Στο 4,3% η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου
Αύξηση αποδόσεων καταγράφουν τα ελληνικά ομόλογα, εν μέσω πωλήσεων από την πλευρά των επενδυτών.
Το spread διαμορφώνεται στις 213 μονάδες βάσης, με το δεκαετές ελληνικό ομόλογο να σημειώνει σήμερα απόδοση 4,03%. Το πενταετές ελληνικό ομόλογο σημειώνει σήμερα απόδοση 3,3% και το 15ετές ελληνικό ομόλογο σημειώνει σήμερα απόδοση 4,5%.
Η ανοδική κίνηση των αποδόσεων σχετίζεται με τις αποφάσεις της ΕΚΤ την παρελθούσα εβδομάδα. Το βασικό μήνυμα που έστειλε η ΕΚΤ, βάζοντας φρένο σε όποιες προσδοκίες για στροφή σε μια πιο ήπια στάση πολιτικής, ήταν ότι οι αυξήσεις επιτοκίων θα συνεχιστούν, μιας και ο πληθωρισμός θα κινηθεί υψηλότερα από ό,τι είχε προβλεφθεί προηγουμένως.
Το μήνυμα που έδωσε ήταν πιο επιθετικό από ό,τι ανέμενε η αγορά, οδηγώντας έτσι σε ισχυρό sell-off τα ομόλογα της ευρωζώνης, με τις αποδόσεις των τίτλων του πυρήνα αλλά και της περιφέρειας να αυξάνονται κατά 7%-8%. Οπως ανακοίνωσε η ΕΚΤ, «τα επιτόκια θα πρέπει ακόμη να αυξηθούν σημαντικά με σταθερό ρυθμό προκειμένου να διαμορφωθούν σε επίπεδα που είναι επαρκώς περιοριστικά για να διασφαλιστεί η έγκαιρη επαναφορά του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%». Αναλυτές εκτιμούν πως το τελικό επιτόκιο της ΕΚΤ θα διαμορφωθεί τουλάχιστον στο 3%. Η Λαγκάρντ εξήγησε ότι θα ακολουθήσουν αυξήσεις της τάξης των 50 μ.β., και μάλιστα για μεγάλο χρονικό διάστημα. «Το παιχνίδι θα έχει διάρκεια» (long game), όπως είπε χαρακτηριστικά, καθώς ο πληθωρισμός εξακολουθεί να είναι υπερβολικά υψηλός και θα παραμείνει, σύμφωνα με τις νέες εκτιμήσεις, σε επίπεδα πάνω από τον στόχο για παρατεταμένη χρονική περίοδο.
Οσον αφορά το μείζον για τις αγορές θέμα, την περαιτέρω μείωση του ισολογισμού της με την εκκίνηση της ποσοτικής σύσφιγξης στο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού (APP), η ΕΚΤ ανακοίνωσε πως θα ξεκινήσει τον Μάρτιο του 2023. Οπως τόνισε, το χαρτοφυλάκιο θα μειωθεί με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό, με την ΕΚΤ να μην επανεπενδύει όλα τα ποσά από την εξόφληση τίτλων κατά τη λήξη τους. Η μείωση θα διαμορφωθεί σε 15 δισ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσον όρο έως το τέλος του β΄ τριμήνου του 2023 –ποσό ίσο περίπου με το μισό των συνολικών μηνιαίων λήξεων–και στη συνέχεια ο ρυθμός της θα καθορίζεται με την πάροδο του χρόνου.