Διελκυστίνδα ΗΠΑ - ΟΠΕΚ για τα επίπεδα παραγωγής πετρελαίου
Η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα πετρελαίου που απελευθερώθηκε από τις τελευταίες περικοπές των στόχων παραγωγής του ΟΠΕΚ+ θα μπορούσε να επιτρέψει στη συμμαχία να παρέμβει σε περίπτωση οποιασδήποτε κρίσης στις αγορές πετρελαίου, δήλωσε ο γενικός γραμματέας του ΟΠΕΚ, Χάιθαμ αλ Γκάις στην τηλεόραση Al Arabiya.
Ο ΟΠΕΚ+, ο οποίος περιλαμβάνει τα 13 μέλη του ΟΠΕΚ και 11 συμμάχους με επικεφαλής τη Ρωσία, συμφώνησε την Τετάρτη σε μια απότομη μείωση του στόχου της προσφοράς κατά 2 εκατ. βαρέλια ημερησίως, η οποία, σύμφωνα με την Σαουδική Αραβία, ήταν απαραίτητη για να ανταποκριθεί στην αύξηση των επιτοκίων στη Δύση και στην αποδυνάμωση της παγκόσμιας οικονομίας.
Μετά το ναυάγιο των προσπαθειών που κατέβαλε για να πείσει τη Σαουδική Αραβία και μέσω αυτής τον ΟΠΕΚ να αυξήσει την παραγωγή πετρελαίου των μελών του, η κυβέρνηση Μπάιντεν εξετάζει τώρα άλλες δυνατότητες με σκοπό την αύξηση της προσφοράς πετρελαίου.
Σύμφωνα με σχετικό ρεπορτάζ της Wall Street Journal, η Ουάσιγκτον μελετάει τώρα το ενδεχόμενο να χαλαρώσει τις κυρώσεις που έχει επιβάλει στη Βενεζουέλα, ώστε να επιτρέψει στη Chevron και πιθανώς σε άλλες αμερικανικές πετρελαϊκές εταιρείες να αντλήσουν «μαύρο» χρυσό στη χώρα της Λατινικής Αμερικής. Κάτι τέτοιο σημαίνει πως θα εξάγουν μετά το πετρέλαιο της Βενεζουέλας στην παγκόσμια αγορά, αυξάνοντας έτσι την προσφορά και διευκολύνοντας την αποκλιμάκωση των τιμών.
Η υπό εξέταση συμφωνία με το Καράκας θέτει στην κυβέρνηση Μαδούρο όρο για τη χαλάρωση των κυρώσεων την επανέναρξη των συνομιλιών με τους πολιτικούς της αντιπάλους και γενικότερα με τα κόμματα της αντιπολίτευσης γύρω από τους κανόνες υπό τους οποίους θα διεξαχθούν ελεύθερες εκλογές το 2024.
Σύμφωνα πάντα με την αμερικανική πλευρά, εμπειρογνώμονες και αναλυτές της αγοράς πετρελαίου επισημαίνουν πως η επιστροφή του πετρελαίου της Βενεζουέλας στην παγκόσμια αγορά θα έχει περιορισμένο αντίκτυπο στις τιμές, καθώς η παραγωγή της έχει μειωθεί δραματικά έπειτα από χρόνια βαθύτατης και παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, κακοδιαχείρισης και κυρώσεων.
Καθοριστικός παράγοντας έχουν σταθεί οι κυρώσεις που επέβαλε στη χώρα η κυβέρνηση Ντόναλντ Τραμπ το 2019, όταν από κοινού με τις κυβερνήσεις άλλων δυτικών χωρών κήρυξαν νόμιμο ηγέτη της Βενεζουέλας τον μέχρι τότε ηγέτη της αντιπολίτευσης, Χουάν Γκουαϊδό. Είχαν προηγηθεί μαζικές καταγγελίες για νοθεία στις εκλογές.
Οι κινήσεις επαναπροσέγγισης με το Καράκας είναι προφανές ότι εντάσσονται στις προσπάθειες της κυβέρνησης Μπάιντεν να διασφαλίσει πετρέλαιο από άλλους προμηθευτές, εκτός των μελών του ΟΠΕΚ και να προσφέρει έτσι φθηνή ενέργεια στους Αμερικανούς πολίτες, ενόψει των εκλογών του μεσοδιαστήματος, που είναι προγραμματισμένες για τον Νοέμβριο.
Αντιδρώντας, άλλωστε, στην απόφαση που έλαβε την Τετάρτη το διεθνές καρτέλ πετρελαίου, η Ουάσιγκτον δεσμεύθηκε αφενός να διαθέσει στην αγορά περισσότερο πετρέλαιο από τα στρατηγικά αποθέματα της υπερδύναμης και αφετέρου να αξιοποιήσει τη δυνατότητα «άλλων υπεύθυνων επιλογών» προκειμένου να αυξήσει την προσφορά πετρελαίου. Στη σχετική ανακοίνωση του Λευκού Οίκου που δόθηκε στη δημοσιότητα το βράδυ της Τετάρτης, τονίζεται πως ο Αμερικανός πρόεδρος θα συνεργαστεί με το Κογκρέσο για τη θέσπιση νομοθεσίας που «θα περιορίσει τον έλεγχο του ΟΠΕΚ επί των τιμών της ενέργειας».
Σημειωτέον ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν αντέδρασε με έντονο εκνευρισμό στην απόφαση του ΟΠΕΚ να μειώσει την παραγωγή του συνολικά κατά 2 εκατ. βαρέλια την ημέρα. Εσπευσε να τη χαρακτηρίσει «κοντόφθαλμη», καθώς λαμβάνεται σε μια στιγμή που «είναι καθοριστικής σημασίας να μπορέσει ο κόσμος να διατηρήσει παγκόσμια προσφορά ενέργειας». Είχε προηγηθεί τον Ιούλιο το ταξίδι του κ. Μπάιντεν στη Σαουδική Αραβία που απεδείχθη ατελέσφορο και ο Αμερικανός πρόεδρος επέστρεψε στην Ουάσιγκτον άπραγος.
Την ίδια στιγμή, πάντως, ο υπουργός Ενέργειας της Σαουδικής Αραβίας, Αμπντουλαζίζ μπιν Σαλμάν, επισημαίνει πως στην πραγματικότητα η παραγωγή θα μειωθεί μόνον κατά περίπου ένα εκατ. βαρέλια την ημέρα, καθώς πολλές χώρες μέλη του ΟΠΕΚ+ δυσκολεύονταν ήδη να αυξήσουν την παραγωγή όσο προέβλεπαν οι παλαιότερες ποσοστώσεις. Επισημαίνει, επίσης, ότι η μείωση αυτή συνάδει με τη γενικότερη εικόνα των μεγαλύτερων οικονομιών που φλερτάρουν με την ύφεση εν μέσω αυξανόμενων επιτοκίων και αποδυνάμωσης της παγκόσμιας οικονομίας.