LNG: Εχουν κλείσει όλα τα συμβόλαια παράδοσης έως το 2026
Πρόκειται για τα σημαντικότερα συμβόλαια, καθώς είναι αυτά που συνάπτουν χώρες και επιχειρήσεις με τους μεγάλους παραγωγούς του καυσίμου και τα οποία προσφέρουν σταθερές τιμές, ενώ διασφαλίζουν την προσφορά για αρκετά χρόνια. Εν ολίγοις, οι μόνες διαθέσιμες ποσότητες του καυσίμου είναι αυτές που διατίθενται στην ανοικτή διεθνή αγορά (spot) όπου ο ανταγωνισμός είναι επιθετικός και οι προμηθευτές επιλέγουν τον αγοραστή που είναι διατεθειμένος να καταβάλει το υψηλότερο τίμημα.
Η εικόνα αναδύεται έπειτα από σχετική έρευνα που διεξήγαγαν ιαπωνικές εταιρείες σε συνεργασία με το ιαπωνικό υπουργείο Εμπορίου και η οποία δόθηκε χθες στη δημοσιότητα.
Οπως διαπιστώνει η έρευνα, οι χώρες ανά τον κόσμο διαγκωνίζονται για να διασφαλίσουν τις αναγκαίες προμήθειες για τη λειτουργία των βιομηχανιών τους και τη θέρμανση των νοικοκυριών από τους σημαντικότερους εξαγωγείς, όπως το Κατάρ και οι ΗΠΑ. Και βέβαια την πίεση αυξάνουν οι ευρωπαϊκές χώρες, καθώς έχουν αποδυθεί σε έναν αγώνα δρόμου για να προλάβουν να αντικαταστήσουν το ρωσικό φυσικό αέριο με LNG.
Στην πράξη όλα αυτά σημαίνουν πως όσες χώρες χρειάζονται LNG δεν έχουν άλλη επιλογή από το να στραφούν στην παγκόσμια ελεύθερη αγορά στην οποία οι τιμές είναι σχεδόν τριπλάσιες από εκείνες των μακροπρόθεσμων συμβολαίων. Σύμφωνα μάλιστα με τη Διεθνή Ενωση Εισαγωγέων Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου, το περασμένο έτος περίπου το 30% των παραδόσεων LNG έγινε μέσω της διεθνούς αγοράς.
Οπως, όμως, επισημαίνει το ιαπωνικό υπουργείο Εμπορίου, δεν υπάρχουν στο μεταξύ δυνατότητες για αύξηση της προσφοράς, καθώς ο κλάδος υστερεί σημαντικά σε επενδύσεις.
Αυτό σημαίνει ότι η προσφορά θα είναι ανεπαρκής για αρκετά χρόνια. Αν, άλλωστε, διακοπεί ολοκληρωτικά η προσφορά ρωσικού αερίου που μεταφέρεται μέσω αγωγών στην Ευρώπη, τότε αναμένεται πως σε παγκόσμιο επίπεδο θα καταγραφεί έλλειμμα 7,6 εκατομμυρίων τόνων LNG μέχρι τον Ιανουάριο του 2025.
Προς το παρόν, οι Ευρωπαίοι διαπραγματευτές σπεύδουν να γεμίσουν τις δεξαμενές της Ευρώπης με ρωσικό ντίζελ προτού τεθεί σε ισχύ η σχετική απαγόρευση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Στο διάστημα από την 1η μέχρι τις 12 Νοεμβρίου τα φορτία ρωσικού ντίζελ που έχουν προορισμό το δίκτυο λιμένων και αποθηκευτικών χώρων σε Αμστερνταμ, Ρότερνταμ, Αμβέρσα έφθασαν τα 215.000 βαρέλια την ημέρα, σημειώνοντας αύξηση 126% σε σύγκριση με τον Οκτώβριο.
Σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας δεδομένων Refinitiv, συνολικά οι εισαγωγές της Ευρώπης σε ντίζελ από τη Ρωσία αυξήθηκαν τον Νοέμβριο κατά 44%, ενώ είχε προηγηθεί αύξησή τους 39% τον Οκτώβριο. Κι ενώ η Ευρώπη έχει κατορθώσει να μειώσει σημαντικά την εξάρτησή της από το ρωσικό ντίζελ και να την περιορίσει σαφώς κάτω του 50% μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η Μόσχα παραμένει ακόμη ο υπ’ αριθμόν ένα προμηθευτής της Γηραιάς Ηπείρου.
Αναφερόμενος στις προσπάθειες αυτές της Ευρώπης, ο Γιουτζίν Λίντελ, αναλυτής της FGE, τονίζει πως «η Ε.Ε. θα πρέπει να εξασφαλίσει περίπου 500.000 με 600.000 βαρέλια ντίζελ την ημέρα για να υποκαταστήσει το καύσιμο από τη Ρωσία και οι προμήθειες αυτές θα προέλθουν από τις ΗΠΑ αλλά και από περιοχές ανατολικά του Σουέζ, όπως η Μέση Ανατολή και η Ινδία».