Η στροφή σε πράσινα καύσιμα καθυστερεί λόγω αύξησης των οδικών μεταφορών
Η μείωση των εκπομπών ρύπων από τα βαρέα οχήματα λόγω βελτίωσης της τεχνολογίας τους «χάνεται» εξαιτίας της αύξησης των οδικών μεταφορών.
Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος, η οποία σημειώνει πόσο περιορισμένη παραμένει η χρήση ηλεκτρικών και υβριδικών βαρέων οχημάτων στις ευρωπαϊκές χώρες, σε έναν κλάδο που ευθύνεται για το ένα τέταρτο των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από τις οδικές μεταφορές.
Σύμφωνα με την έκθεση:
• Παρότι οι εκπομπές ρύπων του θερμοκηπίου μειώνονται συνεχώς την τελευταία δεκαετία, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από βαρέα οχήματα αυξάνονται σταθερά από το 2014. Μόνη εξαίρεση το 2020, λόγω της πανδημίας. Συνολικά, από το 1990 έως το 2019 η αύξηση των εκπομπών από τη συγκεκριμένη κατηγορία οχημάτων ήταν 29%. Το 85% των εκπομπών προέρχεται από τα βαρέα φορτηγά και το υπόλοιπο 15% από λεωφορεία και ρυμουλκούμενα (τρέιλερ).
• Παρότι η αποδοτικότητα των βαρέων οχημάτων έχει αυξηθεί, αυτό δεν αρκούσε για να μειωθούν οι εκπομπές ρύπων από αυτά. Η αιτία δεν είναι άλλη από την αυξημένη ζήτηση για οδικές μεταφορές. Για παράδειγμα, ενώ οι μεταφορές προϊόντων μέσω ποταμών και σιδηροδρόμων αυξήθηκαν κατά 5% από το 2000 έως το 2019, οι μεταφορές μέσω φορτηγών αυξήθηκαν κατά 31%. Ως αποτέλεσμα, το ποσοστό των φορτίων που μεταφέρθηκε με βαρέα φορτηγά αυξήθηκε από 72% το 2000 σε 76,4% το 2019. Η αύξηση αυτή «απορρόφησε» τη βελτίωση της αποδοτικότητας των βαρέων οχημάτων: η κατανάλωση ενέργειας ανά τόνο και χιλιόμετρο μειώθηκε κατά 15% το 2000-2019.
Η έκθεση εξετάζει τα νέα βαρέα οχήματα που καταχωρίστηκαν στις ευρωπαϊκές χώρες. Χρησιμοποιώντας ενδεικτικά ένα έτος, από το καλοκαίρι του 2019 έως το καλοκαίρι του 2020, στην Ε.Ε. καταχωρίστηκαν 386.700 νέα βαρέα φορτηγά, 260.500 τρέιλερ και 44.050 λεωφορεία. Από αυτά, το 98% είναι κινούμενα με βενζίνη ή diesel, το 2% με υγραέριο, ενώ ελάχιστα (κάτω από 0,1%) ήταν τα υβριδικά και ηλεκτρικά βαρέα οχήματα. Στην Ελλάδα, το προαναφερθέν διάστημα καταχωρίστηκαν 673 φορτηγά, 95 τρέιλερ και 458 λεωφορεία, στο σύνολό τους κινούμενα με βενζίνη ή diesel. Οσον αφορά τα επιβατικά αυτοκίνητα και τα βαν, το 70% των οχημάτων στη χώρα μας κινούνται με βενζίνη, το 27% με diesel και το 2% με υγραέριο.
Η έκθεση υποδεικνύει την ανάγκη η Ε.Ε. να ενισχύσει ένα διαφορετικό μοντέλο μεταφορών: για τη μεταφορά προϊόντων να υποστηρίξει πιο αποδοτικές μεθόδους, όπως τις σιδηροδρομικές και θαλάσσιες μεταφορές. Και για τη μετακίνηση των πολιτών, την ενίσχυση των μέσων μαζικής μεταφοράς. Να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, τα βαρέα φορτηγά θα πρέπει να μειώσουν τις εκπομπές ρύπων κατά 15% έως το 2025 και 30% έως το 2030 σε σχέση με το 2019. Εως το τέλος του έτους θα εξεταστεί η επέκταση του μέτρου σε λεωφορεία και ρυμουλκούμενα, αλλά και μικρότερα φορτηγά, με δεσμευτικούς στόχους έως το 2040.
Πάντως, καταλήγει η έκθεση, προκειμένου να διευκολυνθεί η «στροφή» των μεταφορών σε πιο φιλικά προς το περιβάλλον καύσιμα θα πρέπει να ενισχυθούν και οι σταθμοί φόρτισης ή ανεφοδιασμού υδρογόνου και να δοθούν κίνητρα για ανανέωση του στόλου.
Στην Ελλάδα το σύνολο των νέων βαρέων φορτηγών κινείται με βενζίνη ή diesel, ενώ στα επιβατικά αυτοκίνητα και στα βαν κυριαρχεί η βενζίνη.