (πρώην ΟΑΕΔ) για κατάθεση δικαιολογητικών για την καταβολή εφάπαξ επιδόματος ομογενών ή ανεργίας.
Επίσης, εφόσον κατά την εξεταζόμενη περίοδο έχει δημιουργηθεί πραγματικός χρόνος ασφάλισης στην Ελλάδα, η περίοδος αυτή θεωρείται και χρόνος διαμονής.
Ο επανυπολογισμός της εθνικής σύνταξης θα γίνει αναδρομικά από 1.1.2022 για όσους ήταν ήδη συνταξιούχοι εκείνη την ημερομηνία και από την ημερομηνία έναρξης καταβολής της σύνταξης εφόσον κατέστησαν συνταξιούχοι σε μεταγενέστερη ημερομηνία. Επιπλέον η ΚΥΑ καταλαμβάνει και όσους λαμβάνουν σύνταξη λόγω θανάτου προσώπου που είχε την ομογενειακή ιδιότητα.
Τέλος, στην ΚΥΑ περιγράφεται αναλυτικά και η διαδικασία υποβολής αίτησης για επανυπολογισμό της εθνικής τους σύνταξης, η οποία μπορεί να υποβληθεί οποτεδήποτε, ηλεκτρονικά ή χειρόγραφα με βάση τις οδηγίες που θα εκδώσει ο e-ΕΦΚΑ. Συνοπτικά, όσοι έχουν ήδη λάβει σύνταξη ή έχουν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης που εκκρεμεί θα πρέπει να υποβάλλουν αίτηση για επανυπολογισμό της εθνικής τους σύνταξης, προσκομίζοντας τα απαραίτητα δικαιολογητικά, ενώ όσοι υποβάλλουν εφεξής αίτηση συνταξιοδότησης θα δηλώνουν την ομογενειακή τους ιδιότητα με την αίτηση.
Ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Κωστής Χατζηδάκης δήλωσε: «Επί σειρά ετών οι Έλληνες Βορειοηπειρώτες και οι Έλληνες που έχουν έρθει από την πρώην Σοβιετική Ένωση υφίσταντο μια αδικία για τις συντάξεις τους, εξαιτίας μιας ρύθμισης του νόμου Κατρούγκαλου που καθιστούσε πρακτικά αδύνατη τη λήψη πλήρους εθνικής σύνταξης από τους ομογενείς μας. Αυτή την αδικία αίρουμε στην πράξη, μετά από προσωπική δέσμευση και του ίδιου του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη. Είμαστε αποφασισμένοι να αντιμετωπίζουμε τα ζητήματα αυτά με ένα πνεύμα δικαιοσύνης και κοινής λογικής, πάντοτε φυσικά μέσα στα όρια των αντοχών της οικονομίας».