Αυξήσεις για τη μεγάλη πλειονότητα των συνταξιούχων το επόμενο τρίμηνο
Αναλυτικά, οι αυξήσεις που θα εφαρμοστούν από 1/1/2023 στις κύριες συντάξεις αφορούν πάνω από τα 2/3 των συνταξιούχων (περίπου 1,6 εκατομμύριο), με το συνολικό δημοσιονομικό κόστος να ανέρχεται σε τουλάχιστον 600 εκατ. ευρώ. Η αύξηση αναμένεται να ξεπεράσει το 6% και προκύπτει με βάση ειδικό συντελεστή που διαμορφώνεται κατά 50% από τη μεταβολή του ΑΕΠ και κατά 50% από τη μεταβολή του δείκτη τιμών καταναλωτή του 2022. Ακριβής εικόνα για το τελικό ύψος των αυξήσεων θα υπάρχει στις αρχές του 2023.
Για παράδειγμα, συνταξιούχος χωρίς προσωπική διαφορά που σήμερα λαμβάνει καθαρά 750 ευρώ τον μήνα, από 1/1/2023 και με αύξηση της τάξεως του 6% θα δει τη σύνταξή του να αυξάνεται κατά 45 ευρώ τον μήνα φτάνοντας στα 795 ευρώ (ετήσιο όφελος 540 ευρώ). Σε περίπτωση που η αύξηση ανέλθει στο 6,5%, η σύνταξή του αυξάνεται κατά 49 ευρώ τον μήνα φτάνοντας στα 799 ευρώ (ετήσιο όφελος 588 ευρώ), ενώ εάν η αύξηση είναι στο 7,5%, θα διαμορφωθεί στα 56 ευρώ τον μήνα και η σύνταξη θα ανέλθει στα 806 ευρώ (ετήσιο όφελος 672 ευρώ). Εάν η προσωπική διαφορά είναι μικρή, της τάξεως των 21 ευρώ, και λαμβάνει καθαρά 1.000 ευρώ μηνιαίως, μια αύξηση 6% υπερκαλύπτει την προσωπική του διαφορά και θα έχει μηνιαίο όφελος 39 ευρώ (ετήσια αύξηση 468 ευρώ). Εάν η αύξηση των συντάξεων φτάσει στο 7,5%, τότε θα έχει μηνιαία αύξηση 54 ευρώ (ετήσια αύξηση 648 ευρώ).
Να σημειωθεί εδώ ότι υπάρχουν περίπου 60.000 συνταξιούχοι, σύμφωνα με τον ΕΦΚΑ, των οποίων οι συντάξεις δεν έχουν ακόμη επανυπολογιστεί με βάση τα όσα προβλέπει ο νόμος Κατρούγκαλου. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», σε αυτούς θα δοθούν στο σύνολό τους οι όποιες αυξήσεις αποφασιστούν και στη συνέχεια, όταν ολοκληρωθεί η διαδικασία επανυπολογισμού, θα γίνει η τελική εκκαθάριση ώστε να καθοριστεί η πραγματική αύξηση και τα πιθανά ποσά που θα πρέπει να επιστραφούν.
Οσο για τους περίπου 800.000 συνταξιούχους που θα δουν είτε λογιστικές αυξήσεις λόγω προσωπικής διαφοράς είτε οριακές αυξήσεις, σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας, θα ωφεληθούν στην πλειονότητά τους από την κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ.
Πρόκειται για την κατάργηση της λεγόμενης «φορολογικής εισφοράς αλληλεγγύης», και τα εισοδήματα αυτά των 12.000 ευρώ και άνω δεν αφορούν μόνο συντάξεις αλλά το σύνολο των δηλωθέντων εισοδημάτων ανά συνταξιούχο. Στο πλαίσιο αυτό, οι τελικοί ωφελούμενοι ξεπερνούν το 1 εκατομμύριο, με συνολικό δημοσιονομικό κόστος 274 εκατ. ευρώ.
Ετσι, για παράδειγμα, συνταξιούχος με συνολικό δηλωθέν εισόδημα 22.000 ευρώ από δύο πηγές, 17.000 ευρώ από συντάξεις και 5.000 ευρώ από ενοίκια, θα έχει συνολικό ετήσιο όφελος 276 ευρώ.
Βέβαια, ο συνδυασμός των δύο μέτρων έχει πολλαπλώς ωφελουμένους. Για παράδειγμα, συνταξιούχος ο οποίος λαμβάνει μηνιαίο μεικτό ποσό σύνταξης 2.500 ευρώ, εκ των οποίων 200 ευρώ αποτελεί προσωπική διαφορά. Το 2022 λάμβανε καθαρά στο χέρι, μετά την παρακράτηση ασφαλιστικών εισφορών, εισφοράς αλληλεγγύης και φόρων, 1.822 ευρώ. Το 2023, μετά την αύξηση 6% και την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης, η προσωπική του διαφορά μειώνεται σημαντικά στα 62 ευρώ και ο ίδιος θα λαμβάνει πλέον καθαρά στο χέρι 1.864 ευρώ, ως αποτέλεσμα της κατάργησης της εισφοράς αλληλεγγύης (ετήσιο όφελος 501 ευρώ). Εάν η αύξηση είναι της τάξεως του 7,5%, τότε η προσωπική του διαφορά μειώνεται ακόμη περισσότερο, στα 27,50 ευρώ, ενώ το καθαρό ποσό που θα λαμβάνει θα είναι 1.864 ευρώ.
Και βέβαια, υπάρχει και η εφάπαξ ενίσχυση 250 ευρώ σε ευάλωτες ομάδες, που αφορά τουλάχιστον 1 εκατ. συνταξιούχους (από 634.000 που ίσχυε πέρυσι) με ετήσιο ατομικό φορολογητέο εισόδημα έως 9.600 ευρώ (έναντι 7.200), ετήσιο οικογενειακό εισόδημα έως 16.800 ευρώ (έναντι 14.400) και ακίνητη περιουσία έως 300.000 ευρώ (έναντι 200.000 ευρώ).
Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι συνταξιούχος με ετήσιο ατομικό φορολογητέο εισόδημα 8.000 ευρώ, ενώ πέρυσι δεν πληρούσε τα κριτήρια λήψης της έκτακτης ενίσχυσης των 250 ευρώ, πλέον, με τη διεύρυνση του ανώτατου δηλωθέντος εισοδήματος στις 9.600 ευρώ, θα μπορεί και αυτός να λάβει την έκτακτη ενίσχυση. Αντιστοίχως, συνταξιούχος με ετήσιο φορολογητέο εισόδημα 7.000 ευρώ και ακίνητη περιουσία 250.000 ευρώ, ενώ δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις λήψης της ενίσχυσης των 250 ευρώ κατά την προηγούμενη πληρωμή (το όριο της ακίνητης περιουσίας ήταν 200.000 ευρώ), πλέον, με την αύξηση του ύψους της ακίνητης περιουσίας από τις 200.000 στις 300.000 ευρώ, μπορεί και αυτός να λάβει την έκτακτη ενίσχυση.