Εκτιμήσεις ότι η ΕΚΤ θα αυξήσει άλλες τρεις φορές τα επιτόκια
Αυτό δείχνουν αποτελέσματα έρευνας που διεξήχθη από το διεθνές ειδησεογραφικό πρακτορείο το διάστημα από 5 έως 13 Απριλίου, η οποία δημοσιοποιήθηκε χθες. Πρόκειται ουσιαστικά για μείωση των προσδοκιών των αγορών για πιο σκληρή νομισματική πολιτική, ιδιαίτερα μετά την κατάρρευση δύο περιφερειακών τραπεζών στις ΗΠΑ και τους τριγμούς στην Ευρώπη που προκάλεσαν την εσπευσμένη εξαγορά της Credit Suisse από τη UBS.
Η επόμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ έχει προγραμματιστεί για τις 4 Μαΐου στη Φρανκφούρτη και τότε αναμένεται μια ακόμη αύξηση επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης, σύμφωνα τουλάχιστον με τα δεδομένα που υπάρχουν μέχρι σήμερα. Από εκεί και πέρα η κεντρική τράπεζα αναμένεται να δώσει κάποιο σήμα για το πώς σκοπεύει να προχωρήσει τους αμέσως επόμενους μήνες και ειδικά μέσα στο καλοκαίρι, καθώς ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη εξακολουθεί να παραμένει σε αρκετά υψηλά επίπεδα.
Σήμα για τις προθέσεις της ΕΚΤ έδωσε ήδη ένας παλιός γνώριμος της Ελλάδας, ο Ολι Ρεν, ο οποίος σήμερα είναι επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Φινλανδίας και μέλος του συμβουλίου της ΕΚΤ. Οπως είπε, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρέπει να «συνεχίσει και να ενεργεί με συνέπεια» με τις αυξήσεις των επιτοκίων καθώς συνεχίζει τις προσπάθειές της για την αντιμετώπιση του υψηλού πληθωρισμού. Ο Ρεν επεσήμανε ότι η επόμενη απόφαση της κεντρικής τράπεζας για τα επιτόκια θα «εξαρτηθεί από τα δεδομένα», ιδίως όσον αφορά τον επίμονα υψηλό δομικό πληθωρισμό.
Ο δομικός πληθωρισμός της ευρωζώνης – ο οποίος δεν περιλαμβάνει τις ασταθείς τιμές ενέργειας, τροφίμων, αλκοόλ και καπνού – έφτασε σε ιστορικό επίπεδο ρεκόρ 5,7% τον Μάρτιο, από 5,6% τον Φεβρουάριο. Ο συνολικός πληθωρισμός, εν τω μεταξύ, υποχώρησε σημαντικά στο 6,9% τον περασμένο μήνα.
«Ο πληθωρισμός εξακολουθεί να είναι πολύ υψηλός, και ειδικά με ανησυχεί ο δομικός πληθωρισμός, ο υποκείμενος πληθωρισμός», ανέφερε ο Ρεν στο CNBC. Η ΕΚΤ έχει αυξήσει τα επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης κάθε φορά στις τελευταίες έξι διαδοχικές συνεδριάσεις πολιτικής της. Ωστόσο, ο Ρεν είπε ότι οι κινήσεις αυτές δεν έχουν ακόμη σημαντικό αντίκτυπο όσον αφορά την καταπολέμηση των τιμών.
Από την πλευρά της η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τζάνετ Γέλεν ανέφερε ότι η πρόσφατη κατάρρευση περιφερειακών τραπεζών της χώρας και ο προβληματισμός που προκάλεσε, είναι πιθανό να καταστήσουν τις αμερικανικές τράπεζες πιο προσεκτικές και να τις οδηγήσει σε αυστηροποίηση των όρων δανεισμού, περιορίζοντας την ανάγκη για περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων από τη FED.
Μιλώντας στο CNN, η Γέλεν ανέφερε ότι οι ενέργειες για τον περιορισμό της συστημικής απειλής που προκλήθηκε από τη χρεοκοπία της Silicon Valley Bank και της Signature Bank σταθεροποίησαν τις εκροές καταθέσεων. «Οι τράπεζες είναι πιθανό να γίνουν πιο προσεκτικές σε αυτό το περιβάλλον», είπε η Γέλεν, προσθέτοντας πως «είδαμε ήδη κάποια αυστηροποίηση των όρων δανεισμού στο τραπεζικό σύστημα πριν από αυτά τα περιστατικά και ενδέχεται να ακολουθήσει κι άλλη». Η ίδια εκτιμά ότι αυτό θα οδηγήσει σε περιορισμό του δανεισμού στην οικονομία, πράγμα το οποίο μπορεί να υποκαταστήσει την ανάγκη για περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ.