Βελτιώθηκαν οι συνθήκες στην ελληνική μεταποίηση τον Μάιο
Ωστόσο, ο ρυθμός αύξησης των νέων παραγγελιών εξασθένησε τον Μάιο σε οριακό ποσοστό, ενώ υποχώρησε επίσης και ο ρυθμός αύξησης της απασχόλησης. Παρά τις προσπάθειες που αναφέρθηκαν για τη μείωση των αποθεμάτων, οι εταιρείες εξακολούθησαν να αγοράζουν εισροές για να ανταποκριθούν στις μεγαλύτερες απαιτήσεις παραγωγής. Οι εταιρείες σημείωσαν περαιτέρω πρόοδο σε σχέση με τις αδιεκπεραίωτες εργασίες τους, οι οποίες μειώθηκαν σε σημαντικό βαθμό.
Εν τω μεταξύ, το κόστος εισροών και οι χρεώσεις εκροών μειώθηκαν για πρώτη φορά σε διάστημα 35 και 29 μηνών, αντίστοιχα. Η βελτίωση της απόδοσης των προμηθευτών και οι προσπάθειες ώθησης των πωλήσεων ήταν, σύμφωνα με αναφορές, η αιτία των εν λόγω μειώσεων.
Ο εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της S&P Global για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index – PMI) κατέγραψε 51.5 μονάδες τον Μάιο, τιμή χαμηλότερη από τις 52.4 μονάδες του Απριλίου. Η πιο πρόσφατη βελτίωση των λειτουργικών συνθηκών ήταν η τέταρτη σε ισάριθμους μήνες, μολονότι την περίοδο αυτήν καταγράφηκε με τον βραδύτερο ρυθμό. Παρόλα αυτά, ο ρυθμός αύξησης ήταν μέτριος στο πλαίσιο της ιστορίας διεξαγωγής της έρευνας.
Η ηπιότερη αύξηση των νέων παραγγελιών που έλαβαν οι Έλληνες κατασκευαστές τον Μάιο επηρέασε αρνητικά την πιο πρόσφατη συνολική ανοδική πορεία. Ο ρυθμός αύξησης υποχώρησε στον βραδύτερο που έχει καταγραφεί κατά την τρέχουσα περίοδο τεσσάρων μηνών συνεχούς αύξησης και, σε γενικές γραμμές, ήταν μόλις οριακός. Στις περιπτώσεις που βελτιώθηκαν οι συνθήκες ζήτησης, αυτό οφειλόταν, σύμφωνα με αναφορές, στη στήριξη που προσέφερε η απόκτηση νέων πελατών. Η αύξηση στο σύνολο των νέων πωλήσεων ενισχύθηκε επίσης από την ισχυρότερη άνοδο των νέων παραγγελιών εξαγωγών που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2022.
Η παραγωγή συνέχισε, ωστόσο, να αυξάνεται με σταθερό ρυθμό, καθώς οι εταιρείες προσπάθησαν να μειώσουν τις αδιεκπεραίωτες εργασίες και να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των νέων παραγγελιών. Ο ρυθμός αύξησης ήταν σε γενικές γραμμές αντίστοιχος με τον ρυθμό που παρατηρήθηκε τον Απρίλιο και ισχυρότερος από τον μέσο όρο της έρευνας.
Τον Μάιο, οι Έλληνες παραγωγοί αγαθών παρατήρησαν βελτίωση της απόδοσης των προμηθευτών για δεύτερο συνεχή μήνα. Οι εταιρείες επισήμαναν τη μεγαλύτερη, αν και μόνο οριακά, διαθεσιμότητα εισροών, η οποία ήταν εμφανής στην εκ νέου μείωση του κόστους επιβάρυνσης. Η πτώση των τιμών εισροών ήταν σε γενικές γραμμές έντονη και η δριμύτερη σε διάστημα τριών ετών. Παράλληλα με τις χαμηλότερες τιμές των προμηθευτών, οι εταιρείες τόνισαν επίσης τη μείωση του κόστους ενέργειας.
Σε μια προσπάθεια ώθησης των πωλήσεων και μετακύλισης των χαμηλότερων τιμών εισροών στους πελάτες, οι Έλληνες κατασκευαστές κατέγραψαν μείωση στις χρεώσεις εκροών. Η μείωση αυτή έθεσε τέλος σε μια περίοδο 28 μηνών συνεχούς αύξησης, καθώς οι τιμές πώλησης υποχώρησαν με τον ταχύτερο ρυθμό από τον Νοέμβριο του 2020.
Η περαιτέρω αύξηση των απαιτήσεων παραγωγής πυροδότησε άλλον έναν γύρο προσλήψεων από την πλευρά των Ελλήνων παραγωγών αγαθών τον Μάιο. Η απασχόληση αυξήθηκε με μέτριο ρυθμό, καθώς οι εταιρείες επισήμαναν ότι η σταθερή αύξηση των νέων παραγγελιών υποστήριξε την ανάπτυξη. Παρόλα αυτά, ο ρυθμός δημιουργίας θέσεων εργασίας υποχώρησε σε χαμηλό τριών μηνών, καθώς ορισμένες εταιρείες ανέφεραν ότι διέθεταν επαρκές εργατικό δυναμικό για τη διεκπεραίωση των εισερχόμενων νέων εργασιών. Στην πραγματικότητα, οι αδιεκπεραίωτες εργασίες υποχώρησαν με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο.
Εν τω μεταξύ, οι εταιρείες αύξησαν την αγοραστική τους δραστηριότητα με σταθερό ρυθμό τον Μάιο. Οι αγορές εισροών συνδέθηκαν με περαιτέρω αναμενόμενες αυξήσεις στις νέες παραγγελίες, παρόλο που οι πιο έγκαιρες παραδόσεις εισροών και η βελτίωση των χρόνων παράδοσης οδήγησαν τις εταιρείες στη μείωση των επιπέδων αποθεμάτων προμηθειών και ετοίμων προϊόντων, εφόσον ήταν δυνατόν.
Τέλος, οι Έλληνες κατασκευαστές παρέμειναν ιδιαίτερα αισιόδοξοι ως προς τις εκτιμήσεις τους σχετικά με τις προοπτικές για την παραγωγή τους επόμενους 12 μήνες. Οι εταιρείες προβλέπουν αύξηση της παραγωγής, αισιοδοξία η οποία πηγάζει από τις ελπίδες για μεγαλύτερη ζήτηση από την πλευρά των πελατών και τις προγραμματισμένες επενδύσεις σε νέα προϊόντα.