Δημοσιονομικό «μαξιλάρι» για νέα μέτρα στήριξης μετά τις εκλογές
Είναι πλέον ισχυρές οι πιθανότητες δημιουργίας κάποιου δημοσιονομικού χώρου στο τέλος του χρόνου, τον οποίο η κυβέρνηση μπορεί είτε να διανείμει μέσω μέτρων στήριξης είτε να αξιοποιήσει για να εμφανίσει μεγαλύτερο πλεόνασμα και άρα ταχύτερη μείωση χρέους.
Στο επιτελείο της ΝΔ υποστηρίζουν ότι ακόμη είναι νωρίς για να προβλεφθεί αν θα υπάρξει δημοσιονομικός χώρος και πόσο μεγάλος. Προς το παρόν, η πορεία των εσόδων δείχνει να είναι συνεπής με το Πρόγραμμα Σταθερότητας, αλλά το τελικό αποτέλεσμα θα κριθεί από τα στοιχεία Ιουλίου - Αυγούστου, όταν εισπράττονται τα περισσότερα φορολογικά έσοδα, λόγω φορολογίας εισοδήματος και τουρισμού.
Σε κάθε περίπτωση, είτε αποφασίσει να δώσει «δώρο Χριστουγέννων», είτε να εμφανίσει μεγαλύτερο πλεόνασμα, η επόμενη κυβέρνηση φαίνεται να έχει εξασφαλίσει την τήρηση των δημοσιονομικών στόχων της χώρας και να εντάσσεται χωρίς πρόβλημα στο νέο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας, που θα ισχύσει μάλλον από το 2025. Για το 2024 θα χρειαστεί να περιορίσει την αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών στο 2,6% σε σύγκριση με εφέτος. Κάτι που είναι εντός των ορίων του Προγράμματος Σταθερότητας, όπως αναφέρουν πηγές του υπουργείου Οικονομικών.
Σημειώνεται ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει θέσει στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα εφέτος 0,7% του ΑΕΠ, αν και η ίδια προέβλεψε στη συνέχεια στο Πρόγραμμα Σταθερότητας πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ. Η Κομισιόν, πάλι, στις ανοιξιάτικες προβλέψεις της ανέφερε πλεόνασμα 1,9% του ΑΕΠ. Αν το τελευταίο επιβεβαιωθεί και η κυβέρνηση εμμείνει στον στόχο για πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ, τότε η διαφορά, περίπου 2,5 δισ. ευρώ, μπορεί να διατεθεί για πρόσθετα μέτρα στήριξης.
Ακόμη, η Κομισιόν στις εαρινές προβλέψεις της, παρότι εκτιμά ότι οι τιμές φυσικού αερίου το 2023/2024 θα σταθεροποιηθούν λίγο πάνω από τα 50 ευρώ/MWh, επισημαίνει την αβεβαιότητα των καιρικών συνθηκών. Ο συνδυασμός ενός πολύ θερμού καλοκαιριού, που θα «κάψει» σημαντικό μέρος των αποθεμάτων φυσικού αερίου, με έναν ψυχρό χειμώνα είναι το κακό σενάριο που μπορεί να προκαλέσει μια νέα εκτίναξη των τιμών μετά πολλούς μήνες συνεχούς αποκλιμάκωσης, σύμφωνα με την Ε.Ε.
Για την Ελλάδα τα πράγματα θα είναι δύσκολα ακόμη και στην περίπτωση που οι τιμές κινηθούν στα επίπεδα των 50 ευρώ/MWh, και αυτό γιατί καλείται να εγκαταλείψει το πολύτιμο εργαλείο των επιδοτήσεων, μέσω των οποίων απορρόφησε το 2022 το 50% των αυξήσεων στο φυσικό αέριο και έως και το 90% των αυξήσεων στην ηλεκτρική ενέργεια, διασφαλίζοντας για τα ελληνικά νοικοκυριά από τις χαμηλότερες τιμές ρεύματος στην Ευρώπη. Η υψηλή εξάρτηση από το φυσικό αέριο στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής καθιστά την ελληνική οικονομία ιδιαίτερα ευαίσθητη στις διακυμάνσεις των τιμών. Η χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρισμού της Ελλάδας ήταν το 2022 μια από τις ακριβότερες αγορές της Ευρώπης, μετά την Ιταλία και τη Μάλτα, και η ακριβότερη στο τέταρτο τρίμηνο του έτους με την υποχώρηση της τιμής του φυσικού αερίου.