Εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών έως 240 δόσεις - Ποιοι υπάγονται, ποιοι εξαιρούνται
Με σχετική εγκύκλιο η ΑΑΔΕ δίνει οδηγίες προς τις αρμόδιες υπηρεσίες για το πώς πρέπει να αντιμετωπίσουν τις αιτήσεις οφειλών εντός του ισχύοντος πλαισίου. Στην εξωδικαστική ρύθμιση υπάγονται οι οφειλές προς το Δημόσιο που είναι βεβαιωμένες, μεταξύ αυτών και οι προσαυξήσεις, τα πρόστιμα και οι τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής.
Εξαιρούνται, αντιθέτως, οι απαιτήσεις από ανακτήσεις κρατικών ενισχύσεων, οφειλές από τελωνειακούς δασμούς της Ευρωπαϊκής Ενωσης, οφειλές προς αλλοδαπό Δημόσιο, οφειλές υπέρ άλλων τρίτων που βεβαιώνονται και εισπράττονται κατά ΚΕΔΕ και οι οφειλές που έχουν ήδη ρυθμιστεί.
Το ισχύον πλαίσιο της εξωδικαστικής ρύθμισης δίνει τη δυνατότητα αποπληρωμής των οφειλών προς το Δημόσιο σε έως 240 έντοκες μηνιαίες δόσεις. Ο αριθμός καθορίζεται βάσει της ικανότητας αποπληρωμής του οφειλέτη και προβλέπει ως ελάχιστο ποσό δόσης τα 50 ευρώ, χωρίς περίοδο χάριτος. Το τελικό ποσό αποπληρωμής και ο προσδιορισμός των δόσεων υπολογίζονται αυτοματοποιημένα μέσω σχετικού υπολογιστικού εργαλείου.
Ο εξωδικαστικός μηχανισμός προβλέπει και τη διαγραφή οφειλών. Βασική προϋπόθεση είναι ότι το Δημόσιο δεν θα βρίσκεται σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν στην οποία θα βρισκόταν σε περίπτωση ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Στη διαγραφή οφειλών εξαιρείται η βασική οφειλή από παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους.
Κατά το διάστημα ισχύος της σύμβασης αναδιάρθρωσης προβλέπεται η άρση των κατασχέσεων απαιτήσεων μετά την απόφαση του προϊσταμένου της αρμόδιας υπηρεσίας της φορολογικής διοίκησης. Εκδίδεται υποχρεωτικά κατόπιν αίτησης του οφειλέτη και μόνο αν έχει εξοφληθεί ποσοστό 75% του συνολικού προς καταβολή στο Δημόσιο ποσού της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών. Σε περίπτωση καθυστέρησης στην καταβολή δόσεων η ρύθμιση χάνεται.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο, η ρύθμιση χάνεται σε περίπτωση καθυστέρησης στην καταβολή των δόσεων που ορίζονται στη σύμβαση αναδιάρθρωσης για τις οφειλές προς το Δημόσιο, με συνέπεια το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση να υπερβαίνει αθροιστικά είτε την αξία τριών δόσεων είτε την αξία τουλάχιστον του 3% του συνολικά οφειλόμενου στο Δημόσιο ποσού σύμφωνα με τη σύμβαση.