Ημερήσιες εισπράξεις ΦΠΑ ύψους 58 εκατ. ευρώ για το Δημόσιο– Λόγω της ακρίβειας που καλπάζει
Μάλιστα, όπως προκύπτει από το προσχέδιο προϋπολογισμού 2023 η εκτίναξη των εσόδων από το ΦΠΑ θα συνεχισθεί και το 2023. Συνολικά αναμένονται έσοδα από ΦΠΑ 21,889 δισ. ευρώ, ήτοι εισπράξεις 60 εκατ. ευρώ σε ημερήσια βάση. Αυτό σημαίνει 3,4% περισσότερος ΦΠΑ σε ημερήσια βάση σε σχέση με το 2022. Η αύξηση αυτή ωστόσο είναι συγκρίσιμη με τον εκτιμώμενο για το 2023 πληθωρισμό, τον οποίο η κυβέρνηση τοποθετεί στο 3,1%.
Αν ο πληθωρισμός το 2023 ξεπεράσει το όριο του 3,1% το 2023 θα πρέπει με μαθητική ακρίβεια να αναμένονται μεγαλύτερα έσοδα και από τον ΦΠΑ.
Αυτό παρά το γεγονός πως θα υπάρξει συνέχιση και το 2023 της μείωσης του συντελεστή ΦΠΑ σε υπηρεσίες μεταφοράς προσώπων, σε υπηρεσίες διάθεσης μη αλκοολούχων ποτών και ροφημάτων, στα εισιτήρια κινηματογράφων, θεατρικών παραστάσεων και συναυλιών, στα γυμναστήρια και τις σχολές χορού και στο τουριστικό πακέτο (συνολικό δημοσιονομικό κόστος 246 εκατ. ευρώ), αναστολή του ΦΠΑ για νέες οικοδομές (δημοσιονομικό κόστος 18 εκατ. ευρώ), καθώς και μείωση του ΦΠΑ στις ζωοτροφές και τα λιπάσματα (δημοσιονομικό κόστος 30 εκατ. ευρώ).
Αν ο πληθωρισμός δεν υποχωρήσει τα κρατικά ταμεία θα εξακολουθήσουν να έχουν αυξημένες εισροές από ΦΠΑ παρά τις προαναφερθείσες μειώσεις. Η ενίσχυση του πληθωρισμού από τον Μάρτιο 2022 ήταν τέτοια, ώστε έκτοτε ο μηνιαίος ρυθμός αύξησης του πληθωρισμού τόσο της ευρωζώνης όσο και της Ελλάδας να φτάσει σε ιστορικά υψηλά από το 1997 και μετά, περίοδο κατά την οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία, αντανακλώντας αντίστοιχες τάσεις στους υποδείκτες τιμών ενέργειας (φυσικό αέριο, πετρέλαιο, ηλεκτρική ενέργεια, ενέργεια θέρμανσης) και τροφίμων, αλλά και του πυρήνα πληθωρισμού.
Στην Ελλάδα, ο ρυθμός πληθωρισμού πέρασε σε θετικό έδαφος τον Ιούνιο 2021, βαίνοντας αυξανόμενος έκτοτε έως τον Ιούνιο 2022, οπότε σημείωσε την ιστορικά υψηλότερη τιμή του, που αντιστοιχεί σε 11,6%.
Η αυξητική τάση του πυρήνα πληθωρισμού που έφτασε το 5,8% τον Αύγουστο του 2022 στην Ελλάδα, αντανακλά τον υψηλό βαθμό μετακύλισης των αυξήσεων τιμών στην ενέργεια στις τιμές άλλων αγαθών και υπηρεσιών (όπως η ένδυση-υπόδηση, οι μεταφορές, η αεροπορική και θαλάσσια μεταφορά επιβατών, η εκπαίδευση και τα ξενοδοχεία-καφέ-εστιατόρια).