ΕΚΤ: Νέα αύξηση επιτοκίων - Πώς επηρεάζει νοικοκυριά και επιχειρήσεις

Βέβαιη θεωρούν οι οικονομολόγοι μια αύξηση των επιτοκίων του ευρώ κατά 75 μονάδες βάσης στην αυριανή συνεδρίαση της ΕΚΤ στις 27 Οκτωβρίου. Και η νέα αυτή αύξηση θα επηρεάσει συνολικά την ελληνική οικονομία, νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
AP

Ο λόγος είναι ο πληθωρισμός που επιταχύνεται εξαιτίας της εκτόξευσης των τιμών της ενέργειας. Παράλληλα τον τροφοδοτεί και η κατάσταση στις εφοδιαστικές αλυσίδες, που αγωνίζονται ακόμη να ανακάμψουν από το έμφραγμα που τους προκάλεσε η πανδημία και υπέστησαν νέο πλήγμα με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τα παρεπόμενά της.

Στόχος της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό είναι το 2% που ορίζεται ως σταθερότητα των τιμών. Ο δείκτης έχει όμως φτάσει αισίως στο 10% από τον περασμένο μήνα και αναμένεται πως για το τρέχον τρίμηνο ο μέσος όρος του θα είναι 9,6%. Εν ολίγοις, θα είναι υψηλότερος από τον περασμένο μήνα και δεν αναμένεται να υποχωρήσει κοντά στον στόχο πριν από τα τέλη του 2024.

Η αυριανή αύξηση επιτοκίων θα έχει άμεση επίπτωση στα επιτόκια δανεισμού των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών που είναι συνδεδεμένα με το euribor 3μήνου, το οποίο διαμορφώνεται πλέον στο 1,55%, με περαιτέρω ανοδική τάση στο 2% έως τα τέλη Δεκεμβρίου, προσθέτοντας έναν ακόμη βρόχο στο αυξημένο κόστος διαβίωσης των νοικοκυριών και λειτουργίας των επιχειρήσεων.

Εως πρόσφατα, μια επιχείρηση με υψηλή αξιολόγηση μπορούσε να δανειστεί με επιτόκιο ίσο με το euribor (που στην πράξη ήταν μηδενικό), προσαυξημένο κατά 3-3,5 ποσοστιαίες μονάδες. Τώρα που το euribor κυμαίνεται περί τις 1,5 ποσοστιαίες μονάδες, το κόστος δανεισμού της έχει εκτιναχτεί στο 5,%. Μια επιχείρηση, για παράδειγμα, που είχε 20 εκατ. ευρώ δάνεια, με επιτόκιο 3,5%, πλήρωνε τόκους 700.000 ευρώ. Τώρα, για τα ίδια δάνεια, με επιτόκιο 5% πρέπει να πληρώνει τόκους 1 εκατ. ευρώ!

Στα νοικοκυριά η αύξηση των επιτοκίων έχει ήδη μειώσει τη ζήτηση για στεγαστικά δάνεια. Ο λόγος είναι το κόστος. Ήδη τα σταθερά επιτόκια στα στεγαστικά, που ήταν γύρω στο 3,5%, έχουν πάρει την ανιούσα και ενδεχομένως να τα δούμε στο 6%-6,5% ή υψηλότερα το 2023. Από την άλλη, τα κυμαινόμενου επιτοκίου διατηρούνται χαμηλότερα κατά 2-2,5 μονάδες, ώστε να υπάρχει εναλλακτική στη χρηματοδότηση της αγοράς κατοικίας, μέσω μείωσης του περιθωρίου. Αλλά και πάλι το κόστος δεν είναι θελκτικό. Σε κάθε περιπτωση, η επιλογή κυμαινόμενου ή σταθερού επιτοκίου ή η μετατροπή κυμαινόμενου σε σταθερό και το αντίθετο απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή σε αυτήν τη συγκυρία.

Οι αυξήσεις από την ΕΚΤ έχουν άμεση επίπτωση kai στα επιτόκια καταθέσεων. Ωστόσο, σε κάθε χώρα, h επανατιμολόγηση των καταθέσεων εξαρτάται από τη ρευστότητα στο τραπεζικό σύστημα και την αγορά, όπως και από τον κίνδυνο.

Η υπερβάλλουσα και φθηνή ρευστότητα από τις καταθέσεις αποτελεί τον κυριότερο παράγοντα που εξηγεί την αντίθετη πορεία των τραπεζικών επιτοκίων στην Ελλάδα, σε σχέση με την υπόλοιπη eυρωζώνη και το κόστος χρήματος στις αγορές.

Για παράδειγμα, το σύνολο των καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες είναι σχεδόν διπλάσιες από το συνολικό υπόλοιπο των εξυπηρετούμενων δανείων. Έτσι, οι τράπεζες δεν αυξάνουν με ταχύτητα τα επιτόκια καταθέσεων.