Πώς η εθνική οικονομία μετατράπηκε σε... «Τιτανικό»
Ύστερα από την τελευταία επιστολή Παπαδήμου για τα ταμειακά διαθέσιμα, ένα άρθρο του Γ. Μαρίνου από τα παλιά έρχεται να εγείρει συνειδήσεις.
Την ώρα που οι αρχηγοί των κομμάτων επιδίδονται σε κορώνες, διεκδικώντας απελπισμένα ψήφους που θα τους κατοχυρώσει μια θέση στο μετεκλογικό σκηνικό, η πρόβλεψη για το έλλειμμα μέσα στις επόμενες 25 μέρες «δείχνει» το 1 δισ. ευρώ.
Με αφορμή τη δημοσιοποίηση της επιστολής του τέως πρωθυπουργού Λουκά Παπαδήμου προς τους πολιτικούς αρχηγούς, στην οποία επισημαίνει ότι τα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου από τις 20 Ιουνίου θα διαμορφωθούν σε αρνητικό επίπεδο της τάξης του 1 δισ. ευρώ και ότι από τα τέλη Ιουνίου και μετά, η δυνατότητα του Δημοσίου να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες του θα εξαρτάται αποκλειστικά από τις δόσεις του EFSF και του ΔΝΤ, είναι χρήσιμο να θυμηθούμε τι έλεγε πριν 26 χρόνια ένα φωτεινό δημοσιογραφικό μυαλό, ο Γιάννης Μαρίνος.
Στο κύριο άρθρο του «Οικονομικού Ταχυδρόμου» της 22ας Μαΐου 1986, υπό τον τίτλο: «Προτιμούμε να πνιγούμε χορεύοντας, όπως οι επιβάτες του Τιτανικού;» και με αφορμή την έκθεση του τότε διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Δημ. Χαλικιά, ο οποίος μέσω ύβρεων από τις «προοδευτικές» δυνάμεις έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου για την ελληνική οικονομία, ο Γιάννης Μαρίνος έγραφε:
«Και ιδού πού φθάσαμε:
Αντί να δουλεύουμε για να παράγουμε εισόδημα, να τρώμε από τα έτοιμα και από τα δανεικά.
Αντί να φτιάχνουμε νέα εργοστάσια, να κλείνομε κι αυτά που υπάρχουν.
Αντί να εκσυγχρονίζουμε τις υφιστάμενες εγκαταστάσεις, να τις αφήνουμε βαθμιαία να καταντούν παλιοσίδερα.
Αντί να βελτιώνομε την παραγωγικότητά μας, να επιβραβεύουμε με κάθε τρόπο την τεμπελιά και την λούφα.
Αντί να προωθούμε τις εξαγωγές μας με καλά και φθηνά προϊόντα, να υπονομεύομε την ανταγωνιστικότητά τους με αποτέλεσμα να μην μπορεί πια να πουληθεί η ελληνική παραγωγή ούτε μέσα στην ελληνική αγορά.
Αντί να ενθαρρύνομε το κέρδος, ώστε να περισσεύουν λεφτά για νέες επενδύσεις και καλύτερες αμοιβές των εργαζομένων, το εμποδίζομε με κάθε τρόπο, με αποτέλεσμα τον πολλαπλασιασμό των προβληματικών επιχειρήσεων και την απειλή των μαζικών απολύσεων, αφού οι βιομηχανικές μας επιχειρήσεις δεν μπορούν πια να επιβιώσουν.
Αντί να στηρίζομε με κάθε τρόπο την εγχώρια παραγωγή, την καταδιώκομε με κάθε θεμιτό και αθέμιτο τρόπο, διευκολύνοντας έτσι τις εισαγωγές και την κυριαρχία των ξένων στην ελληνική αγορά.
Αντί οι εργατοϋπάλληλοι να υπερασπίζονται την εθνική παραγωγή με την εργατικότητα και την συμπαράστασή τους προς τους ομοεθνείς εργοδότες τους, πολλοί απ' αυτούς υπονομεύουν με απεργίες, στάσεις εργασίας, καταλήψεις, κοπάνες, νωθρότητα, τσαπατσουλιά και συνεχείς εκδηλώσεις μίσους τις ντόπιες παραγωγικές μονάδες, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο στα ξένα προϊόντα και στη δική τους μιζέρια και ανεργία.
Αντί το δημόσιο να διαχειρίζεται με σύνεση και πόνο τα έσοδα από την φορολογία, τα διασπαθίζει σε καταναλωτικές δαπάνες σε έργα βιτρίνας, σε αθρόες προσλήψεις υποαπασχολούμενων, σε επιδοτήσεις, χαρισμούς οφειλών, σε δανεικά και αγύριστα και σε διαιώνιση της αντιπαραγωγικής δομής της δημόσιας διοικήσεως και της χρονοβόρας και δαπανηρότατης γραφειοκρατίας.
Αντί να αναπτύσσομε την παραγωγή και να ενισχύομε την αυτοδυναμία της οικονομίας μας, το' χουμε ρίξει στον δανεισμό από το εσωτερικό και κυρίως από το εξωτερικό, με αποτέλεσμα να έχομε φθάσει στο τραγικό σημείο να δανειζόμαστε πια κάθε χρόνο 2-3 δισεκατομμύρια δολάρια από τους ξένους για να εξοφλούμε προηγούμενα δανεικά.
Αντί να διευκολύνεται η εισαγωγή νέας τεχνολογίας και η ευελιξία των επιχειρήσεων ώστε να αποφεύγουν τα οικονομικά αδιέξοδα και το μοιραίο κλείσιμό τους, αντί να ενθαρρύνεται η υλική επιβράβευση των προκομμένων και ευσυνείδητων, επιβάλλεται με κάθε τρόπο το αντίθετο».