Σενάρια για ήπια αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ
Δύο παράγοντες επιτρέπουν στα «περιστέρια» του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να αισιοδοξούν για μείωση του ρυθμού αύξησης των επιτοκίων και για ολοκλήρωση σύντομα του κύκλου σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής, ενόψει και της νέας συνεδρίασης της κεντρικής τράπεζας που ξεκινάει σήμερα και ολοκληρώνεται την Πέμπτη.
Ο πρώτος είναι πως πλέον γίνεται ξεκάθαρο ότι ο αρνητικός αντίκτυπος της αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής αλλά και της πρόσφατης τραπεζικής αναταραχής έχει γίνει αισθητός: η πτώση της ζήτησης για εταιρικά δάνεια αγγίζει τα επίπεδα του 2008 και η αυστηροποίηση των συνθηκών δανεισμού έχει σκαρφαλώσει στα επίπεδα που βρισκόταν κατά την κρίση χρέους της Ευρωζώνης.
Ο δεύτερος είναι η εικόνα του πληθωρισμού: ο ονομαστικός πληθωρισμός της Ευρωζώνης αυξήθηκε τον Απρίλιο, αλλά ο δομικός πληθωρισμός που δεν περιλαμβάνει τις τιμές των τροφίμων και της ενέργειας, υποχώρησε απροσδόκητα.
Οι δύο αυτές εξελίξεις ενισχύουν τα επιχειρήματα για μικρότερη αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ αυτή την Πέμπτη, κατά 25 μονάδες βάσης και στο 3,25%, αντί για 50 μ.β. που θα ήθελαν αρκετά από τα «γεράκια» του Δ.Σ.
Η συνεδρίαση της ΕΚΤ του Μαρτίου πραγματοποιήθηκε εν μέσω της τραπεζικής αναταραχής, χωρίς άμεσο ή ορατό αντίκτυπο στον τραπεζικό τομέα της Ευρωζώνης ή στην πραγματική οικονομία. Ωστόσο, η συζήτηση στη συνεδρίαση του Μαρτίου έδειξε αυξανόμενη ανησυχία μεταξύ των αξιωματούχων της ΕΚΤ, εστιάζοντας περισσότερο από ποτέ στις ανακοινώσεις των δεδομένων για τον τραπεζικό δανεισμό και σε τυχόν ενδείξεις για τον πιθανό αντίκτυπο στη μετάδοση της σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής μέχρι στιγμής.
Πράγματι, πλέον οι πιστωτικές συνθήκες έχουν σαφώς «σφίξει» από το ξέσπασμα της τραπεζικής αναταραχής, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας τραπεζικού δανεισμού της ΕΚΤ, η οποία δημοσιεύθηκε χθες. Ο ρυθμός της σύσφιγξης των πιστωτικών συνθηκών βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο από το 2011 και την κρίση χρέους της Ευρωζώνης, καθώς το καθαρό ποσοστό των τραπεζών που ανέφεραν σύσφιγξη στο πρώτο τρίμηνο, ανέρχεται στο 27%.
Ταυτόχρονα, η ζήτηση για δάνεια μειώθηκε επίσης έντονα, λόγω των υψηλότερων επιτοκίων, των χαμηλότερων επενδύσεων και της αποδυνάμωσης της αγοράς κατοικίας, όπως έδειξε η έρευνα. Συγκεκριμένα, το 38% των τραπεζών ανέφερε μείωση της ζήτησης δανείων από εταιρείες τους πρώτους τρεις μήνες του τρέχοντος έτους, το μεγαλύτερο ποσοστό από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008. Ταυτόχρονα, η μείωση της ζήτησης στεγαστικών δανείων παρέμεινε ισχυρή και ήταν κοντά στην πτώση που αναφέρθηκε το τελευταίο τρίμηνο. Οπως παρατηρεί η ING, η πτώση της ζήτησης για εταιρικά δάνεια ήταν πολύ μεγαλύτερη στις χώρες της Ευρωζώνης. Το πρώτο τρίμηνο του έτους, οι γερμανικές τράπεζες ήταν οι μόνες που ανέφεραν πτώση της ζήτησης για εταιρικά δάνεια, πλέον οι Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία αναφέρουν επίσης μεγάλη πτώση.
Αυτή η πτώση της ζήτησης για νέα δάνεια αντικατοπτρίστηκε και στις νομισματικές εξελίξεις του Μαρτίου. Ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των προσαρμοσμένων δανείων προς νοικοκυριά μειώθηκε στο 2,9% τον Μάρτιο από 3,2% τον Φεβρουάριο, ενώ ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των δανείων προς επιχειρήσεις μειώθηκε στο 5,2% τον Μάρτιο από 5,7% τον Φεβρουάριο. Το πιο σημαντικό είναι, μετά τη μείωση των μηνιαίων ροών του Φεβρουαρίου, ότι η μηνιαία ροή πιστώσεων προς τον ιδιωτικό τομέα ήταν οριακά μόνο θετική. Η εκροή καταθέσεων συνεχίστηκε και τον Μάρτιο και ενώ αυτή η εκροή τον Φεβρουάριο οφειλόταν στις καταθέσεις λιανικής, τώρα και οι εταιρείες αποσύρουν τις καταθέσεις.